Του Θανάση Μουσόπουλου
Η 4Η Οκτωβρίου κάθε χρόνο για την Ξάνθη και την περιφέρειά της αποτελεί ένα ορόσημο πολυσήμαντο. Εκτός από τα συμβάντα που σχετίζονται με τα γεγονότα του 1919, κάθε χρόνο ο εορτασμός αποκτά διαφορετικό περιεχόμενο, ανάλογα με τα πολιτικά και κοινωνικά συμφραζόμενα.
Η απελευθέρωση της Ξάνθης, εκτός από τοπικό έχει επιπλέον εθνικό και παγκόσμιο χαρακτήρα και νόημα.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η ενσωμάτωση της Ξάνθης (1919) και της νοτιοδυτικής Θράκης (1920) στην Ελλάδα εντάσσεται στα παρεπόμενα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου και είναι μία πτυχή του λεγόμενου «Ανατολικού ζητήματος».
Ο εικοστός αιώνας είναι περίοδος παγκοσμιοποιημένου γίγνεσθαι. Ο Eric Hobsbawm εξετάζει την νεότερη και σύγχρονη ιστορία μέσα από ένα συνθετικό πρίσμα. Υποστηρίζει ότι στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο «πολιτική και οικονομία συγχωνεύθηκαν». Κατά συνέπεια η απελευθέρωση της Ξάνθης και στη συνέχεια η ενσωμάτωση της Θράκης στην Ελλάδα εντάσσονται σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
Από την άλλη μεριά, καθώς φέτος τιμούμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, οφείλουμε να συνεξετάσουμε τον 19ο αιώνα που προηγήθηκε των Ελευθερίων της Ξάνθης.
Η ενιαία Θράκη ήταν μια ιδιαίτερα αναπτυγμένη περιοχή, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά. Πολλοί είχαν γίνει μέλη της Φιλικής Εταιρείας, τέταρτος στην ιεραρχία ήταν ο Αντώνιος Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη. Πολλοί Θρακιώτες πήραν μέρος στον αγώνα της Μολδοβλαχίας, στον Ιερό Λόχο. Πολλοί επίσης βοηθούσαν οικονομικά, ενώ άλλοι κατέβηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Καράβια από την Αίνο, όπως η «Καλομοίρα» με τον Αντώνη Βισβίζη και την γυναίκα του Δόμνα πήραν μέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις. Παρόλο που η Θράκη, καθώς βρισκόταν κοντά στην Κωνσταντινούπολη, ήταν σε δυσχερή θέση όσον αφορά τις επαναστατικές πράξεις, εντούτοις έγιναν πολλές τοπικές εξεγέρσεις στη Σωζόπολη, Καλλίπολη, περιοχή Διδυμοτείχου, στις περιοχές Φιλιππουπόλεως, Βάρνας, Αγχιάλου, Μεσημβρίας, Μάκρης, Μαρώνειας και Κεσσάνης. Όλες οι εξεγέρσεις καταπνίγηκαν στο αίμα. Αναφέρουμε το ολοκαύτωμα της Σαμοθράκης το Σεπτέμβριο του 1821, όπου η τουρκική βιαιότητα είναι χαρακτηριστική – 700 άνδρες φονεύονται και όλα τα γυναικόπαιδα στέλνονται στα σκλαβοπάζαρα.
Στην περιοχή Ξάνθης, στην παρανέστια Ροδόπη αναφέρονται κρησφύγετα κλεφτών. Η Ξάνθη ήδη το 1717 δέχεται πρόσφυγες από το Σαμάκοβο της Βόρειας Θράκης. Τιμητικά θα προστρέξουμε στο βιβλίο του πρόσφατα χαμένου Πέτρου Γεωργαντζή «Συμβολή εις την Ιστορίαν της Ξάνθης», που δίνει πληροφορίες για τα προεπαναστατικά χρόνια στην περιοχή. Από έγγραφο της προσωρινής κυβερνήσεως της Ελλάδος Καπετάν Γεώργης Δημητρίου ο Ξάνθιος ηγείτο 1824 στρατιωτικό σώμα εκ 49 ανδρών στην Ύδρα. Να σημειώσουμε ότι τον Μάρτιο και Απρίλιο του 1829 δύο σεισμοί δεν άφησαν σχεδόν τίποτε όρθιο σε όλη την περιφέρεια. Κατά τη γνώμη μου, αυτοί οι καταστροφικοί σεισμοί και η άμεση ανοικοδόμηση της περιοχής με πρωτομάστορα τον ποιμενάρχη Ευγένιο (1831 – 1848) αναδεικνύουν το δυναμισμό των κατοίκων, χριστιανών και μουσουλμάνων, πλούσιων και φτωχών.
Ας περάσουμε στα γεγονότα που συνδέονται με την απελευθέρωση της Ξάνθης. Ο δέκατος ένατος αιώνας είναι ποτισμένος από την αρχή των εθνοτήτων. Στις αρχές του 20ου αιώνα όλος ο βορειοελλαδικός χώρος και σύσσωμο το έθνος μας αγωνίζονται για να κατοχυρώσουν τον ελληνισμό της περιοχής, αντιμετωπίζοντας το μεγαλοϊδεατισμό των βουλγάρων. Συνάμα οι Μεγάλες Δυνάμεις με νύχια και με δόντια παλεύουν για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Στον εικοστό αιώνα έχουμε τον ένδοξο Μακεδονικό – Θρακικό αγώνα εναντίον του βουλγάρικου επεκτατισμού, τους Βαλκανικούς πολέμους, και στη συνέχεια τον πρώτο παγκόσμιο. Το 1912 τερματίζεται η Οθωμανική κατοχή της περιοχής και η Ξάνθη για οκτώ μήνες περνά στα χέρια των Βουλγάρων, στις 13 Ιουλίου 1913 η πόλη μας λευτερώνεται για πρώτη φορά από τα ελληνικά στρατεύματα μετά από σκλαβιά 550 χρόνων. Όμως στις 28 Ιουλίου του ίδιου χρόνου η Ξάνθη ξαναδίνεται στους Βουλγάρους, που την κρατούν στα βάναυσα χέρια τους ως την απελευθέρωση.
Την επταετία 1913 – 1919 οι Βούλγαροι επιδιώκουν διά πυρός και σιδήρου να εκβουλγαρίσουν την περιοχή μας. Η πλειοψηφία των κατοίκων της Θράκης, Χριστιανοί Έλληνες, Αρμένιοι, Εβραίοι, και Μουσουλμάνοι, η πλειοψηφία των κατοίκων της Θράκης αντιστέκεται στων μεγάλων δυνάμεων και των δυνατών γειτόνων και κατακτητών τα όνειρα και τις βλέψεις. Οι Βούλγαροι καταλήστευσαν την περιοχή μας από ελληνικά και χριστιανικά έργα τέχνης και τεκμήρια της εδώ παρουσίας μας.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ως πολιτικά υπεύθυνος και ο Χαρίσιος Βαμβακάς ως διπλωμάτης κατάφεραν μετά το τέλος του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, στο πολύμηνο συνέδριο ειρήνης στο Παρίσι να ανατρέψουν τις κρυφές προθέσεις των μεγάλων δυνάμεων – Γάλλων, Ιταλών, Αμερικανών – ήδη είχαν γίνει γνωστά τα πετρέλαια της περιοχής, ώστε οι νικητές του πρώτου παγκόσμιου πολέμου να ευδοκήσουν λύση του θρακικού ζητήματος.
Έξι χρόνια μετά την πρώτη απελευθέρωση της Ξάνθης, στα 1919 ο Ντ’ Εσπερέ, εντεταλμένος για τη διοίκηση της διασυμμαχικής Θράκης, έστειλε τηλεγράφημα στον αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο δίνοντάς του οδηγίες για τον τρόπο κατάληψης της Θράκης από τα ελληνικά στρατεύματα, ενώ μεταξύ άλλων έγραφε πως «η παραχώρηση της Θράκης εις την Ελλάδα θα είναι δίκαια αμοιβή δια την λαμπράν συμμετοχήν του Ελληνικού Στρατού εις τας εν Ανατολή επιχειρήσεις…». Ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος με το που διάβασε το τηλεγράφημα του Γάλλου Στρατηγού έφτασε στα Μπούκια (Παρανέστι Δράμας), όπου είχε στρατοπεδεύσει η 9η Μεραρχία του Υποστράτηγου Γιώργου Λεοναρδόπουλου. Αναφερόμενος στους στρατιώτες, είπε: «Σε σας έλαχε η τύχη να μεταβήτε και να αποδώσετε την ελευθερίαν εις εν μέρος της πολυαγαπημένης μας Θράκης». Ο Λεοναρδόπουλος αμέσως έδωσε διαταγή να κινηθεί ένα Σύνταγμα προς την Ξάνθη. Το Σύνταγμα θα περνούσε από τις περιοχές Μαχμουτλί (Δαφνώνας), Γενίκιοϊ (Σταυρούπολη) και Κούρταλαν (Λυκοδρόμιο), ενώ ένα τμήμα του Συντάγματος προχώρησε σιδηροδρομικώς για το Όξιλαρ (Τοξότες). Το πρωί της 4ης Οκτωβρίου το 1ο Τάγμα του 25ου Συντάγματος και η 9η Ημιλαρχία Ιππικού πέρασαν τον ποταμό Νέστο και στις 10:30 εισήλθαν πανηγυρικά στην πόλη της Ξάνθης. Επικεφαλής των τμημάτων ήταν ο Ξανθιώτης Ανθυπολοχαγός Μηχανικού, μετέπειτα δήμαρχος, Γαβριήλ Λαδάς. Ο βουλγαρικός στρατός που είχε απομείνει αφοπλίστηκε και όσοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη, επέστρεψαν. Οι Οθωμανοί της Ξάνθης υποδέχτηκαν κι εκείνοι με ενθουσιασμό τον ελληνικό στρατό, καθαίρεσαν τον μουφτή που τους είχαν ορίσει οι Βούλγαροι και ζήτησαν να υπαχθούν στην ελληνική διοίκηση. Τα βάσανα του λαού της Ξάνθης είχαν επιτέλους τελειώσει
Στις 4 του Οκτώβρη 1919 Αλγερινοί και Μαροκινοί στρατιώτες που ήταν Γάλλοι υπήκοοι, μια πολυεθνική δύναμη στρατοπεδεύει στην πόλη. Ελληνικός στρατός και χωροφυλακή, Έλληνες υπάλληλοι αναλαμβάνουν υπηρεσία, οι ξανθιώτες που μαζικά είχαν φύγει από την πόλη, επανακάμπτουν. Ως το Μάιο του 1920, οπότε ενσωματώθηκε όλη η νοτιοδυτική Θράκη στην Ελλάδα, ο αγώνας ο πολιτικός και ο διπλωματικός είναι δείγμα ορθοφροσύνης και ορθοπραξίας εθνικής. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και κυρίως ο Χαρίσιος Βαμβακάς έπρεπε να δώσουν – και έδωσαν – περιεχόμενο στην ελευθερία.
Σε μια ερημωμένη και ερειπωμένη περιοχή έδωσαν πνοή συνολικής ανάπτυξης. Η ελευθερία – όπως και η πραγματική δημοκρατία – πρέπει να εξασφαλίζουν ένα σχετικά ικανοποιητικό οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο. Στη Θράκη – στην Ξάνθη πρώτα πρώτα – έγιναν με την πρόνοια του Βαμβακά ό,τι χρειαζόταν για την ανάπτυξη όλων των επιπέδων για όλους τους κατοίκους.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο Χαρίσιος Βαμβακάς σημειώνει ότι «μία κεντρική ιδέα εστροβίλιζεν εις τον νουν μου : πώς, το συντομώτερον, θα επιτευχθή η απόδοσις της Θράκης εις την Ελλάδα και προς τούτο, πώς θα είναι δυνατόν ν’ αποφευχθώσιν λάθη, τα οποία και εις την διοίκησιν και ιδία εις την πολιτικήν καταστρέφουν και τας πατριωτικωτέρας διαθέσεις και αντιλήψεις».
Έτσι, το 1920 το Μάιο, προσφωνώντας τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Χαρίσιος Βαμβακάς μπορούσε να πει : «Χάρις εις τα προσόντα του Θρακικού λαού επετεύχθη όπως το έργον της ελληνικής αντιπροσωπίας και διοικήσεως διευκολυνθή σημαντικώτατα και προλειανθή ο δρόμος μιας καλώς νοουμένης αποκεντρώσεως», ενώ σε άλλο κείμενό του της ίδιας εποχής συμπληρώνει : «Η Δυτική Θράκη εφεξής δεν θα έχη ουδεμίαν ανάγκην ενισχύσεως από το κέντρον, αλλά τουλάχιστον θα είναι δυνατόν να προσέλθη και αρωγός εις αυτό».
Τα 102 χρόνια που ακολούθησαν την απελευθέρωση της 4ης Οκτωβρίου 1919 αποδεικνύουν τη δύναμη των Ξανθιωτών και Ξανθιωτισσών να αξιοποιήσουν και να εμβαθύνουν την ελευθερία ως την εγερτήρια δύναμη ατομικής και κοινωνικής ευδαιμονίας και καταξίωσης σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 2021