Κοινωνία Ροδόπη Τελευταία Νέα

Επετειακό βιβλίο- κειμήλιο για την Κομοτηνή για τα 100 χρόνια Ελευθερίας από την Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής

Ελπίδα Βόγλη, «Ἡ 14η Μαΐου τῆς Κομοτηνῆς ἕναν αἰώνα μετά…», Ἱερὰ Μητρόπολις Μαρωνείας καὶ Κομοτηνῆς,

Με ένα επετειακό βιβλίο τιμά την επέτειο των 100 ετών από την απελευθέρωση, η Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής. Το βιβλίο με συγγραφέα την Ελπίδα Κ. Βόγλη φέρει τον τίτλο «η 14η Μαΐου της Κομοτηνής έναν αιώνα μετά…» και περιέχει ιστορικά στοιχεία και εικόνες ενός αιώνα, προκειμένου να βαδίσουμε με σταθερούς βηματισμούς στο μέλλον, γνωρίζοντας καλά την ιστορία του τόπου μας.

Σε εισαγωγικό του σημείωμα ο Μητροπολίτης Μαρωνείας και Κομοτηνής κος Παντελεήμων κάνει λόγο για μία εκδοτική προσπάθεια «αφιερωμένη στο γεγονός της απελευθέρωσης της Θράκης και της Ροδόπης», η οποία γίνεται «σε ανάμνηση προσώπων και γεγονότων που συνέργησαν για την απόλαυση του αγαθού της ελευθερίας» και «προς παραδειγματισμό των νεότερων και διδαχή πάντων».

Τα περιεχόμενα του βιβλίου έχουν ως εξής: Πρόλογος Μητροπολίτου. Εισαγωγικές σκέψεις. Από το Ανατολικό Ζήτημα στο Θρακικό: Ζητήματα ορολογίας και μεθοδολογίας. Στον «δρόμο» προς τη Γκιουμουλτζίνα… τα γεωγραφικά αδιέξοδα της διπλωματίας. Τα όρια του ελληνισμού και η Θράκη: διλήμματα  στο γύρισμα του αιώνα. Από τον Μακεδονικό… στον παράλληλο Θρακικό Αγώνα. «Απελευθερώσαμε» την Κομοτηνή.

Συγγραφέας είναι η έγκριτη ιστορικός Ελπίδα Βόγλη, Αναπληρώτρια καθηγήτρια του τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Δεν πρόκειται πάντως για ένα βιβλίο που απαριθμεί λεπτομερώς τα γεγονότα της εισόδου του ελληνικού στρατού στην πόλη τη 14η Μαΐου του 1920, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Αντιθέτως, σύμφωνα με τα λεγόμενα της συγγραφέως, πρόκειται για κάτι που θα χαρακτήριζε η ίδια περισσότερο ως λεύκωμα, το οποίο ασχολείται κυρίως με τα γεγονότα και τις εξελίξεις που επέτρεψαν να πραγματοποιηθεί η πανηγυρική είσοδος του ελληνικού στρατού στην Κομοτηνή και, συνακόλουθα, η οριστική απελευθέρωση της Θράκης.

Το λεύκωμα συνοδεύεται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό με παλιές φωτογραφίες της Κομοτηνής από το αρχείο του Κώστα Κατσιμίγα και του Χρήστου Χατζηπέμου, με σατυρικές γκραβούρες και αποκόμματα εφημερίδων της εποχής, αλλά και με παραθέματα από άλλους συγγραφείς που αφορούν τη Θράκη και το Θρακικό Ζήτημα.

Η συγγραφέας ασχολείται στην εισαγωγή του βιβλίου με το θέμα των εθνικών επετείων, όπου και μας γνωστοποιεί την ιστορία της συγκεκριμένης επετείου της απελευθέρωσης, που καθιερώθηκε το 1954 και θεσμοθετήθηκε ως «Ελευθέρια» από το 1962, καθώς το θέμα της «δημόσιας ιστορίας» στη σύγχρονη εποχή όπως αυτή προβάλλεται μέσω των ΜΜΕ. Κατόπιν, καταπιάνεται με ζητήματα ορολογίας και μεθοδολογίας, βρίσκοντας την αρχή του μίτου των γεγονότων του 1920 στο αποκαλούμενο «Ανατολικό Ζήτημα», το οποίο ανέκυψε σχετικά με την τύχη της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα.

Το Θρακικό Ζήτημα, όπως άλλωστε και το Μακεδονικό, το Ηπειρωτικό, το Κυπριακό και το Κρητικό, υπήρξε επιμέρους κομμάτι του, αφού όλες αυτές οι γεωγραφικές περιοχές αποτελούσαν τμήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον 18ο αιώνα και κυρίως κατά τον 19ο και τον 20ό αι., τότε που το Ανατολικό Ζήτημα γνώρισε εξάρσεις που απαιτούσαν την άμεση λύση του.

Σημειώνει επίσης η κ. Βόγλη ότι η διαδικασία οικοδόμησης του νεοελληνικού κράτους υπήρξε εκείνη με τη μεγαλύτερη διάρκεια απ’ όλα τα νεωτερικά κράτη στον ευρωπαϊκό χώρο. Επόμενος σταθμός στην περιήγηση των ατραπών της Ιστορίας είναι το κίνημα του πανσλαβισμού, που, ωθώντας τη δημιουργία του σύγχρονου βουλγαρικού κράτους, προκάλεσε την κρίση του Ανατολικού Ζητήματος τη δεκαετία του 1870 και μετατόπισε το ενδιαφέρον τόσο του μικρού ελληνικού κράτους όσο και των ευρωπαϊκών δυνάμεων στη Μακεδονία και τη Θράκη.

Στη συνέχεια, η συγγραφέας αναλύει τους εντεινόμενους ανταγωνισμούς των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων της εποχής στην περιοχή, ήτοι το δόγμα ανάσχεσης της ρωσικής επέκτασης στα Βαλκάνια της Βρετανικής Αυτοκρατορίας μέσω της διατήρησης της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς και τις αξιώσεις που έτρεφαν η Γερμανία, η Αυστροουγγαρία και η Γαλλία για την Ανατολική Μεσόγειο την ίδια περίοδο.

Σε όλα αυτά η Ελλάδα ήταν τότε ένας απλός εξωτερικός  παρατηρητής, ενώ περαιτέρω ένταση προκλήθηκε στην περιοχή με την αυθαίρετη προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας από τη Βουλγαρία το 1885. Η συγγραφέας υπογραμμίζει επίσης ότι τόσο το Κρητικό όσο και το Μακεδονικό Ζήτημα λειτούργησαν ανταγωνιστικά ως προς το Θρακικό καθ’ όλο το τέλος του 19ου και την αρχή του 20ού αιώνα, σε ό,τι αφορούσε τη διεκδίκηση νέων περιοχών όπου κατοικούσαν Έλληνες από το ελληνικό κράτος.

Τελικώς, οι Έλληνες πολιτικοί προσανατολίστηκαν σε μία οικονομική ένωση των περιοχών αυτών με το ελληνικό κράτος, ενώ από τα τέλη του 19ου αιώνα παρατηρείται ένα εντεινόμενο και ολοένα διογκούμενο ενδιαφέρον για την περιοχή της Θράκης στους φιλολογικούς κύκλους των Αθηνών, αναμφίβολα και με τη συμβολή του λογίου Ίωνα Δραγούμη. Τότε, έλαβαν χώρα πολλές συζητήσεις σχετικά με το τι ακριβώς σήμαινε για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος ο όρος «βόρεια Ελλάδα» και «βόρειες επαρχίες».

Ο ατυχής για την Ελλάδα ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 και το κίνημα των Νεοτούρκων το 1908 δίνουν νέα ώθηση στο όλο ζήτημα, πριν τελικά οι δύο Βαλκανικοί πόλεμοι και ο Πρώτος Παγκόσμιος καταφέρουν να αποδώσουν τελικά τη Θράκη στους Έλληνες, μετά από πολλές περιπέτειες, και αφού προηγηθεί η κατάληψη της Δυτικής Θράκης από τους Βουλγάρους και η μαζική φυγή των Ελλήνων κατοίκων της περιοχής, από το 1912 και μετά.

Τελικά, χάρη στην προέλαση του ελληνικού στρατού και τις παρεμβάσεις των Συμμάχων, η Θράκη θα γίνει οριστικά ελληνική το 1920, όμως το ζήτημα της Μείζονος Θράκης θα παραμείνει σε εκκρεμότητα ως τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη συνθήκη της Λωζάννης το 1922-1923, οπότε και η Ανατολική Θράκη χάνεται οριστικά για τους Έλληνες.

Στο σύνολό του, το βιβλίο, πρόκειται για ένα πόνημα που επιδιώκει να φωτίσει ορισμένες άγνωστες πλευρές του Θρακικού Ζητήματος και, κυρίως, την πορεία που αυτό γνώρισε κατά τους δύο τελευταίους αιώνες. Αναμφίβολα θα ήταν σώφρον να διαβαστεί απ’ όλους όσοι κατοικούν σήμερα στην άλλοτε αποκαλούμενη «Γκιουμουλτζίνα», αφού η γνώση της τοπικής μας ιστορίας είναι κομμάτι εξίσου σημαντικό με τη γνώση της ιστορίας της χώρας μας.

πηγή paratiritis-news.gr και xronos.gr

Σχετικά Άρθρα