Σήμερα 29-04-2015, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής των Ελλήνων έδωσε στη δημοσιότητα την τριμηνιαία έκθεσή του για την εκτέλεση του προϋπλογισμού του κράτους. Ακολουθεί μία σύνοψη των κυριότερων σημείων της έκθεσης, με ιδιαίτερη βαρύτητα στα συμπεράσματα. Περιλαμβάνονται επιλεγμένα αυτούσια τμήματα της έκθεσης, με τονισμένα από εμάς τα κύρια (και κρίσιμα) σημεία.
-Παρά τα έντονα κοινωνικά προβλήματα, στα οποία έχει γίνει εκτενής αναφορά σε προη-γούμενες εκθέσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), η οικο-νομία της χώρας παρουσίαζε σημεία ανάκαμψης το 2014. Σύμφωνα με τους ετήσιους Εθνι-κούς Λογαριασμούς, η ελληνική οικονομία το 2014, για πρώτη φορά μετά το 2007, κατέ-γραψε ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ, της τάξης του 0,8% (σε σταθερές τιμές).
-Ο εκλογικός κύκλος και η παρατεταμένη αδυναμία συμφωνίας κυβέρνησης και θεσμών, η εκκρεμότητα γύρω από τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, όπως είναι οι αμφιταλαντεύσεις σε ζητήματα έννομης τάξης (“rule of law”) και οι αντικρουόμενες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών σχετικά με το ενδεχόμενο συμφωνίας ή ρήξης, ενέτειναν την αβεβαιότητα, που με τη σειρά της προκάλεσε επενδυτική υστέρηση στην αγορά και σε συνδυασμό με αντιφατικά χαρακτηριστικά της πολιτικής της προηγούμενης κυβέρνησης, είχε ως αποτέλεσμα, ήδη από το τελευταίο τρίμηνο του 2014, την επιστροφή της οικονομίας σε υφεσιακή τροχιά. Το τελευταίο τρίμηνο του 2014 καταγράφηκαν αρνητικοί ρυθμοί μεγέθυνσης (-0,4%) σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2014 με βάση τα διαθέσιμα εποχικά διορθωμένα στοιχεί-α. Αρνητικός προβλέπεται να είναι και ο ρυθμός μεγέθυνσης το πρώτο τρίμηνο του 2015, αν και τα στοιχεία θα οριστικοποιηθούν αργότερα. Επίσης, από τα τέλη Νοεμβρίου μέχρι σήμερα οι καταθέσεις έχουν μειωθεί κατά € 26 δισ. (από 160,3 το Δεκέμβριο 2014 σε 134 τον Απρίλιο 2015).Τα ληξιπρόθεσμαχρέη προς το Δημόσιο αυξήθηκαν κατά € 3,47 δισ. το πρώτο τρίμηνο του 2015.
-Πολλά σημεία του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ μπορούσαν να περιληφθούν σε ένα αναθεωρημένο πρόγραμμα προσαρμογής ή συμφωνία-γέφυρα, ώστε να συνεχισθεί η βοήθεια προς την Ελλάδα. Είχαμε όμως επίσης υπογραμμίσει ότι άλλες εξαγγελίες (π.χ. σε ασφαλιστικό και ιδιωτικοποιήσεις) ήταν ασύμβατες με δεσμεύ-σεις της χώρας και με τη γενικότερη φιλοσοφία σε ΕΕ, ΔΝΤ και ΟΟΣΑ και ότι αυτό θα οδηγούσε σε καθυστερήσεις και εντάσεις.
-Γεγονός είναι ότι αρκετά ελληνικά αιτήματα έχουν ισχυρή αιτιολόγηση. Μεταξύ άλλων, από οικονομικής άποψης, ορθώς αμφισβητήθηκε η μετατροπή κρατικών (φυσικών) μονο-πωλίων σε ιδιωτικά μονοπώλια, όπως π.χ. είναι οι υπηρεσίες ύδρευσης πόλεων ή το δίκτυο ηλεκτρισμού. Επίσης, το «μοντέλο» των ιδιωτικοποιήσεων θα μπορούσε να αλλάξει (αρκεί να μην υπάρξουν υπερβολικές καθυστερήσεις), ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερο όφελος για την εθνική οικονομία, θέτοντας, για παράδειγμα, ρήτρες ελάχιστης επένδυσης πάνω από την τιμή πώλησης. Εξίσου αιτιολογημένες, από οικονομική άποψη, είναι οι επιφυλάξεις για τις προτεινόμενες αλλαγές μερικών εργασιακών θεσμών. Μολονότι η συζήτηση για συγκε-κριμένους θεσμούς εργασίας συνεχίζεται, νεότερες έρευνες στο ΔΝΤ (!) βρήκαν ότι η συνο-λική παραγωγικότητα της εργασίας, που είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη, δεν επηρεά-ζεται από την απορρύθμιση των αγορών εργασίας συνολικά. Γενικότερα είναι λογικό να επιδιώκουμε τροποποίηση των προτεραιοτήτων. Ως εκ τούτου η επίτευξη συμφωνίας α-παιτεί προθυμία για συμβιβασμό και των εταίρων (θεσμών).
-Στο δημοσιονομικό μέτωπο η κατάσταση είναι ασαφής. Το 2014 η χώρα εμφάνισε ένα πρωτογενές πλεόνασμα (δηλαδή πλεόνασμα εσόδων έναντι δαπανών πριν από την πληρωμή τόκων) μόλις 0,3% του ΑΕΠ, ενώ το προηγούμενο πρόγραμμα και ο προϋπολογισμός είχαν θέσει ως στόχο το 1,5%, δηλαδή υπήρξε υστέρηση περίπου € 2 δισ. Για το 2015 και χωρίς αλλαγές στην οικονομική πολιτική, η κυβέρνηση αναμένει (μάλλον αισιόδοξα) ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1,2-1,5% του ΑΕΠ. Αν αποδώσουν τα μέτρα που προτείνο-νται για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και να αυξηθούν τα έσοδα το 2015, θα μπορούσε το πρωτογενές πλεόνασμα να είναι πολύ υψηλότερο (έως 3,9% του AEΠ) με αποτέλεσμα όπως το διατυπώνει αισιόδοξα το «κείμενο εργασίας» «να διευρυνθούν σημαντικά τα δημοσιονομικά περιθώρια».
-Από την πλευρά των εσόδων, κατά τη διάρκεια του πρώτου διμήνου, προβλήματα «ρευ-στότητας» στο κράτος προκάλεσαν οι υστερήσεις στα φορολογικά έσοδα. Για να αντιμετω-πίσει την κατάσταση η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει κίνητρα για την τακτοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία με διαδικασίες εξπρές και άλ-λα μέτρα. Η υστέρηση των φορολογικών εσόδων τους δύο πρώτους μήνες μειώθηκε το Μάρτιο λόγω των μέτρων αυτών. Από την άλλη πλευρά, η συνολική δημοσιονομική εικόνα το α΄ τρίμηνο βελτιώθηκε πρόσκαιρα με καθυστερήσεις πληρωμών σε προμηθευτές του Δημοσίου (π.χ. του ΠΕΔΥ) και με τα αυξημένα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΕΣΠΑ). Όμως οι καθυστερούμενες οφειλές του Δημοσίου αυξήθηκαν το πρώτο δίμηνο 2015 από 3,01 σε € 3,25 δισ. (δηλαδή περίπου κατά € 240 εκ.).
-Σημειώνουμε ότι όσο χαμηλότερο είναι το πρωτογενές πλεόνασμα τόσο περισσότεροι εξω-τερικοί πόροι χρειάζονται για την πληρωμή τόκων, που για το 2015 ανέρχονται σε € 5,9 δισ. ή περίπου 3,2% του ΑΕΠ. Η διαφορά μεταξύ πρωτογενούς πλεονάσματος και των πληρωμών τόκων (ως % ΑΕΠ) είναι το περιβόητο «δημοσιονομικό κενό». Στο δημοσιονομικό κενό προστίθενται οι πόροι που χρειάζονται για αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων δανείων και μαζί συγκροτούν το «χρηματοδοτικό κενό». Τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις μπορούν να χρησι-μοποιηθούν για την κάλυψη μέρους του χρηματοδοτικού κενού.
-Συνοπτικά, η δημοσιονομική προσαρμογή που επιχειρείται είναι ένα ιδιότυπο μείγμα νέ-ων φόρων, νέων δαπανών και θεσμικών αλλαγών και σε μεγάλο βαθμό ανακοινωμένων αντιφατικών προθέσεων για αλλαγές. Για ορισμένα μέτρα (π.χ. 100 δόσεις) είναι απροσ-διόριστες τελικά οι μακροχρόνιες επιπτώσεις. Παρά το βραχυπρόθεσμο όφελος, το μείγμα αυτό εντείνει την αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τη σημερινή κατάσταση.
-Η κατάσταση, όπως διαμορφώνεται στα τέλη Απριλίου είναι δύσκολη. Το Μάιο η χώρα πρέπει να αποπληρώσει περίπου ένα δισ. ευρώ στο ΔΝΤ. Ακολουθεί σειρά ολόκληρη ημερομηνιών για αποπληρωμές μόνο μέσα στο 2015. Οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι πλέον πιεστικές. Μέχρι το τέλος του έτους, η χώρα καλείται να πληρώσει κεφάλαια ύψους € 13 δισ. τόσο προς το ΔΝΤ όσο και προς την ΕΚΤ, ενώ ενδιάμεσα θα πρέπει να αναχρημα-τοδοτήσει σειρά εντόκων γραμματίων.