Κατά το προηγούμενο, κυρίως όμως κατά το τρέχον έτος Εορτασμού ή Τιμής για την Επανάσταση του 1821, κυκλοφόρησαν και ανακοινώθηκε η έκδοση πληθώρας βιβλίων. Το ζητούμενο είναι να διαβαστούν, να πιάσουν τόπο, όσα τουλάχιστον έχουν κάτι νέο ή θετικό να παρουσιάσουν. Στο κείμενό μου αυτό επιδιώκω να καταπιαστώ με το μεγάλο κεφάλαιο των Ιστορικών Πηγών. Αφορμή μου έδωσε ένα μικρό βιβλίο με τίτλο «Πώς γράφτηκε η ιστορία της Επανάστασης του 1821» (έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών, Ιανουάριος 2021, σελ. 156). Οκτώ ιστορικοί, οι Δημήτρης Δημητρόπουλος, Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Γιάννης Κουμπουρλής, Χρήστος Λούκος, Νίκος Ροτζώκος, Βαγγέλης Σαράφης, Παναγιώτης Στάθης, και Διονύσης Τζάκης γράφουν και αποκαλύπτουν πώς ιστορήθηκε το 1821.
Δεν πρόκειται στο κείμενό μου να παρουσιάσω τις εργασίες αυτού του βιβλίου. Στο πρώτο μέρος του άρθρου θα μιλήσω πολύ συνοπτικά για τις Πηγές, ενώ στο δεύτερο μέρος θα παρουσιάσω πηγές για την Επανάσταση του 1821.
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Το 2013 για τις εκπαιδευτικές ανάγκες διδασκαλίας θεμάτων Ιστορίας και Πολιτισμού σε ενήλικες δημοσίευσα το τεύχος «Εισαγωγή στη Επιστήμη της Ιστορίας». Από το κεφάλαιο που αναφέρεται στις Πηγές παραθέτω δύο αποσπάσματα.
1. Με τον όρο πηγές της Ιστορίας προσδιορίζουμε γενικότερα οτιδήποτε θα ήταν δυνατό να μας δώσει πληροφορίες για το παρελθόν. Μπορούμε εξ αρχής να επισημάνουμε τη δυσκολία που ενέχει ο προσδιορισμός του υλικού το οποίο θεωρείται πηγή. Πολλοί θεωρητικοί της Ιστορίας προσδιορίζουν την έννοια της ιστορικής πηγής χρησιμοποιώντας τον όρο τεκμήριο, ο οποίος όμως προϋποθέτει τη διαδικασία της κριτικής αντιμετώπισής της. Ο L. Febvre γράφει ότι “η Ιστορία γίνεται, πιθανότατα, με γραπτά τεκμήρια. όταν υπάρχουν τέτοια. Αλλά μπορεί να γίνει, οφείλει να γίνει, χωρίς τα γραπτά τεκμήρια, όταν αυτά δεν υπάρχουν καθόλου.”
2. Ο ιστορικός Ν. Σβορώνος αναφερόμενος στην αξιοποίηση του υλικού σημειώνει :
«Οι πηγές δε σου λένε τίποτα. Δε μιλούν. Απαντούν σε ερωτήματα. Άμα είσαι ικανός να θέσεις το ερώτημα, θα τη βρεις την απάντηση στις πηγές. Και κυρίως, εκείνο που ενδιαφέρει, και νομίζω ότι ενδιαφέρει κάθε ιστορικό, και που είναι η πιο σημαντική πηγή, είναι οι έμμεσες απαντήσεις. Εκείνα δηλαδή που λένε οι πηγές, χωρίς να τα πουν. Και που δεν έχουν καμία όρεξη να ομιλήσουν περί αυτού. Απλούστατα δεν τους έχει τεθεί το πρόβλημα. Εσύ, ως ιστορικός, και η εποχή σου είναι που τα θέτουν, πολύ αργότερα».
Από την τοποθέτηση αυτή φαίνεται ο ιδιαίτερος ρόλος του ιστορικού. Σήμερα είναι πλέον δεδομένο ότι για την αξιοποίηση των πηγών ο ιστορικός θα βοηθηθεί από όλες τις επιστήμες. Οι επιστημονικές μέθοδοι και τα επιτεύγματα των θετικών επιστημών και των επιστημών του ανθρώπου – κοινωνιολογίας, ανθρωπογεωγραφίας, πολιτικής οικονομίας, νομικής, εθνογραφίας κ.ά. – δίνουν τη δυνατότητα στον ιστορικό να ερμηνεύσει το υλικό που έχει στη διάθεσή του και να τεκμηριώσει τα συμπεράσματά του. Η σύνθεση ιστορικού λόγου σήμερα είναι προϊόν έργου διεπιστημονικού.
Κλείνοντας αναφέρουμε σχηματικά τη διαδικασία αξιοποίησης των πηγών και παραγωγής ιστορικού λόγου :
Α. Κατανόηση του περιεχομένου, ώστε να επισημανθούν και αναδειχθούν οι πληροφορίες που παρέχουν οι πηγές
Β. Ένταξη στα ιστορικά συμφραζόμενα, αναγνωρίζεται η εποχή και ο περίγυρος μέσα στον οποίο δημιουργήθηκαν οι πηγές και συνδυάζονται οι πληροφορίες των πηγών με τις υπάρχουσες γνώσεις
Γ. Διασταύρωση των πληροφοριών, οι πληροφορίες των πηγών για να είναι έγκυρες και αξιόπιστες συγκρίνονται με άλλες πληροφορίες τις οποίες γνωρίζουμε με ασφάλεια
Δ. Σπουδαιότητα των πηγών, βρίσκομε τη σημασία των πληροφοριών που παρέχει η πηγή και ποιο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πληροφορίες αυτές.
Β. ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Δύο παλιότερα σχολικά εγχειρίδια με τίτλο «Εισαγωγή στις ιστορικές σπουδές» (το πρώτο της Αικατερίνης Χριστοφιλοπούλου και το δεύτερο των Γ. Γιαννόπουλου – Ξ. Οικονομοπούλου – Θ. Κατσουλάκου) μας βοήθησαν να μελετήσουμε τις ιστορικές πηγές. Στο δεύτερο μάλιστα υπάρχει ένα κεφάλαιο που (παραδειγματικά) αναφέρεται στις πηγές της Επανάστασης του 1821, το οποίο μας βοηθά στο κείμενό μας αυτό.
Σημειώνουν οι συγγραφείς εισαγωγικά ότι έχουμε πολλές πηγές για τη μελέτη του 1821, περισσότερες όμως έχουν χαθεί από διάφορους λόγους (αρχιτεκτονικά μνημεία, έγγραφα παντός είδους, χειρόγραφα).
Σε πέντε ομάδες κατατάσσονται οι πηγές που διαθέτουμε:
1.΄Εγγραφα δημόσια και ιδιωτικά.
Τα δημόσια είναι διπλωματικά, διοικητικά, αφηγηματικά και παρουσιάζουν τον δημόσιο βίο της χώρας και βοηθούν στην κατανόηση της εποχής
Τα ιδιωτικά έγγραφα (συμβόλαια, ενοικιαστήρια, δωρητήρια, προικοσύμφωνα, διαθήκες) αναφέρονται στον οικονομικό και κοινωνικό βίο.
2.Τα απομνημονεύματα είναι ιστορήσεις των πρωταγωνιστών της Επανάστασης. Μερικοί αγωνιστές (Φωτάκος, Μακρυγιάννης, Κασομούλης, Καν. Δεληγιάννης) τα έγραψαν μόνοι τους, ενώ άλλοι τα υπαγόρεψαν σε κάποιον γραμματισμένο, όπως ο Κολοκοτρώνης στον Τερτσέτη. Υπάρχουν και ξένοι απομνημονευματογράφοι όπως ο Βουτιέ και ο Ρεϋμπάουντ που έζησαν τα γεγονότα της Επανάστασης και γράφουν γι’ αυτά.
Στα απομνημονεύματα ο ιστορικός οφείλει να προσέξει την εγκυρότητα των πληροφοριών για τα διάφορα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα, γιατί υπεισέρχεται πολύ συχνά ο υποκειμενικός παράγοντας του απομνημονευματογράφου.
3.Εφημερίδες: Στα χρόνια της Επανάστασης ο ελληνικός τύπος ήταν κυρίως φιλελληνικό φαινόμενο. Βοηθούσαν οι Φιλέλληνες οικονομικά στην αγορά τυπογραφείων και συχνά ήταν και συντάκτες. Από το 1821 ως το 1827 εκδόθηκαν οκτώ εφημερίδες: η πρώτη ήταν η Σάλπιγξ Ελληνική που εκδόθηκε το 1821 στην Καλαμάτα, ακολούθησαν Ελληνικά Χρονικά στο Μεσολόγγι, Εφημερίς των Αθηνών, Φίλος του Νόμου, Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, Ανεξάρτητος Εφημερίς της Ελλάδος, Ελληνικός Τηλέγραφος και Ελληνική Μέλισσα. Ο τύπος της εποχής του Αγώνα αναμφισβήτητα είναι σημαντική πηγή.
4. Ναυτικά ημερολόγια, υπομνήματα: μας δίνουν πληροφορίες για τη ναυτική ιστορία της περιόδου. Να προσθέσουμε επιπλέον στις πηγές του Αγώνα, τον δημοτικό και έντεχνο λόγο της εποχής, εικόνες – όπως του Παναγιώτη Ζωγράφου που ζωγραφίστηκαν με υποδείξεις του στρατηγού Μακρυγιάννη, χάρτες, λαογραφικά στοιχεία.
5. Έλληνες και ξένοι ιστοριογράφοι, που έζησαν στα χρόνια της Επανάστασης του 1821. Αναφέρουμε την «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» του Σπυρίδωνα Τρικούπη (1788 – 1873) σημαντική πηγή – παρά τις υποκειμενικές θέσεις του ορισμένες φορές. Το «Δοκίμιον Ιστορικόν της Ελληνικής Επαναστάσεως» του Ιωάννη Φιλήμονος (1798 – 1874) (Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη ο πατέρας του ήταν Θρακιώτης). Ο Κ. Παπαρρηγόπουλος το θεωρεί «το πολυτιμότατον των βοηθημάτων».
Από τους ξένους ιστορικούς που έζησαν στην επαναστατημένη Ελλάδα αναφέρουμε το έργο του γάλλου Πουκεβίλ «Ιστορία της Αναγέννησης της Ελλάδας από το 1740 – 1824». Αναφέρουμε επίσης τις Ιστορίες της Ελληνικής Επανάστασης του σκότου Γκόρντον και του άγγλου Φίνλεϋ.
*
Κλείνοντας θα αναφερθούμε στον θρακιώτη Κάρπο Παπαδόπουλο, στον οποίο αναφέρομαι και στο βιβλίο μου «Μακρυγιάννης και το 1821: ένα παράδειγμα ιστορικής μνήμης», Ξάνθη, 1978.
Ο Κάρπος Παπαδόπουλος «εγεννήθη την 6ην Αυγούστου του 1785 έτος, εν Αδριανουπόλει εξ ευγενών και επ’ αρετή γονέων» διαβάζουμε στην βιογραφία που προτάσσεται του έργου του «Απάνθισμα του ιστορικού αγώνος των Ελλήνων». Πολέμησε δίπλα στον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Αγωνίστηκε σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα, έφτασε ως τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Πέθανε το 1871, φέροντας τον βαθμό του Χιλίαρχου.
Στο βιβλίο μου που προανέφερα αναφερόμενος στο πλούσιο συγγραφικό του έργο σημειώνω: «Με τα έργα του επιχείρησε να ανασκευάσει τις κατηγορίες εναντίον των στρατηγών της Στερεάς, του Ανδρούτσου και του Βαρνακιώτη, που τους θεωρεί θύματα της φαναριωτικής πολιτικής, γιατί στάθηκαν εμπόδιό της. Κάνει άγρια επίθεση εναντίον των πολιτικών αρχηγών της εποχής. Αργότερα πάντως προσκολλήθηκε στον Ανδρέα Μεταξά, για να έχει οφέλη». Πολλά είναι τα έργα του Κάρπου, εκτός από το Απάνθισμα. Αναφέρουμε ένα που θεωρούμε πολύ σημαντικό:
Κάρπος Παπαδόπουλος, “Ανασκευή των εις την ιστορίαν των Αθηνών αναφερομένων περί του στρατηγού Οδυσσέως Ανδρούτζου του ελληνικού τακτικού και του συνταγματάρχου Καρόλου Φαββιέρου”, παρά του λοχαγού Κάρπου Παπαδοπούλου, Εκ της Τυπογραφίας Πέτρου Μαντζαράκη, Εν Αθήναις 1837.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2021