Γενική

ΘΑΝΑΣΗ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ: «ΓΙΑΤΙ Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΜΕΡΑ … ΑΡΓΙΑΣ»

Συνηθίζω να θεωρώ κάποιες ημέρες ‘αργίας’ ως ημέρες ‘υποχρεωτικής εργασίας’. Δεν απευθύνομαι στο υπουργείο Παιδείας, με τούτη την παρατήρηση μα στους/στις εκπαιδευτικούς και στους μαθητές/μαθήτριες εννοώντας ότι τούτες ακριβώς τις ημέρες πρέπει να ‘εργαζόμαστε’ περισσότερο. Μια τέτοια ημέρα είναι των Τριών Ιεραρχών- Ημέρα των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Θα τεκμηριώσω την άποψή μου, χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από δύο κείμενά μου, σχετικά πρόσφατα.
«Παιδεία, από την αρχή…»
[Κείμενο ομιλίας, που πραγματοποιήθηκε στις 26/1/2013, στο Σύλλογο Ποντίων Ν. Ξάνθης]
Είναι επίκαιρο, λόγω της γιορτής των Τριών Ιεραρχών, να αναφέρουμε τι σημειώνουν για την παιδεία και την εκπαίδευση ο Μέγας Βασίλειος, ο Ιωάννης Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, πατέρες σημαντικοί του 4ου μεταχριστιανικού αιώνα, ριζοσπαστικά πνεύματα.
Η παιδεία κατά τους Τρεις Ιεράρχες πρέπει να αποτελεί δρόμο απελευθέρωσης προσωπικής και κοινωνικής, όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας. Ο Χρυσόστομος θεωρεί ότι πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δασκάλου- μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού. Ο καλός δάσκαλος είναι ταπεινός, έχει συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του, γνωρίζει καλά ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία. Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα, να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του, να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος, να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. Οι δάσκαλοι δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί αλλά φιλόστοργοι, περισσότερο από τους φυσικούς πατέρες.
Τα βασικά στοιχεία της παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Απαιτείται διάλογος, η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι στην υπηρεσία του συστήματος. Έτσι η παιδεία δεν πρέπει να αποβλέπει στην παραγωγικότητα ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη των μυστηρίων της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη μεταμόρφωσή τους.
  Είναι σαφές ότι η παιδεία στις μέρες μας πολύ απέχει από τις παραπάνω προδιαγραφές. Όπως παρατηρεί ο Χρήστος Γιανναράς, όσοι κάνουν σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει «η κατά κεφαλήν καλλιέργεια, αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». Από πρόσφατες έρευνες ξέρουμε ότι από τους έλληνες νέους 15-18 ετών το 20% υποφέρει από κατάθλιψη – οι νέες σε ποσοστό 30%. Εξάλλου, οι γονείς των μαθητών/μαθητριών του Δημοτικού σε ποσοστό 97% απαιτούν από τα παιδιά τους να αριστεύουν.
Ποιος, τέλος πάντων, νοιάζεται για την ψυχή των παιδιών και των εφήβων;
Θέλουμε να βγαίνει η ύλη, να περνούμε, να βολευτούμε και να βολέψουμε. Για τι είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε κάτι;
«Αυτός που δεν είναι έτοιμος να πεθάνει για κάτι, δεν αξίζει να ζει», έλεγε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Αυτό που δίδαξε με την πράξη του ο Τηλέμαχος Τσιμιρίκας.
Σε ποιο σχολείο το διδάχτηκε;
Γι’ αυτό λέμε : Παιδεία, από την αρχή.
«Πολιτικές απόψεις των Πατέρων του 4ου αι. μ.Χ.
και η σημερινή πραγματικότητα»
[Εισήγηση στο τμήμα Ιστορίας- Πολιτισμού Θράκης, του Ίδρυματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, 30/1/2012]
Στις μέρες μας, καθώς ψάχνουμε- εννοείται- λύσεις στα προβλήματά μας καλό είναι να ‘βουτήξουμε’ στις πολιτικές απόψεις των πατέρων του 4ου μεταχριστιανικού αιώνα, κυρίως του Μεγάλου Βασιλείου, του Ιωάννου Χρυσοστόμου και του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού. Για να σας προϊδεάσω, ας πω ότι κάποιοι στη Δύση φτάνουν στο σημείο να τους θεωρούν πρώιμους ‘κομμουνιστές’. Ας βάλουμε, όμως, τα πράγματα σε μια σειρά ιστορική και λογική.
Πιστεύουν οι πατέρες του 4ου μ.Χ. αιώνα πως η εξουσία δεν πρέπει να χρησιμοποιεί βία, ούτε να επιβάλλεται θανατική ποινή. Ο Θεός δίνει το ξίφος στον άρχοντα μόνο ως απειλή όχι για να το χρησιμοποιεί. Όταν παραδώσουν την εξουσία στο Θεό απόπου την παρέλαβαν, το ξίφος πρέπει να είναι καθαρό.
«Άρχοντες αρχόντων εισίν οι νόμοι» διατρανώνει ο Ιωάννης Χρυσόστομος. Κάθε εξουσία πρέπει να ασκείται στα πλαίσια των καθορισμένων ορίων, η μία εξουσία δεν πρέπει να υπεισέρχεται στα όρια της άλλης. Και όταν οι άρχοντες αποδειχθούν ανίκανοι, ακατάλληλοι, επίορκοι, ο λαός έχει το δικαίωμα να τους διώξει. Στο Βυζάντιο, σημειώνει ο ιστορικός Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, ο λαός ασκούσε το δικαίωμα της αντιστάσεως έναντι των ηγετών του.
Οι πολιτικές θέσεις του Βασιλείου, Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου είναι αποκαλυπτικές και επίκαιρες. Συγκεκριμένα γράφει ο τελευταίος πατέρας:
«Οι κοινωνικές ανισότητες δεν είναι θέλημα θεού, ο θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο (…) Με την πτώση θρυμματίστηκε η αρχική ενότητα και ισοτιμία μεταξύ των ανθρώπων, οι θρασύτεροι με τη βοήθεια του πολιτικού νόμου, τον οποίο κατέστησαν όργανο καταδυναστεύσεως, επιβλήθηκαν στους ασθενέστερους και έτσι οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους και σε πολλές άλλες κατηγορίες. Εμείς, όμως, σαν χριστιανοί οφείλουμε να αποβλέπουμε και να τείνουμε στην αρχική ενότητα και όχι στην κατοπινή διαίρεση, στο νόμο του Θεού και όχι στο νόμο του ισχυρού».
Ο Μέγας Βασίλειος αναφέρεται στην αδικία των δυνατών σε βάρος των κοινωνικά αδυνάτων, υποστηρίζοντας ότι «συνήθως χαρακτηρίζονται κλέφτες αυτοί που κλέβουν πορτοφόλια από τα λουτρά. Δεν είναι όμως αυτοί οι πραγματικοί κλέφτες (…) αλλά κάποιοι που αποτελούν τις πολιτικές αρχές πόλεων και εθνών, άλλα αφαιρούν κρυφά, άλλα παίρνουν φανερά με τη βία (…) Κοινωνοί της κλοπής όμως γίνονται κι αυτοί που θεωρούνται άρχοντες της Εκκλησίας, όταν παίρνουν απ’ αυτούς χρήματα».
Ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρούν ότι η κοινοκτημοσύνη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος. H ισότητα και αδελφοσύνη που ευαγγελίζεται η νέα θρησκεία συνδέονται με πιο, θα λέγαμε, ανθρώπινες συνθήκες ατομικής και κοινωνικής ζωής, χωρίς τα υλικά αγαθά να παίζουν τον πρώτο ή μόνο ρόλο στη ζωή ατόμων και κοινωνιών. Η μανία του πλούτου και τα συμφέροντα των ισχυρών ευθύνονται για την κατάντια των κοινωνιών, για την πείνα και τους πολέμους. Μας θυμίζουν τις απόψεις του Θουκυδίδη, «Οι πόλεμοι γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα», «μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότερη καταδίκη των πολιτών».
Το πιο σημαντικό, όμως, σημείο είναι η θέση όλων των πατέρων του 4ου αιώνα στα θέματα ιδιοκτησίας και πλούτου. Να λάβουμε υπόψη ότι ζουν στις παρυφές της φεουδαρχικής και βέβαια της προκαπιταλιστικής εποχής, παρόλα αυτά οι διαπιστώσεις τους είναι εύστοχες και- θα υποστήριζα- προοδευτικές.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει: «Ου κελεύομεν μη πλουτείν, αλλά κακώς μη πλουτείν, έξεστι γαρ πλουτείν, αλλά χωρίς αρπαγής και βίας». Η ιδιοκτησία συνδέεται με τη δυνατότητα παροχής βοήθειας προς τους ενδεείς. Η ιδιοκτησία καθίσταται μέσον, διά του οποίου λαμβάνει σάρκα και οστά η αγάπη προς τον πλησίον. Λέγει ο Βασίλειος«πένης εστίν ο των πολλών ενδεής. Πολλών δε ημάς ενδεείς ποιεί το της επιθυμίας ακόρεστον». Να ανακεφαλαιώσουμε δύο συμπεράσματα που απορρέουν από τις παραπάνω γενικές διατυπώσεις- διαπιστώσεις.
1) Η ιδιοκτησία γενικά απορρίπτεται «Κοινωνίαν γαρ βίου τελειοτάτην εγώ καλώ, εν η κτήσεως μεν ιδιότης εξώρισται, γνώμης δε εναντίωσις απελήλαται».
2) Η ιδιοκτησία και ο πλούτος εξαρτώνται από τη χρήση. Ο κύριος πράγματος απλώς  «οικονόμος εστί των παρά θεού», «και γαρ ουδέν έχεις σον, ου χρήματα, ου λόγον. Το δε εμόν και το σον, τούτο ρήματά εστι ψιλά. Η δε χρήσις ση, αλλά και αύτη άδηλος».
Ηθικά και κοινωνικά κριτήρια / όρια παίζουν κυρίαρχο ρόλο στα θέματα που δημιουργούν την αδικία και την ανισότητα στην ανθρώπινη παρουσία.
Πόσο καλύτερος θα ήταν ο άνθρωπος και ο κόσμος, αν έπαιρνε υπόψη τις απόψεις ‘ανοιχτών’ μυαλών- έστω αρχαίων;

Σχετικά Άρθρα