του Θανάση Μουσόπουλου
5
Τρίτος κλάδος της φιλοσοφίας είναι η αισθητική. Τα προβλήματα της αισθητικής φιλοσοφίας απασχολούν τους ανθρώπους εδώ και είκοσι πέντε περίπου αιώνες. Τόσο το ωραίο όσο και η Τέχνη αντιμετωπίστηκαν με διάφορους τρόπους. Ο Όρος «Αισθητική» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Γερμανό Αλεξάντρ Μπάουμγκαρντεν, «Αισθητική» (1750—1758), ο οποίος με το έργο του αυτό συνέβαλε στο να αναγνωριστεί η αισθητική σαν ένας ξεχωριστός φιλοσοφικός κλάδος που θα ασχολείται με τη φύση της ομορφιάς και της τέχνης. Ο όρος «αισθητική» παράγεται από την «αίσθηση», την εμπειρία που προέρχεται από το «αισθάνομαι», αντιλαμβάνομαι, είναι η αίσθηση που προσλαμβάνουμε μέσω των αισθήσεων.
Τα κλασικά χρόνια οι πυθαγόρειοι, ο Ηράκλειτος και ο Δημόκριτος, οι σοφιστές, όπως ο Γοργίας, και ο Σωκράτης συνιστούν τις διαφορετικές κατευθύνσεις της φιλοσοφικής σκέψης. Αναπτύχθηκαν, λοιπόν , τρεις θεωρίες για το «ωραίο»: η μαθηματική θεωρία των πυθαγορείων, σύμφωνα με την οποία η ομορφιά εξαρτάται από το μέτρο, την αναλογία,
το ρυθμό και την αρμονία, η υποκειμενική θεωρία των σοφιστών, σύμφωνα με την οποία η ομορφιά επαφίεται στην ευχαρίστηση της όρασης και της ακοής, και η λειτουργιστική θεωρία του Σωκράτη, κατά την οποία η ομορφιά των πραγμάτων προκύπτει από την καταλληλότητά τους για τη λειτουργία για την οποία κατασκευάστηκαν. Αν και έχουμε να κάνουμε με διαφορετικές σχολές, παρατηρούμε ότι εκφράζεται ενδιαφέρον για παρόμοια αισθητικά προβλήματα.
Η ιδεαλιστική Αισθητική του Πλάτωνα, όπως και η φιλοσοφία του στο σύνολό της, δέχτηκε την εξονυχιστική κριτική του μαθητή του Αριστοτέλη (384 -— 322 π.χ.). Ο ίδιος ο Αριστοτέλης και η κοσμοθεωρία του ταλαντεύονταν ανάμεσα στον υλισμό και τον ιδεαλισμό, κλίνοντας σε τελευταία ανάλυση προς τον ιδεαλισμό.
Το κυριότερο αισθητικό έργο του Αριστοτέλη είναι το «Περί ποιητικής». Σ’ αυτό γενικεύει την καλλιτεχνική πρακτική του καιρού του και κάπως κωδικοποιεί τους κανόνες της δημιουργίας.
Ο Αριστοτέλης, το ίδιο όπως κι οι προγενέστεροί του, αναζητεί τον αντικειμενικό νόμο του ωραίου. Όμως αντίθετα από τον Πλάτωνα, αυτός τον αναζητεί όχι στον υπεραισθητό, αλλά στον πραγματικό κόσμο. Για τον Αριστοτέλη η ομορφιά είναι αντικειμενικά υπαρκτή ποιότητα, ιδιότητα που έχουν τα ίδια τα αντικείμενα, τα πράγματα. Ο Αριστοτέλης προβάλλει και συστηματοποιεί τα γνωρίσματα του ωραίου και δημιουργεί κανονιστική Αισθητική.
Η ποίηση και ο καθαρτικός χαρακτήρας της τραγωδίας κατά τον Αριστοτέλη
Ο Πλάτωνας πρώτος ασχολήθηκε συστηματικά με την αξία της ποίησης και γενικότερα της τέχνης, όμως είχε αρνητική άποψη για την τέχνη, γιατί πίστευε ότι υποβαθμίζει την αλήθεια και υπονομεύει την αρετή. Αντίθετα ο Αριστοτέλης αναγνώρισε την αξία της, μιλώντας για το θεραπευτικό για την ψυχή μας χαρακτήρα της τραγωδίας.
Ο στόχος της τραγωδίας είναι να προσφέρει στους θεατές τη δυνατότητα να γίνουν καλύτεροι.
Αντιδιαστέλλει την τραγωδία, την ποίηση γενικότερα, προς την ιστορία που ασχολείται με το ατομικό και το μερικό, ενώ η ποίηση αποσκοπεί στην παρουσίαση του καθολικού.
Στον ορισμό της τραγωδίας, ο Αριστοτέλης μιλά για την κάθαρση. Πώς επέρχεται μέσα μας;
Ένα γεγονός που στη ζωή μας είναι ενοχλητικό, όταν γίνει αντικείμενο δημιουργίας λειτουργεί εντελώς διαφορετικά. Ένα αυτοκινητικό ατύχημα μπορεί να προκαλέσει αισθητική απόλαυση, εάν ένας συγγραφέας το αξιοποιήσει λογοτεχνικά.
Ενώ στη ζωή όλα όσα γίνονται εκδηλώνονται κατά τρόπο απρόβλεπτο και συμπτωματικό, στην ποίηση τίποτε δεν είναι τυχαίο.
Στόχος του συγγραφέα είναι με την ολοκλήρωσή του το έργο να προκαλέσει στον αναγνώστη ή στο θεατή την κάθαρση. Έχοντας διέλθει διά μέσου του ελέου και του φόβου, ο θεατής στο τέλος νοιώθει την κάθαρση.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ