fbpx
Γενική

Εθνικό και Ιστορικό χρέος η διατήρηση του έντυπου λόγου

Η διαδικτυακή κάθειρξη των εφημερίδων
Αθανάσιος Τσακνάκης
Καθηγητής Ξένων Γλωσσών – Συγγραφέας

Η έκδοση εφημερίδων αποτελεί ένα σημαντικότατο επίτευγμα τής ανθρώπινης κοινωνίας. Η εφημερίδα είναι μέσο πληροφόρησης, χώρος ανταλλαγής απόψεων και αρχείο τού μελλοντικού ερευνητή. Η ανάπτυξη τής ελληνικής τυπογραφίας, σε συνδυασμό με την διεύρυνση τής δημοκρατικής νοοτροπίας, έχουν εφοδιάσει την Πατρίδα μας με έναν ικανοποιητικό αριθμό εφημερίδων, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι επαρχιακές, όπου καθημερινά φιλοξενούνται ειδήσεις και ιδέες από κάθε πολιτιστικό, πολιτικό, κοινωνικό, επαγγελματικό και οικονομικό χώρο σκέψης και δράσης. Εντός των εθνικών πλαισίων μας, η διαδικασία, που ξεκινά από την σύνταξη ενός άρθρου και φτάνει μέχρι την αγορά τής εφημερίδας από τον αναγνώστη και την αρχειοθέτησή της, καθώς και ολόκληρη η απαιτούμενη τεχνολογία που την υποστηρίζει, βρίσκεται σε ελληνικά χέρια ή, τουλάχιστον, δύναται να ελεγχθεί άμεσα από αυτά. Άρα, ο ελληνικός λαός είναι σε θέση, ανά πάσα στιγμή, να διασφαλίσει την πληροφόρησή του, χωρίς να έχει άμεση ανάγκη προσφυγής σε άλλου είδους δίκτυα, τα οποία, προς στιγμήν, δεν ελέγχονται από τον ίδιο. Εξάλλου, η ιδιωτική ή δημόσια αρχειοθέτηση τού έντυπου λόγου καλύπτει επαρκώς την διαχρονική ανάγκη ύπαρξης και διατήρησης των «πηγών» τού μελλοντικού Ιστορικού, άρα η εφημερίδα συμβάλλει αποτελεσματικά στην ιστορική συνέχεια τού λαού μας, μέσα στον οποίο δρουν, άλλοτε εμφανώς και άλλοτε αφανώς, πολλοί άξιοι Έλληνες, που αφιερώνουν μεγάλο μέρος τού χρόνου και των χρημάτων τους στην δημιουργία πολύτιμων ιδιωτικών αρχείων σε κάθε γνωστό ή άγνωστο σημείο τής Πατρίδας μας. Συνεπώς, εφόσον υπάρχει ελληνικός έντυπος λόγος, η ιστορική διαδρομή τού λαού μας δύναται να αποδειχθεί, να τεκμηριωθεί, να αναλυθεί και να σχολιασθεί μέσω τής χρήσης αυτού τού αποθησαυρισμένου υλικού. Από τα τέλη τού περασμένου αιώνα, η παγκόσμια κοινότητα, άρα και η Πατρίδα μας, έχει την τύχη να διαθέτει ένα επιπλέον εργαλείο διακίνησης πληροφοριών, το Διαδίκτυο, που λόγω τής κατασκευής και τής λειτουργίας του συμβάλλει στην ταχύτερη λήψη, συγκέντρωση, επεξεργασία και ταξινόμηση των πληροφοριών. Τούτη η σχεδόν απίστευτη ευκολία τής διαδικτυακής επικοινωνίας έχει ωθήσει έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό εφημερίδων να προτιμούν την έκδοσή τους μόνον σε ψηφιακή μορφή, εγκαταλείποντας οριστικά την έντυπη. Υπέρ αυτής τής διαδικασίας τίθεται καθημερινά ένας αυξανόμενος αριθμός αναγνωστών, υποστηρίζοντας ότι το Διαδίκτυο δύναται πλέον να αντικαταστήσει πλήρως την τυπωμένη εφημερίδα, αφού αποτελεί μία περισσότερο οικονομική και οικολογική λύση. Ωστόσο, αυτή η άποψη, προϊόν υπερβολικής έως και επικίνδυνης «χαράς», ευσταθεί μέχρι ενός σημείου, επειδή παραβλέπει την ιστορική πορεία τού ελληνικού λόγου και περιορίζεται στην πρόσκαιρη χρήση αυτού. Το Διαδίκτυο διακινεί τις πληροφορίες, αλλά δεν δύναται να τις αρχειοθετήσει ασφαλώς, αφού ένα μεγάλο τμήμα από αυτές εμφανίζεται και εξαφανίζεται καθημερινά, επειδή ούτε ο αποστολέας ούτε ο παραλήπτης τους φροντίζουν να τις αποθηκεύσουν, καθιστώντας αυτές προσωρινά χρήσιμες και επ’ άπειρον άχρηστες ενώ, αν κάποιες πληροφορίες έχουν την τύχη να αποθηκευτούν, τότε, ως επί το πλείστον, αποθηκεύονται σε ψηφιακή μορφή, με αποτέλεσμα να απαιτείται συγκεκριμένος τεχνολογικός εξοπλισμός προκειμένου να επιτευχθεί η επανάκτησή τους. Όμως, ούτε αυτός ο τεχνολογικός εξοπλισμός ούτε το ίδιο το Διαδίκτυο τελούν υπό τον άμεσο έλεγχο τού ελληνικού λαού, επειδή ο πρώτος κατασκευάζεται σε ξένες χώρες, ενώ η ύπαρξη τού δεύτερου εξαρτάται από ξένες αποφάσεις. Επίσης, το ψηφιακό αρχειακό υλικό, εκ φύσεως ευπρόσβλητο και ευαλλοίωτο, είναι μονίμως εκτεθειμένο στις οποιεσδήποτε κακόβουλες αποφάσεις όσων διαχειρίζονται την σχετική τεχνογνωσία. Εωσότου, λοιπόν, η Πατρίδα μας, ο λαός μας, αποκτήσει πλήρη αυτάρκεια και αδιασάλευτη ανεξαρτησία επί τής συγκεκριμένης τεχνογνωσίας και πρακτικής, η χρήση τού Διαδικτύου ως αρχείου και τής ψηφιακής τεχνολογίας ως μέσου αρχειοθέτησης δεν θα αποτελεί ασφαλή λύση για την καταγραφή τής ιστορικής πορείας μας.
Όσο παράλογο, λοιπόν, θα ήταν να αγνοούσαμε τις τεράστιες δυνατότητες που μας προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία στον χώρο τής διακίνησης και επεξεργασίας των διαφόρων πληροφοριών, τόσο παράλογο και επικίνδυνο θα ήταν να καταργούσαμε την τυπωμένη εφημερίδα, αυτό το ασφαλές εθνικό αρχείο, τον κατ’ ουσία τελικό προορισμό τού ψηφιακού υλικού, το μέσον που έχει την δυνατότητα να αντισταθεί σε πολλές κακόβουλες επιθέσεις, περισώζοντας πολύτιμα στοιχεία τής ιστορικής πορείας τού λαού μας. Κάποιοι θα βιαστούν, βέβαια, να μιλήσουν για το οικονομικό κόστος ή για τις οικολογικές επιπτώσεις τής διατήρησης τού έντυπου λόγου. Στην πρώτη αντίρρηση απαντώ το εξής: κανένα έθνος δεν χάθηκε από την Ιστορία εξαιτίας τής οικονομικής κατάστασής του, ενώ πολλά εξαφανίστηκαν οριστικά επειδή δεν φρόντισαν να διατηρήσουν τα ιστορικά αρχεία τους. Στην δεύτερη αντίρρηση είναι αρκετή η ακόλουθη υπενθύμιση: η παραγωγή οικολογικού χαρτιού και μελανιού είναι πλέον πραγματικότητα. Για τον ελληνικό λαό, ο οριστικός αφανισμός τού έντυπου λόγου του και η παράλληλη καθ’ ολοκληρία υιοθέτηση τού ψηφιακού ισοδυναμεί με την προς ξένες δυνάμεις και ξένα συμφέροντα εκχώρηση θεμελιωδών εθνικών δικαιωμάτων επί τής πληροφόρησης και τής ιστορικής και δημοσιογραφικής έρευνας, αφού τα προωθούμενα νέα μέσα διακίνησης των πληροφοριών – οι διαδικτυακές εφημερίδες, τα διαδικτυακά περιοδικά και τα διαδικτυακά βιβλία – θα τελούν υπό τον άμεσο έλεγχο ξένων δυνάμεων, οι οποίες θα είναι σε θέση μέχρι και να καταργήσουν την πληροφόρηση, αφαιρώντας μόνιμα ή περιστασιακά από τον ελληνικό ψηφιακό τύπο την πρόσβαση στο μελλοντικά μοναδικό μέσο προβολής του, το Διαδίκτυο. Η σχεδιαζόμενη διαδικτυακή κάθειρξη των εφημερίδων, δηλαδή η πλήρης υπαγωγή τους στην εξουσία ξένων «διακινητών πληροφοριών», θα πλήξει άμεσα την ίδια την επικοινωνία τού ελληνικού λαού, την ίδια την συνέχιση τής ιστορικότητάς του, αλλά και την ίδια την εθνική υπόστασή του. Αντίθετα, η βελτίωση τής θεσμικής κατοχύρωσης, η μεγιστοποίηση τής ηθικής συμπαράστασης και η αύξηση τής οικονομικής ενίσχυσης προς όφελος τού ελληνικού έντυπου λόγου, και πρωτίστως τού επαρχιακού, θα συμβάλλει καθοριστικά στην διατήρηση τού δικαιώματος τού ελληνικού λαού να πληροφορεί και να πληροφορείται, να ανταλλάσσει γνώσεις, γνώμες και ιδέες, καθώς και να διασφαλίζει πολύτιμο καταγεγραμμένο ιστορικό υλικό, βασιζόμενος εξολοκλήρου στην δική του τεχνογνωσία, στις προσωπικές του ικανότητες και στην εκούσια επιλογή του να αποθησαυρίζει το ιστορικό του γίγνεσθαι. Μετατρέποντας, με γενναίες εθνικές αποφάσεις, την ψευδεπίγραφη «διαδικτυακή πανάκεια» από «ισόβια κάθειρξη» σε «απλό εργαλείο», δικαιώνουμε τον σοφό λόγο τού Ιπποκράτη: «Όπως οφείλουμε να φυλαγόμαστε από τον μεγάλο φόβο, έτσι οφείλουμε να φυλαγόμαστε και από την υπερβολική χαρά».

Σχετικά Άρθρα