Όσο περνάει ο καιρός πυκνώνουν οι φίλοι, σύντροφοι από το ΠΑΣΟΚ αλλά και από χώρους αριστερά του ΠΑΣΟΚ, που με ρωτάνε: “Γιατί τόσο πάθος στα όρια του φανατισμού με τον Γιώργο Παπανδρέου; Γιατί θεωρείς προσωπική σου υπόθεση την υπεράσπισή του, γιατί τα χρεώνεσαι όλα αυτά δημόσια, γιατί δεν κρατάς αποστάσεις, γιατί δεν κρατάς ισορροπίες, γιατί μπαίνεις στο κάδρο, γιατί υπερασπίζεσαι χαμένες υποθέσεις; Άλλαξαν οι καιροί, μου ψιθυρίζουν, άλλαξε το τοπίο, γνωριζόμαστε, έλα να συμπορευτούμε, στον ίδιο χώρο με μας ανήκεις.”
Η αλήθεια είναι όμως ότι κι εγώ δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν με καταλαβαίνουν. Είναι οι πρώτοι που θα έπρεπε να καταλάβουν πρώτα γιατί με ξέρουν και έπειτα γιατί μιλάνε στο όνομα της αριστεράς…
Έχω ομολογήσει σε ανύποπτο χρόνο ότι οι άνθρωποι που με σημάδεψαν πολιτικά σε καθοριστικό βαθμό από τα μαθητικά μου χρόνια μέχρι σήμερα ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κώστας Λαλιώτης και ο Αντώνης Καρράς. Δεν έχω μετανιώσει γι αυτό, αντιθέτως αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για την δυνατότητα που είχα στη ζωή μου να συμπορευτώ μαζί τους σε δύσκολες στιγμές. Γιατί είναι οι δύσκολες, οι κρίσιμες στιγμές που σφυρηλατούν σχέσεις και αναδεικνύουν ποιότητες και αξίες. Κοινός τόπος αυτών των τριών πολλαπλά διαφορετικών προσωπικοτήτων ήταν η απόλυτη πίστη και εμμονή να υπηρετούν τις αρχές και τις αξίες τους. Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς δεύτερες σκέψεις ακόμα κι όταν ξεσπούσε θύελλα εναντίον τους, ακόμα κι όταν ήταν σχεδόν μόνοι τους απέναντι στα γνωστά διαχρονικά συμφέροντα που επιχείρησαν με διάφορους τρόπους να τους ισοπεδώσουν ηθικά και πολιτικά. Και είναι αυτός ο κοινός τόπος μαγνήτης ακατάλυτος για όποιον βέβαια θέλει να μαγνητίζεται από τέτοιες συμπεριφορές και στάσεις ζωής.
Ο χρόνος αποτελεί την ασφαλέστερη και την πλέον αδιαμφισβήτητη πιστοποίηση της αλήθειας. Δεκαετίες πέρασαν και έζησα σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο πολλά. Άλλα ήταν μικρά και ασήμαντα, κάποια συγκλονιστικά και καθοριστικά. Είχα διαφωνίες πολιτικές κατά καιρούς με τον Κώστα Λαλιώτη και τον Αντώνη Καρρά, έχω συμμετάσχει σε φράξιες στην νομαρχιακή της Αθήνας εναντίον της απόφασης του Ανδρέα Παπανδρέου για τον υποψήφιο δήμαρχο της Αθήνας. Ποτέ όμως όλα αυτά τα χρόνια δεν υπήρξε απόπειρα από τον Κώστα Λαλιώτη ή τον Αντώνη να επηρεάσουν την άποψή μου, να περάσουν «γραμμή», να ζητήσουν κάτι. Σεβάστηκαν απόλυτα το δικαίωμα στην αυτόνομη σκέψη, έκφραση και δράση. Κι αυτό είναι ο δεύτερος σημαντικός μαγνήτης που με μαγνήτισε για πάντα. Γιατί οι σχέσεις μας δεν ήταν «δημόσιες σχέσεις» αλλά σχέσεις ζωής. Δεν έτρεξα ποτέ να φωτογραφηθώ μαζί τους για να έχω προίκα για δημοσιεύσεις βιογραφικών γιατί οι σημαντικότερες φωτογραφίες είναι οι φωτογραφίες ψυχής, και τέτοιες έχω πολλές μαζί τους.
Με τον Γιώργο Παπανδρέου δεν έχω προσωπικές σχέσεις κι ας είναι εκείνος που μαζί με τον Μπασαγιάννη υπέγραψαν την αίτησή ένταξης μου στο ΠΑΣΟΚ την δεκαετία του 70. Τον έχω συναντήσει μαζί με πολλούς άλλους σε κομματικές εκδηλώσεις 7 ή 8 φορές τα τελευταία 30 χρόνια. Ο προσωπικός μας διάλογος ποτέ δεν ξεπέρασε τα 10 δευτερόλεπτα. Δεν με γνωρίζει προσωπικά, δεν αλληλογραφούμε, δεν μιλήσαμε ποτέ στο τηλέφωνο, δεν μου ζήτησε ποτέ τίποτα, δεν ζήτησα ποτέ κάτι από το γραφείο του ή τον ίδιο. Με τον Γιώργο Παπανδρέου όλα αυτά τα χρόνια που είμαι στο ΠΑΣΟΚ έχω πολλές φορές διαφωνήσει για τις πολιτικές επιλογές του. Κάποιες φορές είχα δίκιο κάποιες άλλες όχι.
Με τον Γιώργο Παπανδρέου σήμερα έχω την απόλυτη πολιτική ταύτιση και μάλιστα ερήμην του. Γιατί δεν τον ρώτησα, δεν ζήτησα την άδεια ή την έγκρισή του και δεν προτίθεμαι να το κάνω. Γιατί ο πυρήνας της πολιτικής του για τη δημοκρατία, τη χώρα, την κοινωνική δικαιοσύνη, την Ευρώπη με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Γιατί πολύ περισσότερο αυτή η πολιτική τοποθέτηση του έχει μεταβληθεί πια σε σύγκρουση. Σύγκρουση με όλα αυτά και όλους εκείνους που με μικρά διαλλείματα κρατάνε σε ομηρία και οπισθοδρόμηση την πατρίδα. Και η σύγκρουση έχει πάρει πια χαρακτηριστικά ολοκληρωτικά.
Οι συσχετισμοί είναι δεδομένοι, ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε την επιλογή του και συγκρούεται με δυνάμεις και μέσα που μοιάζουν και είναι παντοδύναμα. Το κάνει με κόστος, κόστος πολιτικό, προσωπικό, οικογενειακό. Παρακολουθούμε όλοι και όλες τι γίνεται καθημερινά, βρίζουν και απειλούν και χλευάζουν και διασύρουν τον ίδιο, τους συνεργάτες του, τα παιδιά του, την οικογένειά του. Θέλουν να τον δουν στα γόνατα, αιχμάλωτο και παραδομένο οριστικά.
Υπάρχουν πολλοί, πάρα πολλοί που μέσα στην σύγχυση που φέρνει πάντα η κρίση και τα αποτελέσματά της, ανεργία, φτώχεια, αδιέξοδα προσωπικά και οικογενειακά αδυνατούν να δουν την κύρια αντίθεση της συγκυρίας. Το κατανοώ και το σέβομαι απόλυτα.
Υπάρχουν όμως και κάποιοι άλλοι που ενώ και ξέρουν και βλέπουν παριστάνουν τις παρθενογεννημένες νεράιδες που ανακαλύπτουν την Αμερική. Τηρούν αποστάσεις, ανακαλύπτουν ξαφνικά τον «ορθό πολιτικό λόγο», προτάσσουν την «ευπρέπεια», τον ευνουχισμένο πολιτικό λόγο των τηλεοπτικών παραθύρων. Ζητάνε χρόνο για να δουν που θα κάτσει η μπίλια για να πάρουν θέση. Πιστοί αντιγραφείς της πολιτικής του Βατικανού απέναντι στους ναζί. Παρουσιάζονται ως «ουδέτεροι» ενώ ξέρουν ότι η στάση τους εξυπηρετεί απόλυτα τους νταβατζήδες της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής της πατρίδας. Κι αυτό είναι το χειρότερο είδος Νενεκων διαχρονικά και διαπαραταξιακά. Αποτελούν οι τύποι αυτοί ότι πιο σάπιο και οπισθοδρομικό μπορεί να γεννήσει μια κοινωνία. Κι αυτούς τους έχω αδιαπραγμάτευτα απέναντί μου. Πάντα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου με πίστη και εμμονή υπηρετεί τις αρχές και τις αξίες του. Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς δεύτερες σκέψεις παρά τη θύελλα που έχει ξεσπάσει εδώ και καιρό εναντίον του, παρά το γεγονός ότι είναι σχεδόν μόνος του απέναντι στα γνωστά διαχρονικά συμφέροντα που επιχειρούν με διάφορους τρόπους και πρωτοφανές μίσος να τον ισοπεδώσουν ηθικά και πολιτικά. Και είναι αυτή η στάση του μαγνήτης ακατάλυτος για όποιον βέβαια θέλει να μαγνητίζεται από τέτοιες συμπεριφορές και στάσεις ζωής.
Στην σύγκρουση αυτή παίρνω θέση, καθαρή και αδιαπραγμάτευτη. Μαγνητίστηκα. Και μετά τους «βαρεμένους», τους «ψεκασμένους», τους «αλήτες», τους «φανατικούς», προσθέστε ακόμα μια κατηγορία τους μαγνητισμένους. Δεν ξέρετε πόσο αδιαφορώ για τους χαρακτηρισμούς.
Αυτόνομος, χωρίς επικοινωνία με στρατηγεία που δεν υπάρχουν, αντάρτης στις γραμμές του εχθρού της δημοκρατίας, της ζωής της δικής μας και των παιδιών μας θα δώσω τη μάχη για να μην πέσει η σημαία της ελπίδας για την δημοκρατία και την αλήθεια.
Και τη μάχη τη δίνω όπως πάντα με όρους κανονικού ανθρώπου, δηλαδή σε σχέση με αυτό που πραγματικά είμαι χωρίς φτιασιδώματα και εξωραϊσμούς. Θέλω να πω για να είμαι καθαρός ότι στις αλήτικες συμπεριφορές απαντάω αναλόγως.
Οι συσχετισμοί είναι σε βάρος μας το ξέρω. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά.
Άλλωστε στη ζωή μου τίποτα άλλο δεν επιζήτησα παρά τη δυνατότητα να κοιτάω τον κόσμο και το παιδί μου στα μάτια.