«Μαντεία» ονομάζουμε την ικανότητα πρόβλεψης όσων πρόκειται να συμβούν στο μέλλον. Δύο είναι τα είδη τής Μαντείας: η Γνωστική και η Θεοληπτική. Η πρώτη πηγάζει από τον ενεργό ανθρώπινο νου που σαφώς και πλήρως γνωρίζει, αναλύει και συσχετίζει τα παρελθόντα και τα παρόντα, οπότε δύναται να συμπεράνει ασφαλώς τα μέλλοντα. Η δεύτερη πηγάζει από τον θεόληπτο ανθρώπινο νου που καθίσταται άβουλο όργανο λήψης και μετάδοσης των σχετικών με τα μελλούμενα θείων μηνυμάτων.
Γιά την Γνωστική Μαντεία ο θεϊκός Πλούταρχος αναφέρει: «Επειδή, λοιπόν, η φιλοσοφία καταγίνεται με την αλήθεια, και το φως τής αλήθειας είναι η απόδειξη, και αρχή τής αλήθειας είναι το «συνημμένο» (ο υποθετικός λόγος, ο συλλογισμός που ξεκινά από την υπόθεση), η δύναμη που το συνέχει και το κατασκευάζει αφιερώθηκε φυσικά από τους σοφούς άνδρες στον Θεό, ο οποίος κατεξοχήν έχει αγαπήσει την αλήθεια. Ο Θεός, λοιπόν, είναι μάντης, και η μαντική τέχνη προβλέπει το μέλλον σε σχέση με τα παρόντα και τα παρελθόντα, αφού κανενός η γένεση δεν είναι αναίτια, ούτε η πρόγνωση άλογη. Επειδή όλα τα παρόντα έπονται των παρελθόντων, και τα μέλλοντα έπονται των παρόντων, και είναι συναρτημένα μεταξύ τους κατά την διαδοχή που από την αρχή φτάνει στο τέλος, αυτός που γνωρίζει να συνδέει μεταξύ τους τις αιτίες και να τις συμπλέκει φυσικά, γνωρίζει καλά να προλέγει «τα παρόντα και τα μέλλοντα και τα παρελθόντα», και καλώς ο Όμηρος κατέταξε πρώτα τα παρόντα και έπειτα το μέλλον και το παρελθόν, αφού ο συλλογισμός αρχίζει από το παρόν (από τα παρόντα, από τα όντα), σύμφωνα με την δύναμη τού «συνημμένου», όπως «εάν υπάρχει το ένα, προηγείται το άλλο» και πάλι «εάν υπάρχει το ένα, θα γίνει το άλλο», εφόσον- όπως ακριβώς είπαμε- το τεχνικό και το λογικό προκύπτουν από την γνώση τής συνακολουθίας, ενώ η αίσθηση δίνει στον συλλογισμό την πρόταση. Άρα, ακόμη και αν ακούγεται τετριμμένο, δεν θ’ απαρνηθώ το ότι αυτός είναι ο τρίποδας λόγος (παρόν, παρελθόν, μέλλον) τής αλήθειας, ο οποίος θέτει την ακολουθία τής κατάληξης (τού μέλλοντος) ως προς αυτό που προηγείται (το παρελθόν), έπειτα προσλαμβάνει το υπαρκτό (το παρόν) και οδηγεί στο συμπέρασμα τής απόδειξης» (Πλούταρχος, «Περί τού Ει τού εν Δελφοίς»).
Για την Θεοληπτική Μαντεία ο ιερός Ιάμβλιχος αναφέρει: «Η προφήτισσα των Δελφών (η Πυθία) είτε προφητεύει στους ανθρώπους από κάποια λεπτή και πυρώδη Πνοή, η οποία από κάπου αναδύεται μέσω στομίου, είτε χρησμοδοτεί καθισμένη στο άδυτο, επάνω σε χάλκινο δίφρο, ο οποίος έχει τρία πόδια, είτε κ’ επάνω στον τετράποδο δίφρο, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Θεό, παραδίδοντας έτσι τον εαυτό της στο Θείο Πνεύμα με όλους τους τρόπους, και καταυγαζόμενη από την ακτίνα τού Θείου Πυρός. Όταν, λοιπόν, το Πυρ- που αναδύεται από το στόμιο- είναι αθρόο και πολύ, την περικυκλώνει από παντού, και η ίδια γεμίζει από την Θεία Λάμψη του. Όταν, πάλι, καθίσει στην Έδρα τού Θεού, προσαρμόζεται στην σταθερή μαντική δύναμη τού Θεού. Από αμφότερες αυτές τις προπαρασκευές ολόκληρη γίνεται τού Θεού (γίνεται θεόληπτη). Τότε, λοιπόν, παρευρίσκεται σ αυτήν ο Θεός επιλάμποντας ιδιαιτέρως, όντας διαφορετικός και από το Πυρ και από την Πνοή και από την Έδρα του και από κάθε κατασκευή που βρίσκεται στον τόπο και που φαίνεται φυσική και ιερή» (Ιάμβλιχος, «Περί των Μυστηρίων»).
Η Γνωστική Μαντεία αποτελεί επίτευγμα τού εξασκημένου και ενεργού ανθρώπινου νοός, είναι γέννημα τής Φιλοσοφίας, τής Λογικής, της Γνώσης και της Επιστήμης, ενώ η Θεοληπτική Μαντεία είναι αποτέλεσμα των θείων δυνάμεων που καταλαμβάνουν τον ανθρώπινο νου και χρησιμοποιούν τον άβουλο κάτοχό του ως πομπό των θείων μηνυμάτων.
Γιά την Γνωστική Μαντεία ο θεϊκός Πλούταρχος αναφέρει: «Επειδή, λοιπόν, η φιλοσοφία καταγίνεται με την αλήθεια, και το φως τής αλήθειας είναι η απόδειξη, και αρχή τής αλήθειας είναι το «συνημμένο» (ο υποθετικός λόγος, ο συλλογισμός που ξεκινά από την υπόθεση), η δύναμη που το συνέχει και το κατασκευάζει αφιερώθηκε φυσικά από τους σοφούς άνδρες στον Θεό, ο οποίος κατεξοχήν έχει αγαπήσει την αλήθεια. Ο Θεός, λοιπόν, είναι μάντης, και η μαντική τέχνη προβλέπει το μέλλον σε σχέση με τα παρόντα και τα παρελθόντα, αφού κανενός η γένεση δεν είναι αναίτια, ούτε η πρόγνωση άλογη. Επειδή όλα τα παρόντα έπονται των παρελθόντων, και τα μέλλοντα έπονται των παρόντων, και είναι συναρτημένα μεταξύ τους κατά την διαδοχή που από την αρχή φτάνει στο τέλος, αυτός που γνωρίζει να συνδέει μεταξύ τους τις αιτίες και να τις συμπλέκει φυσικά, γνωρίζει καλά να προλέγει «τα παρόντα και τα μέλλοντα και τα παρελθόντα», και καλώς ο Όμηρος κατέταξε πρώτα τα παρόντα και έπειτα το μέλλον και το παρελθόν, αφού ο συλλογισμός αρχίζει από το παρόν (από τα παρόντα, από τα όντα), σύμφωνα με την δύναμη τού «συνημμένου», όπως «εάν υπάρχει το ένα, προηγείται το άλλο» και πάλι «εάν υπάρχει το ένα, θα γίνει το άλλο», εφόσον- όπως ακριβώς είπαμε- το τεχνικό και το λογικό προκύπτουν από την γνώση τής συνακολουθίας, ενώ η αίσθηση δίνει στον συλλογισμό την πρόταση. Άρα, ακόμη και αν ακούγεται τετριμμένο, δεν θ’ απαρνηθώ το ότι αυτός είναι ο τρίποδας λόγος (παρόν, παρελθόν, μέλλον) τής αλήθειας, ο οποίος θέτει την ακολουθία τής κατάληξης (τού μέλλοντος) ως προς αυτό που προηγείται (το παρελθόν), έπειτα προσλαμβάνει το υπαρκτό (το παρόν) και οδηγεί στο συμπέρασμα τής απόδειξης» (Πλούταρχος, «Περί τού Ει τού εν Δελφοίς»).
Για την Θεοληπτική Μαντεία ο ιερός Ιάμβλιχος αναφέρει: «Η προφήτισσα των Δελφών (η Πυθία) είτε προφητεύει στους ανθρώπους από κάποια λεπτή και πυρώδη Πνοή, η οποία από κάπου αναδύεται μέσω στομίου, είτε χρησμοδοτεί καθισμένη στο άδυτο, επάνω σε χάλκινο δίφρο, ο οποίος έχει τρία πόδια, είτε κ’ επάνω στον τετράποδο δίφρο, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Θεό, παραδίδοντας έτσι τον εαυτό της στο Θείο Πνεύμα με όλους τους τρόπους, και καταυγαζόμενη από την ακτίνα τού Θείου Πυρός. Όταν, λοιπόν, το Πυρ- που αναδύεται από το στόμιο- είναι αθρόο και πολύ, την περικυκλώνει από παντού, και η ίδια γεμίζει από την Θεία Λάμψη του. Όταν, πάλι, καθίσει στην Έδρα τού Θεού, προσαρμόζεται στην σταθερή μαντική δύναμη τού Θεού. Από αμφότερες αυτές τις προπαρασκευές ολόκληρη γίνεται τού Θεού (γίνεται θεόληπτη). Τότε, λοιπόν, παρευρίσκεται σ αυτήν ο Θεός επιλάμποντας ιδιαιτέρως, όντας διαφορετικός και από το Πυρ και από την Πνοή και από την Έδρα του και από κάθε κατασκευή που βρίσκεται στον τόπο και που φαίνεται φυσική και ιερή» (Ιάμβλιχος, «Περί των Μυστηρίων»).
Η Γνωστική Μαντεία αποτελεί επίτευγμα τού εξασκημένου και ενεργού ανθρώπινου νοός, είναι γέννημα τής Φιλοσοφίας, τής Λογικής, της Γνώσης και της Επιστήμης, ενώ η Θεοληπτική Μαντεία είναι αποτέλεσμα των θείων δυνάμεων που καταλαμβάνουν τον ανθρώπινο νου και χρησιμοποιούν τον άβουλο κάτοχό του ως πομπό των θείων μηνυμάτων.
Από το βιβλίο τού Αθανασίου Τσακνάκη, «12 Θρησκευτικά Κεφάλαια», Εκδόσεις Βιβλιοβάρδια, τηλέφωνα: 2310264149 και 2310210004.