Ιστορικά Τελευταία Νέα

ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΑΣΗΜΟΜΥΤΗ (1932 – 2012)

Του Θανάση Μουσόπουλου

  Οι Θρακικές Λαογραφικές Γιορτές  φέρνουν στο μυαλό μου όχι μόνο τα εφηβικά μου χρόνια αλλά και ανθρώπους που έπαιξαν  καθοριστικό ρόλο στην πορεία μου.

  Στο σημερινό μου κείμενο θα επικεντρωθώ σε έναν Άνθρωπο που έφυγε από τη ζωή πριν από δέκα χρόνια, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη πολλών πραγμάτων στην Ξάνθη, αλλά και στην Ελλάδα γενικότερα. Αναφέρομαι στον Βασίλη Ασημομύτη.

  Πριν από λίγο καιρό παρουσιάζοντας στο κείμενό μου «Ένα κινηματογραφικό διάβασμα του 1821» την ταινία του Γιάννη Σμαραγδή «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι» αναφέρθηκα ιδιαίτερα στον Ασημομύτη στον οποίο μάλιστα αφιέρωσα το γραπτό μου.    

  Θα ξεκινήσουμε με γενική αναφορά στο βιογραφικό του Ασημομύτη, στο οποίο θα επανέλθουμε στην τελευταία ενότητα εκτενέστερα.

*

   Ο Βασίλης Ασημομύτης γεννήθηκε το 1932 στην Αθήνα και πέθανε το 2012. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Αθηνών Φιλολογία, θεολογία και ιστορία-αρχαιολογία. Έλαβε διδακτορικό δίπλωμα στη βυζαντινή αρχαιολογία και τέχνη στη Θεολογική Σχολή (1976) με υποτροφία του ΙΚΥ, μετεκπαιδεύτηκε στο Ινστιτούτο Μωσαϊκού της Ραββένας και διδάχθηκε τη βυζαντινή αγιογραφία από τον Φώτη Κόντογλου. Δίδαξε ως καθηγητής επί 36 χρόνια σε σχολεία, μεταξύ αυτών και στη Βαρβάκειο Πρότυπο Σχολή, καθώς και στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης, στη ΣΕΛΜΕ και στα ΠΕΚ. Συνέγραψε πολλά ιστορικά και λαογραφικά βιβλία και μελέτες, όπως “Ιστορία και λαογραφία Σαμμακοβίου, Σαράντα Εκκλησιών και των πέριξ κοινοτήτων Ανατολικής Θράκης”(Θρακικά 32-33[1960-61]), Αι παραστάσεις του Δωδεκαεόρτου εις την Βυζαντινήν τέχνην(1976), Το μοναστήρι της Γόλας Ταϋγέτου Λακωνίας(1991), Η αισθητική αγωγή στο σχολείο, Το θέατρο και το σχολικό του κοινό (1991). Μετέφρασε το έργο του Όλιβερ Τάπλιν Η αρχαία ελληνική τραγωδία σε σκηνική παρουσίαση(1988).

  Ο Βασίλης Ασημομύτης δίδαξε στην Εκκλησιαστική Σχολή Ξάνθης, πριν από τη δικτατορία,  ασχολήθηκε με τον πολιτισμό, ήταν από τους οργανωτές και εμπνευστές των πρώτων Θρακικών Λαογραφικών Εορτών, ενώ κάποια κείμενά του βρίσκονται στα «Θρακικά Χρονικά».

  Το 2015 επιμελήθηκα τον τόμο «1966 – 2015 – 50 ΧΡΟΝΙΑ – ΘΡΑΚΙΚΕΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ – Ξανθιώτικο Καρναβάλι», σελ. 120.

  Στο Εισαγωγικό κείμενό μου, ανάμεσα στα άλλα, γράφω:

«Ας κάνουμε ένα χρονικό άλμα στα 1966, πέμπτη εξαταξίου γυμνασίου εγώ ή δευτέρα λυκείου. Ήταν δύο πρωτεργάτες του θεσμού πολύ κοντά μου. Ο πατέρας μου ήταν καστοριανός και οικογενειακός μας γιατρός ήταν ο Στέργιος Στάθης. Ήξερα για τις μεταμφιέσεις και τα καρναβάλια της δυτικής Μακεδονίας, τα έθιμα και όλα τα σχετικά. Από την άλλη, στο Κατηχητικό είχα τον Βασίλη Ασημομύτη, παίζαμε θέατρο στη Χάβρα, κάναμε εκδρομές, είχαμε μια πολιτιστική δραστηριότητα πράγμα που με βοήθησε πολύ για την επόμενη πορεία μου. Αυτοί οι δύο άνθρωποι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πρώτη οργάνωση και στην καθιέρωση των Λαογραφικών Γιορτών. Και οι δυο τους πολύ έξυπνα χωρίς να προκαλέσουν αντιδράσεις από διάφορες πλευρές οργάνωσαν το Καρναβάλι, έβγαλαν τον κόσμο από το σπίτι του, έδωσαν το βασικό στίγμα ενός λαϊκού πολιτιστικού θεσμού. Να προσθέσω ότι στα πρώτα χρόνια δύο προ της δικτατορίας και τα επόμενα δύσκολα έτη οι γειτονικές πόλεις, ένθεν κακείθεν, ήθελαν πάση θυσία να πάρουν το Καρναβάλι, όπως έλεγαν, στην πόλη τους. Δεν τα κατάφεραν, γιατί είχε εδραιωθεί ο θεσμός και οι τοπικοί άρχοντες και οι επαγγελματίες έκαναν το καθετί για να μην το αφήσουν να φύγει».

 Νιώθω την ανάγκη να φωτίσω κάποια σημεία που αναφέρονται στον αείμνηστο Βασίλη Ασημομύτη.

  Στη Χάβρα, στο κατηχητικό, ο Ασημομύτης δεν έκανε ένα «συμβατικό» μάθημα, υπήρχε διάλογος και ελευθερία γνώμης. Μας άνοιξε δρόμους στην τέχνη και στον πολιτισμό. Εκεί μπροστά σε κοινό πρωτοέπαιξα θέατρο, το έργο «Ο Παύλος», πάντα ήθελα να ανεβώ στο σανίδι. Επίσης κάναμε εκδρομές, μια φωτογραφία που έχω στο αρχείο μου μας δείχνει στο Λυκοδρόμιο.

  Εκείνο που μου έμεινε, εκτός των προαναφερθέντων, είναι ότι απέκτησα το πρότυπο ενός ανθρώπου που μιλά στο κοινό, αναπτύσσει τις θέσεις του, οργανώνει τη σκέψη του. Θυμάμαι κάποια στιγμή, μας είπε «Μου ζητούν να μιλήσω για ένα θέμα. Βάζω το μυαλό μου σε ενέργεια, ψάχνω, μπορώ να απαντήσω». Αυτό είχα στο μυαλό μου στην συνέχεια.

  Ξαναγυρίζουμε στις Θρακικές Λαογραφικές Εορτές. Στον τόμο που επιμελήθηκα η Χαρίκλεια Μαργαριτοπούλου, στο εξαιρετικό κείμενό της «Η Ξάνθη της νοσταλγίας και του γλεντιού» (σελ. 11 – 20) στο ανάλογο σημείο αναφέρεται στον πρωτοποριακό ρόλο του γιατρού Στέργιου Στάθη που βρήκε συμπαραστάτη στην πρωτοβουλία και στην προσπάθεια τον θεολόγο Βασίλη Ασημομύτη «γνώστη των παραδόσεων και των εθίμων της Θράκης, πολλά από τα οποία ανάγονταν στην μυθολογική διονυσιακή λατρεία […] μύστης και εραστής της παράδοσης».

  Στο παρελθόν έχω δημοσιεύσει το σχετικό κείμενο «30 χρόνια ενός πετυχημένου θεσμού», το οποίο υπάρχει και στον τόμο για τα 50 χρόνια (σελ. 53 – 55). Αναφέρομαι στην εκκίνηση του θεσμού, στον οποίο πρωταγωνιστικός ήταν ο ρόλος του Ασημομύτη.

Μιλώντας εξάλλου στην επίσημη έναρξη του 1967 των “Τουριστικών Θρακικών Καλλιτεχνικών Γιορτών Ξάνθης” ο “θεωρητικός” τους Βασίλης Ασημομύτης, με θέμα “Η Λαογραφία της Θράκης και οι Αποκριάτικες Εορτές” (δημοσιευμένο στα “θρακικά Χρονικά”, τ. 26, Απρίλιος 1967, σελ. 70 – 78), ανάμεσα σ’ άλλα ενδιαφέροντα παρατηρεί:

«Πέρυσι τέτοιο καιρό, χωρίς να το καταλάβουμε, γεννήθηκε στην Ξάνθη ένας θεσμός. Το νεογέννητο άντεξε στη ζωή με πολύ κόπο και με άφθονη τεχνητή αναπνοή – δεν έλειψε βλέπετε από τους πρωτεργάτες κι ο γιατρός – και να που σήμερα έρχεται η ώρα να γιορτάσουμε τον πρώτο χρόνο. Γενέθλια. Στο γλύκισμα της γιορτής ένα κεράκι, μ’ αναμμένη τη φλογίτσα του, συμβολίζει τον ενιαυτό του νέου θεσμού “Οι θρακιώτικες Αποκριάτικες Γιορτές”. Τούτο το θεσμό μερικοί τον είδαν με κακό μάτι, γιατί τους χάλαγε ό,τι με πολύ κόπο είχαν φτιάξει, δηλαδή το τίποτε, μα οι πιο πολλοί τον χάρηκαν άλλοι για τα κέρδη που έφερνε, και τη ζωντά­νια, άλλοι για την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση κι άλλοι πάλι, οι πιο παλι­οί, έκλαιγαν από συγκίνηση που’ βλεπαν τα παλιά ήθη και έθιμα τούτου του έρμου και ρημαγμένου τόπου, της Θράκης, να ξαναζωντανεύουν.

Είδαν τη νερομάνα, τη Λαογραφία μας, να ξαναδίνει καθαρό νερό να ξεδιψάσει η ψυχή του ανθρώπου, του Έλληνα, του Θρακιώτη. Η Λαογραφία!

Θα γνωρίζετε όλοι εσείς που κατοικείτε αυτόν τον τόπο πως κάποτε, όχι και πολύ μακριά σε χρόνο, αμφισβητήθηκε η Ελληνικότης της Θράκης.

Διακηρύχθηκε: η Θράκη δεν κατοικείται από καθαρούς Έλληνες μα από ένα χαρμάνι αλλοπρόσαλλο που έχασε τα χαρακτηριστικά του. Τότε η απάντηση σ’ αυτά τα ψευδολογήματα – μωρολογήματα υπήρξε η Λαογραφία της Θράκης που στάθηκε η βάση, βοήθησε και συνέτρεξε όσο τίποτε άλλο στην απόδειξη ότι ο Ελληνισμός της Θράκης επικρατούσε παντού στη χώρα κι ότι ο χαρακτήρας του θρακιώτικου λαού είχε όλα τα ψυχικά στοιχεία που δείχνουν την επικράτηση του Ελληνικού στοιχείου επάνω του. Η λαογραφία είναι ο καλύτερος καθρέφτης της ψυχής των λαών».

  Στην συνέχεια ο Βασίλης Ασημομύτης αναφέρεται στο μεγάλο ρόλο της λαογραφίας, μιλά για τη σχέση της με το λαό και ιδιαίτερα τη νεολαία, καταλήγοντας ότι “μ’ αυτές τις προϋποθέσεις και μ’ άλλες πολλές, οικονο­μικές και κοινωνικές, άρχισαν αυτές οι γιορτές μέσα στην περίοδο των απόκρεων και είναι καθαρά λαογραφικές”.

Στη συνέχεια αναφέρεται στις Διονυσιακές και άλλες ανάλογες γιορ­τές των αρχαίων Ελλήνων, Ρωμαίων, Βυζαντινών, για να φτάσει στα χρό­νια της Τουρκοκρατίας, το Γ. Βιζυηνό και τα αρχαιοελληνικά έθιμα που επιβίωσαν στη νεότερη θρακική λαογραφία. Ακόμη αναφέρεται στα καρ­ναβάλια των Ξανθιωτών του 20ου αιώνα, ως τη δεκαετία του ’30.

“Έτσι λοιπόν η Ξάνθη είχε μεγάλη παράδοση και δικαίως διεκδίκησε αυτόν το θεσμό, απ’ τις άλλες θρακικές πόλεις, ν’ αναβιώσει τα θρακιώτικα έθιμα των απόκρεων”.

Είναι γνωστό ότι κατά τις πρώτες χρονιές του νέου θεσμού, οι γειτονικές πόλεις ήθελαν να “πάρουν” τη διοργάνωση. Γι’ αυτό, χρήσιμο και απαραίτητο το σχόλιο του το παραπάνω. Όμως ο Β. Ασημομύτης διέβλεπε κι έναν (ορατό;) κίνδυνο φθοράς του θεσμού, γι’ αυτό η ομιλία του καταλήγει με την εξής παρατήρηση:

“Χρειάζεται μόνο λίγη προσοχή απ’ όλους λαό και οργανωτές, να κρατηθούν και να διατηρη­θούν σε υψηλό επίπεδο, να μείνουν καθαρά λαογραφικές, με πνευματικό περιεχόμενο, γιορτές και να φωτισθούν έτσι και τόσο ώστε να χαραχθούν σωστά στις ψυχές των Ελληνοπαίδων, στα θρακιωτόπουλα, και να διαιωνιστούν”.

  Παρακάλεσα τον φίλο και συμμαθητή Μάριο Κουτσουρίδη, που ο πατέρας του ίδρυσε  και μετά και ο ίδιος δούλεψε στο εστιατόριο  Κληματαριά, να μου πει τι θυμόταν για τον Βασίλη Ασημομύτη σε σχέση με τις Λαογραφικές Γιορτές. Μου εμπιστεύθηκε ένα κείμενο – ποταμό εξομολογήσεων και αναμνήσεων, από όπου παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα:   

   «Εκείνο  που μπορώ να πω άφοβα,  είναι ότι από την αρχή όλοι οι Ξανθιώτες αγκάλιασαν με αγάπη το θεσμό αυτό, και για το λόγο αυτό,   όπως γνωρίζουμε, εδραιώθηκε και  καθιερώθηκε να εορτάζεται την περίοδο των Αποκριών, αποτελώντας εδώ και πολλά χρόνια μια από τις μεγαλύτερες εορταστικές εκδηλώσεις της Ελλάδος.

   Είμαι όμως υποχρεωμένος να αναφέρω έναν από τους πρωτεργάτες των εκδηλώσεων αυτών,  τον οποίον γνώρισα ως πελάτη στο εστιατόριο. Η  γνωριμία αυτή συνεχίστηκε με μια φιλία,  οι οποία το επόμενο έτος 1967, είχε σαν αποτέλεσμα, να δεχθεί την συμμετοχή μου με τους τελειόφοιτους του Κοτζαμάνη, (υπήρχαν πολλοί συμμαθητές μου)  στην τελευταία εκδρομή τους. Αυτός ήταν ο καθηγητής Θεολογίας  Βασίλης Ασημομύτης.

   Ο Ασημομύτης, με συμβούλεψε από την πρώτη στιγμή  του εορτασμού των Θρακικών Λαογραφικών Εκδηλώσεων, να στολίσουμε το εστιατόριο με αποκριάτικο διάκοσμο, για να δώσουμε έναν εορταστικό τόνο, ώστε, τόσο  οι τακτικοί  πελάτες όσο και περισσότερο  οι επισκέπτες που θα έρχονταν  στην Ξάνθη, να ζουν και να διασκεδάζουν με το πνεύμα των εορτών αυτών».

   Οφείλω, συμπληρώνοντας τη γόνιμη παρουσία του Βασίλη Ασημομύτη στην Ξάνθη και στη Θράκη, τα δημοσιεύματά του στο περιοδικό «Θρακικά Χρονικά»:

1.    Χαρακτήρες το κορυφαίο σημείο του έργου του Σαίξπηρ (τ. 15, Ιούλιος 1964), σ. 161-169

2.     «Το Γιωργάκι της Μιχαλιέσσας και το Σαμμάκοβο. Μια εξήγησι, ακόμη μία, για την αιτία του τραγικού τέλους του Γεωρ. Βιζυηνού»,  (τχ. 17-18 , Χειμώνας – Άνοιξη 1965), σ. 93-99

3.    Ο Έλληνας που έμεινε Έλληνας – Ο Κυριάκος Θεοτοκόπουλος, El Greco  (τ. 20, Οκτώβριος 1965), σελ. 210 – 217

4.    Η Λαογραφία της Θράκης και οι αποκριάτικες εορτές  (τ. 26, Απρίλιος 1967), σελ. 70 – 78

  Είναι ενδεικτικά των ενδιαφερόντων του. Το τέταρτο άρθρο το παρουσιάσαμε σε προηγούμενη ενότητα. Τα υπόλοιπα δείχνουν το μεράκι του για το θέατρο, την τέχνη και το λογοτεχνία της Θράκης.

*

  Στην τελευταία ενότητα του κειμένου μας θα προσθέσουμε κάποια επιπλέον στοιχεία που αποδεικνύουν την  ευρύτητα πνεύματος και ενδιαφερόντων, καθώς και την παιδαγωγική του επάρκεια και αναγνώριση.

  Αναφέρουμε δύο βιβλία για τον Ιωάννη Βαρβάκη. Το πρώτο τιτλοφορείται «Ιωάννης Βαρβάκης ο Πατριώτης», και το δεύτερο «Ιωάννης Βαρβάκης», και τα δύο από τις εκδόσεις Κάκτος. Στον πρόλογο ο Οδυσσέας Χατζόπουλος γράφει: «Το βιβλίο, πέρα από αναφορά στον Ιωάννη Βαρβάκη, είναι ουσιαστική συμβολή στη μελέτη μιας ολόκληρης περιόδου της ιστορίας μας. Ελπίζω ο ερευνητικός και συγγραφικός μόχθος του δημιουργού του να βρίσκει, με την παρούσα έκδοση, ένα μέρος της δικαίωσης που του αξίζει, και το παράδειγμα που προβάλλει μέσα από τις σελίδες που ακολουθούν να επηρεάσει εποικοδομητικά τις συνειδήσεις».

  Ο Β. Ασημομύτης στα βιβλία του: «Με βάση -νέες- ρωσικές αλλά και – παλαιές και διόλου ευκαταφρόνητες – ελληνικές μαρτυρίες και πηγές τολμούμε να προχωρήσουμε στην εξιστόρηση των γεγονότων που αναφέρονται στο βίο και την πολιτεία του ευγενέστατου, κατά κυριολεξίαν, αυτού ανθρώπου, του Ιωάννη Βαρβάκη, του μεγάλου εθνικού αγωνιστή και ευεργέτη, του οποίου ο υπερβολικός υλικός πλούτος δεν κατόρθωσε να νικήσει τον απέραντο πλούτο της ψυχής του “Έλληνα από το νησί Ψαρά”».

  Όπως πληροφορούμαστε  ο αείμνηστος συγγραφέας Βασίλης Ασημομύτης δίδαξε ως καθηγητής φιλολογίας, ιστορίας και θεολογίας μεταξύ άλλων και στη Βαρβάκειο Πρότυπο Σχολή, γεγονός που τον προέτρεψε να ερευνήσει την βιογραφία του εθνικού μας ευεργέτη Ιωάννη Βαρβάκη. Προκειμένου να συγκεντρώσει υλικό για την έρευνά του αυτή και αφού δεν έβρισκε σχετική βιβλιογραφία στην Ελλάδα, ταξίδεψε δύο φορές στην Ρωσία, όπου ο Βαρβάκης έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.

Κλείνοντας θα παραθέσουμε δύο σημεία από κείμενο του Συλλόγου Αποφοίτων Βαρβακείου Σχολής το 2012 με την ευκαιρία του θανάτου του.

 «Η συνεισφορά του Βασίλη Ασημομύτη ήταν σημαντική σε δύο ευρείς τομείς. Πρώτον σαν παιδαγωγός. Είχε ολοκληρωμένη μόρφωση στη Φιλοσοφία, τη Φιλολογία, τη Θεολογία, την Ιστορία και την Αρχαιολογία, ενώ έλαβε διδακτορικό στη Βυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη της Θεολογικής Σχολής έχοντας μεταξύ άλλων ως δάσκαλο το Φώτη Κόντογλου. Επιπλέον όμως, είχε μια μοναδική ικανότητα να μεταδίδει απλόχερα στους μαθητές του και σε όσους είχαν κάποτε την τύχη να τον ακούσουν, τις πλούσιες γνώσεις του […]  Η δεύτερη συνεισφορά του Βασίλη Ασημομύτη ήταν ως συγγραφέα. Διαθέτοντας εκπληκτική ευρυμάθεια και έχοντας ήδη συγγράψει πλειάδα ιστορικών και λαογραφικών βιβλίων, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του ανέθεσε τη συγγραφή πολλών σχολικών βιβλίων με αντικείμενο την ιστορία (αρχαιότητα,
αναγέννηση, βυζαντινή, νεώτερη και σύγχρονη, πάντα σε αναφορά με τον Ελληνισμό). Όμως, το βιβλίο που έκανε ευρύτερα γνωστό το Βασίλη Ασημομύτη, ήταν εκείνο που συνέγραψε για τον εθνικό μας ευεργέτη, τον Ιωάννη Βαρβάκη». Ολοκληρώνοντας το κείμενό τους οι απόφοιτοι αναφέρονται στον σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή που υποκινημένος από τα βιβλία και τις έρευνες του Ασημομύτη γύρισε ένα ντοκιμαντέρ και την ταινία  «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι» που αναφέραμε στον πρόλογο τούτου του κειμένου.

*

  Χαίρομαι που γνώρισα και επηρεάστηκα ουσιαστικά στα νιάτα μου από τον Βασίλη Ασημομύτη. Τον ευγνωμονώ για πολλά.

  Νομίζω ότι και η Ξάνθη οφείλει να τον τιμήσει. Δέκα χρόνια από τον θάνατό του.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

Σχετικά Άρθρα