slider Αγροτικά Τελευταία Νέα

Μην γίνεις γιε μου μελισσάς… Γράφει ο Χρήστος Αλεξανδρίδης

Είναι γεγονός, πως οι μελισσοκόμοι ολοένα και αυξάνονται. Πλέον σε κάθε γειτονιά, υπάρχει και ένας μελισσάς. Άραγε αυτό θα βλάψει ή θα ωφελήσει το μέσο Έλληνα μελισσοκόμο και τον κλάδο εν γένει; Οι περισσότεροι πιστεύουν πως μάλλον θα τον βλάψει, καθώς το μέλι περισσεύει και μοιραία πέφτει η τιμή του. Ας εξετάσουμε το θέμα με αριθμούς, ώστε να δούμε αν ο κλάδος έχει πράγματι κορεστεί ή αν ακόμα υπάρχει χώρος για νέους ανθρώπους που θέλουν να παράξουν.

 

Το 1995 η συνολική παραγωγή μελιού στην Ελλάδα ανέρχετο σε 14.000 τόνους, όταν όλης της Ευρώπης έφτανε τους 120.000. Βρισκόμασταν δηλαδή περίπου στο 12% της συνολικής Ευρωπαϊκής παραγωγής. Μία δεκαετία αργότερα, το 2005, η παραγωγή της χώρας μας έφτασε τους 16.000 τόνους, ενώ είκοσι χρόνια μετά, το 2015 άγγιξε τους 22.500. Αυτή η αύξηση λοιπόν οφείλεται στη ραγδαία αύξηση των μελισσοκόμων;

 

Όχι! Ο συνολικός αριθμός των κυψελών στην Ελλάδα για το έτος 2016 έφτασε το 1.584.000, όταν το 2002 ήταν 1.380.000. Άρα ουσιαστικά χωρίς σημαντική αύξηση των ελληνικών κυψελών, η παραγωγή μας σχεδόν διπλασιάστηκε. Η αύξηση αυτή προφανώς και οφείλεται στην εξέλιξη της μελισσοκομίας σε διεθνές επίπεδο. Με περισσότερες γνώσεις και καλύτερα εργαλεία, παράγουμε σχεδόν τη διπλάσια ποσότητα χωρίς να αυξηθούν ιδιαίτερα οι κυψέλες μας.

 

Που βρισκόμαστε, όμως σε σχέση με την παραγωγή της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής Ένωσης; Τα επίσημα στοιχεία του 2015 υπολογίζουν την παραγωγή της στους 268.000 τόνους. Άρα από το 12% πέσαμε μετά από δύο δεκαετίες στο 8% της Ευρωπαϊκής παραγωγής. Με άλλα λόγια μας λείπουν ακόμα 10.000 τόνοι για να βρισκόμαστε στο ίδιο ποσοστό που βρισκόμασταν το 1995.

 

Τα παραπάνω είναι χρήσιμα για να εξάγουμε συμπέρασμα για το αν και κατά πόσο ο κλάδος έχει κορεστεί ή όχι. Το γεγονός είναι όμως, πως σε απόλυτο αριθμό οι τόνοι αυξήθηκαν. Μήπως έτσι δικαιολογείται η άποψη πως η τιμή του ελληνικού μελιού πέφτει λόγω της αυξημένης παραγωγής; Όπως γνωρίζουμε όλοι, η τιμή καθορίζεται κυρίως από την ζήτηση ενός προϊόντος και γεγονός είναι πως τα ευρωπαϊκά μέλια με αιχμή του δόρατος το ελληνικό βρίσκονται πολύ ψηλά σε ζήτηση σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

Το μέλι που παράγουμε όχι απλά δεν φτάνει για να καλύψει τις ανάγκες της διεθνούς αγοράς, αλλά δεν καλύπτει ούτε τις δικές μας. Εν συνόλω, η Ευρώπη παρόλο που είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός μελιού μετά την Κίνα, καταναλώνει περισσότερο μέλι από όσο παράγει. Η χώρα μας που είναι αναγνωρισμένη σε όλο τον κόσμο για την ποιότητα του μελιού της, εξακολουθεί να εισάγει μέλια πολύ κατώτερης ποιότητας και διατροφικής αξίας. Το συγκεκριμένο θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό και πρέπει να εξεταστεί εκτενέστερα.

 

Το πρόβλημά μας λοιπόν, δεν είναι η αύξηση της παραγωγής, αλλά η μείωσή της. Αυτό συμβαίνει γιατί οι μελισσοκόμοι αυξάνονται μεν αλλά μειώνεται η δυναμική του καθενός, σε μελισσοσμήνη και εγκαταστάσεις. Πως θα μπορούσε άλλωστε να συμβαίνει κάτι διαφορετικό, όταν το ασφαλιστικό με 27% και η φορολογία με 22% υφαρπάζουν το κέρδος τους και άρα συνθλίβουν την παραγωγική δυναμική τους.

 

Μοναδική ίσως διέξοδος είναι η οργάνωση σε μικρές ομάδες παραγωγών, ώστε να μπορέσουν μόνοι τους να εξάγουν τα προϊόντα τους σε αγορές του εξωτερικού, που έχουν μεγάλες ελλείψεις και διατηρούν ακόμα σχετικά υψηλές τιμές. Τελικά αυτή η αύξηση των παραγωγών ίσως να είναι η τελευταία ελπίδα σωτηρίας του κλάδου και όχι η καταδίκη του.

 

Χρήστος Αλεξανδρίδης

Μαθηματικός – Μελισσοκόμος

Σχετικά Άρθρα