Γενική

Υπέρταση: Ένας σιωπηλός κίνδυνος


Τι πρέπει να κάνουμε

Γράφει ο Βασίλειος Παπαδόπουλος – ιατρός ειδικός παθολόγος & μοριακός βιολόγος

Οι μισοί περίπου από τους ενήλικες Έλληνες εκτιμάται ότι εμφανίζουν αρτηριακή υπέρταση και το ποσοστό αυτό αυξάνεται όσο γηράσκει ο πληθυσμός. Από αυτούς, το 1/3 λαμβάνει αγωγή και ρυθμίζεται, το 1/3 λαμβάνει αγωγή αλλά χωρίς να ρυθμίζεται ενώ το τελευταίο 1/3 δε λαμβάνει καθόλου αγωγή διότι απλά δεν το γνωρίζει (στην πλειοψηφία) ή αν το γνωρίζει πιστεύει ότι δεν του χρειάζονται φάρμακα (ευτυχώς μειοψηφία).
Το πρόβλημα της αρτηριακής υπέρτασης διογκώνεται συνεχώς περισσότερο. Και αυτό δεν είναι τυχαίο καθώς η αρτηριακή υπέρταση εμπλέκεται με δύο άλλες ύπουλες νόσους, το σακχαρώδη διαβήτη και την υπερλιπιδαιμία/δυσλιπιδαιμία. Ειδικά στους παχύσαρκους, που ξεπερνάν πλέον το 25% του ελληνικού πληθυσμού με αυξητικές τάσεις, η αρτηριακή υπέρταση ουσιαστικά αποτελεί μία συνιστώσα του λεγόμενου μεταβολικού συνδρόμου (παχυσαρκία, διαταραχή στο μεταβολισμό της γλυκόζης ή σακχαρώδης διαβήτης, αύξηση της αρτηριακής πίεσης ή αρτηριακή υπέρτασης και διαταραχές στα λιπίδια – κυρίως υπερτριγλυκεριδαιμία και χαμηλή HDL – «καλή» χοληστερίνη).
Σε σπάνιες περιπτώσεις η αρτηριακή υπέρταση μπορεί να οφείλεται σε κάποια νόσο. Οι συνηθέστερες είναι παρεγχυματικές και αγγειακές παθήσεις των νεφρών, ενδοκρινείς όγκοι (π.χ. φαιοχρωμοκύττωμα), πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός κ.λ.π. Πρόπειται για τη λεγόμενη δευτεροπαθή υπέρταση, που συναντάται σε ποσοστό περίπου 5%, για την οποία συνήθως προτείνονται και άλλοι θεραπευτικοί χειρισμοί εκτός από τα φάρμακα (stent στις νεφρικές, χειρουργική αφαίρεση νεοπλασμάτων κ.λ.π.).
Ο υπερτασικός ασθενής, εκτός από μία σωστή διάγνωση και οριοθέτηση του προβλήματός του, χρειάζεται:
– Την κατάλληλη δίαιτα (περιορισμός νατρίου με επικέντρωση στο μαγειρικό αλάτι, αυξημένη πρόσληψη καλίου με τη μορφή φρούτων και λαχανικών, περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ σε 2 μερίδες την ημέρα, χαμηλή πρόσληψη ζωικών κυρίως λιπαρών κ.λ.π.),
– Την κατάλληλη τροποποίηση των συνηθειών της ζωής (άσκηση κυρίως σε αεροβικές συνθήκες όπως π.χ. περπάτημα στα όρια του λαχανιάσματος για 20’ τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα τουλάχιστον ή εναλλακτικά ποδήλατο ή κολύμπι κ.λ.π., απώλεια βάρους με ελάττωση των προσλαμβανόμενων θερμίδων ειδικά τις βραδινές ώρες και διακοπή του καπνίσματος καθώς κάθε τσιγάρο δημιουργεί μία αιχμή στην αρτηριακή πίεση που διαρκεί 20 λεπτά περίπου),
– Την κατάλληλη αγωγή ανάλογα με τις συνυπάρχουσες παθήσεις και τις εργαστηριακές εξετάσεις. Ορισμένα από τα κυκλοφορούντα αντιυπερτασικά φάρμακα έχουν πιο ευνοϊκή δράση σε συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών και ορισμένα αντενδείκνυνται εντελώς.
– Την κατάλληλη ιατρική παρακολούθηση και παρέμβαση όπου αυτό απαιτείται. Μην ξεχνάτε ότι δε φτάνει να μάθουμε ότι είμαστε υπερτασικοί, αλλά πρέπει και να ρυθμίζουμε την πίεσή μας. Είναι κρίμα να παίρνουμε φάρμακα και να μην πιάνουμε το στόχο μας.
Οι περιπτώσεις αρτηριακής υπέρτασης που δε ρυθμίζονται αν τηρηθούν οι πιο πάνω προϋποθέσεις είναι ελάχιστες. Να γνωρίζετε ότι υπάρχουν περίπου 850 αντιυπερτασικά σκευάσματα και κάποιο ή κάποια από αυτά είναι σίγουρα κατάλληλο για σας. Αυτό είναι και η ευθύνη του γιατρού σας.
Τι γίνεται αν αγνοήσουμε την υπέρταση;
Ως αποτέλεσμα έχουμε δια μέσου της διαδικασίας της αθηρογένεσης βλάβες στο ενδοθήλιο των αγγείων, γεγονός που οδηγεί σε καρδιαγγειακά συμβάματα (εμφράγματα, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, περιφερική αγγειακή νόσο κ.λ.π.). Μπορείτε να δείτε στο γράφημα που ακολουθεί πως επηρεάζεται το ποσοστό εμφάνισης καρδιαγγειακών συμπτωμάτων ανάλογα με το ύψος της αρτηριακής πίεσης μέσα στο εύρος του φυσιολογικού. Έτσι είναι χαρακτηριστικό ότι η άνοδος του καρδιαγγειακού κινδύνου σημειώνεται ακόμη από περιοχές «φυσιολογικής» και «υψηλής φυσιολογικής» αρτηριακής πίεσης σε σχέση με την «ιδεατή» αρτηριακή πίεση.
Ποιος πρέπει να είναι όμως ο στόχος;
Γενικά η αρτηριακή πίεση των ενηλίκων θα πρέπει να είναι κάτω από 140 mmHg η συστολική (μεγάλη) και 90 μμHg η διαστολική (μικρή ή της καρδιάς). Αν κάποιος είναι διαβητικός οι αντίστοιχες τιμές είναι 130 και 80. Αν δε πρόκειται για διαβητικό με νεφροπάθεια τότε πλοέον τα όρια είναι 125 και 75. Τα όρια κατεβαίνουν για να αντισταθμίσουν τον αυξημένο κίνδυνο αγγειοπάθειας στον οποίο είναι εκτεθειμένα τα άτομα με διαβήτη.

Σχετικά Άρθρα