Επιστολές Τελευταία Νέα

Λογοκρισία, νυν και αεί… Επιμέλεια: Θανάσης Μουσόπουλος

Αν δεν πιστεύουμε στην ελευθερία της έκφρασης για τους ανθρώπους που περιφρονούμε, δεν πιστεύουμε σ’ αυτήν καθόλου. – Νόαμ Τσόμσκυ

(Συνέντευξη με τον John Pilger στο BBC, 1992)

   Συχνά διαβάζουμε, ακούμε, πληροφορούμαστε  ή – ακόμη – μυριζόμαστε «τυχαία» ή σκόπιμη λογοκρισία.  Δεν είναι καινούριο φαινόμενο. Γράφουμε κάποια γνώμη, τη δημοσιεύουμε και – ως εκ θαύματος! – εξαφανίζεται.

  Ο Καθηγητής Γιώργος Πλειός – Πρόεδρος στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ  – Διδάσκων στο Τμήμα Κοινωνιολογίας   του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο άρθρο  του «Από το ίντερνετ στη λογοκρισία;» αναφέρεται αναλυτικά στα σχετικά θέματα και καταλήγει με το συμπέρασμα: «Δεν είναι αποδεκτή οποιαδήποτε λογοκρισία παρεμποδίζει την ανάπτυξη οποιονδήποτε γνωστικών, διανοητικών, συμβολικών, κ.ά. δυνατοτήτων και δεξιοτήτων του ανθρώπου στη σύγχρονη κοινωνία της πληροφορίας. Συνεπώς, κάθε κράτος οφείλει να υψώσει θεσμικά εμπόδια εκεί από όπου προέρχονται οι τυπικές ή και άτυπες πρακτικές λογοκρισίας. Πρέπει να διαλέξουμε. Δεν γίνεται να είμαστε και με το μεσαίωνα και με τη σύγχρονη κοινωνία».

Θα παραθέσω κάποια «τυπικά» στοιχεία για το ανησυχητικό φαινόμενο που  επί πανδημίας  ευδοκιμεί.

λογοκρισία η [loγokrisía] 1. ο προληπτικός έλεγχος που ασκείται συνήθ. από μια αρχή σε προϊόντα του γραπτού ιδίως λόγου αλλά και σε θεάματα ή ακροάματα (βιβλία, έντυπα, εφημερίδες, επιστολές, κινηματογραφικά ή θεατρικά έργα κτλ.) με δικαίωμα επέμβασης στο περιεχόμενό τους (διαγραφές, τροποποιήσεις, απαγόρευση δημοσιοποίησης, κυκλοφορίας κτλ.): Tο δικτατορικό καθεστώς επέβαλε αυστηρή ~ στον τύπο. Οι επιστολές προς και από τους κρατουμένους υποβάλλονται σε ~ από τη διεύθυνση των φυλακών. Προληπτική ~, ο έλεγχος που ασκείται πριν από τη δημοσιοποίηση, την κυκλοφορία των προϊόντων. (έκφρ.) η ψαλίδα* της λογοκρισίας. 2. η υπηρεσία που ασκεί τον έλεγχο: H ~ έκοψε μερικές σκηνές του έργου, γιατί τις θεώρησε πολύ τολμηρές.

[λόγ. λογοκρι(τής) -σία απόδ. γαλλ. censure]

Η λέξη μαρτυρείται από το 1826

Αν και η λέξη Λογοκρισία, σύνθετη εκ του “λόγος“, (προφορικός ή γραπτός), και του ρήματος “κρίνω”, φέρεται με απλοϊκή ερμηνεία, εν τούτοις η σημασία της αποδίδεται εκ της σκοπιμότητας που πραγματοποιείται αυτή, ως διαδικασία ή λαμβανόμενο μέτρο προς έλεγχο απαγόρευσης, προληπτικής ή κατασταλτικής της ανθρώπινης έκφρασης, γενικά, που επιχειρείται όμως από κάποια Αρχή.

Σε πολλές περιπτώσεις (όχι πάντα) η λογοκρισία ασκείται από κυβερνητικά όργανα (κρατική λογοκρισία). Η λογοκρισία πηγάζει συνήθως από τη θέληση των κυβερνώντων (και όχι μόνο) να ασκούν έλεγχο στην κοινωνία και όχι από εκείνη προς αυτούς. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι οι πολύ συνήθεις που παρατηρούνται από δημοσιεύματα του τύπου, ή σε ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και που οδηγούν σε μια κρίση των ΜΜΕ με την εξουσία. Έτσι άλλες φορές η λογοκρισία είναι θεμιτή, κατ΄ εφαρμογή της υφιστάμενης ποινικής νομοθεσίας, ενώ άλλες φορές αθέμιτη μέχρι και απαγορευτική στην ελευθερία της έκφρασης γνώμης και της διακίνησης ιδεών. Επειδή οι δεύτερες ήταν ανέκαθεν και συνεχίζουν να είναι κατά πολύ περισσότερες των πρώτων ο όρος λογοκρισία επικράτησε με την αρνητική του σημασία.

   Μετά τα παραπάνω σημειώνεται ότι η λογοκρισία τελεί υπό συνταγματική απαγόρευση και διεθνώς ομοίως αρχής γενομένης από το άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, του ΟΗΕ (1948) όπου εγγυάται την ελευθερία του λόγου από όλες τις μορφές λογοκρισίας και ακολούθως από τον Θεμελιώδη Νόμο της Βόννης του 1949 με τη λακωνική φράση «Λογοκρισία δεν επιτρέπεται», χωρίς εξαιρέσεις ή άλλους περιορισμούς.

Γενικά η λογοκρισία διακρίνεται σε πολλά είδη, ανάλογα με την οπτική γωνία που αυτή εξετάζεται όπως:
α) εννοιολογικά σε: “τυπική λογοκρισία“, “ουσιαστική λογοκρισία“, “μικτή λογοκρισία” καθώς και “λογοκρισία εν τοις πράγμασι“.
β) κατά χρόνο εφαρμογής, σε: “προληπτική λογοκρισία” και “κατασταλτική λογοκρισία“.
γ) κατά πεδίο εφαρμογής, σε: πολιτική, θρησκευτική, στρατιωτική, ιστορική, κοινωνική, κ.ά.
δ) κατά μέσο διάδοσης, σε: “λογοκρισία τύπου“, “θεάτρου“, “κινηματογράφου“, “ραδιοτηλεόρασης“, “διαδικτύου” κ.ά. και
ε) κατά λογοκριτική Αρχή ή άλλα νομικά πρόσωπα.

Η φερόμενη ως “θετική λογοκρισία” που είναι διάφορη της θεμιτής, θεωρείται από πολλούς ως βασικό όργανο (μέσο) της προπαγάνδας.

*

Η δολοφονία είναι η ακραία μορφή λογοκρισίας. – Τζορτζ Μπέρναρντ  Σω  (1909)

Όπου έχουν κάψει βιβλία, θα καταλήξουν να καίνε ανθρώπους. – Χάινριχ Χάινε Almansor: A Tragedy (1823)

Τα βιβλία που ο κόσμος αποκαλεί ανήθικα είναι τα βιβλία που δείχνουν στον κόσμο τη δική του αισχρότητα. – Όσκαρ Ουάιλντ  Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ (1891)

Επιμέλεια: Θανάσης Μουσόπουλος

ΞΑΝΘΗ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2021

Άτιτλο, της Shipa Gupta (2017-2018). Φωτογραφία Radhika Iyengar 

Σχετικά Άρθρα