Λίγα λόγια για τον Άγιο Ευστάθιο
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Ευστάθιος ήταν στρατιωτικός και ανώτερος αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού, ο οποίος έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Τραϊανού (98-117μ.Χ.) και Αδριανού (117-138μ.Χ.).Το 98μ.Χ, μάλιστα, ξεχώρισε ως στρατηλάτης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το αρχικό του όνομα ήταν Πλακίδας και λάτρευε τα ειδώλια. Η σύζυγός του ονομαζόταν Τατιανή και μαζί είχαν αποκτήσει δύο παιδιά.
Το θαύμα με το ελάφι
Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση, μια μέρα ο Πλακίδας γύμναζε τους στρατιώτες του στο κυνήγι. Σε κάποια στιγμή, την προσοχή του κέντρισε ένα μεγαλόσωμο ελάφι που έτρεχε, το οποίο και ο Πλακίδας ξεκίνησε αμέσως να κυνηγάει. Καθώς έτρεχε έφιππος από πίσω του, αντίκρυσε ξαφνικά στα κέρατά του τον Τίμιο Σταυρό και άκουσε την φωνή του Ιησού Χριστού, η οποία τον καλούσε να ασπαστεί τον χριστιανισμό και να βαπτιστεί. Στην συνέχεια, το ελάφι εξαφανίστηκε και ο Πλακίδας επέστρεψε στο σπίτι του για να διηγηθεί στην γυναίκα του αυτό που του συνέβη. Προτού όμως προλάβει να της αναφέρει το θαυμαστό γεγονός, η σύζυγός του του αποκάλυψε ότι της φανερώθηκε ο χριστιανικός θεός, ο οποίος την προέτρεψε να βαπτιστεί η ίδια και όλη η οικογένειά της. Το ίδιο βράδυ ο Πλακίδας και η Τατιανή μαζί με τα παιδιά τους βαπτίστηκαν από τον επίσκοπο Ρώμης και απέκτησαν τα ονόματα Ευστάθιος και Θεοπίστη και οι υιοί τους Αγάπιος και Θεόπιστος.
Οι δυσκολίες στην ζωή του
Έπειτα από τα παραπάνω, ο Ευστάθιος άκουσε ξανά την φωνή του Θεού, η οποία τον προειδοποίησε για τις επερχόμενες δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε αυτός και η οικογένειά του. Έτσι, στον τόπο όπου διέμεναν ξέσπασε μεγάλος λοιμός, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα ο Ευστάθιος και η οικογένειά του να αρρωστήσουν βαριά, κινδυνεύοντας να χάσουν ακόμα και την ζωή τους. Πέρα από αυτό, έχασαν ακόμη ολόκληρη την περιουσία τους και την κοινωνική τους αναγνώριση, γι’ αυτό και αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Αίγυπτο.
Η απώλεια της οικογένειάς του
Οι δυσκολίες και τα εμπόδια, ωστόσο, συνέχισαν να είναι μεγάλα. Ειδικότερα, κατά την διάρκεια του ταξιδιού, ο Ευστάθιος και οι υιοί του αναγκάστηκαν να χωριστούν από την Θεοπίστη, καθώς εκδιώχθηκαν από τον ιδιοκτήτη του πλοίου στο οποίο βρίσκονταν. Έτσι, συνέχισαν μόνοι το ταξίδι τους μέχρις ότου έφτασαν σε ένα ποτάμι, όπου ο Ευστάθιος έπρεπε να κουβαλήσει τον Αγάπιο και τον Θεόπιστο μέχρι την απέναντι όχθη. Μετά την επιτυχή μεταφορά του ενός, ο Ευστάθιος επιχείρησε να μεταφέρει και τον άλλον. Καθώς προσπαθούσε να πάει στην άλλη όχθη, όμως, και τα δύο του παιδιά αρπάχθηκαν από άγρια ζώα και συγκεκριμένα το ένα από λιοντάρι και το άλλο από λύκο. Και οι δύο του υιοί, ωστόσο, χωρίς να το γνωρίζει ο Ευστάθιος, επιβίωσαν και ανατράφηκαν ο καθένας ξεχωριστά
Η ανάκλησή του στην αρχιστρατηγία του στρατού
Παρ’ όλα αυτά, ο Ευστάθιος κατόρθωσε να φτάσει στην πόλη Βάδησσο, όπου και παρέμεινε για δεκαπέντε χρόνια και εργάστηκε ως φρουρός αγροκτημάτων. Η κατάσταση αυτή διήρκεσε μέχρι την στιγμή που δύο απεσταλμένοι του αυτοκράτορα Τραϊανού ζήτησαν από τον Ευστάθιο να επιστρέψει στην Ρώμη προκειμένου να αναλάβει την ηγεσία του στρατού εναντίον των εχθρών της αυτοκρατορίας. Ο Ευστάθιος δέχθηκε και γύρισε πίσω στην Ρώμη, όπου και του παραχωρήθηκε ο τίτλος του αρχιστράτηγου. Προκειμένου να αυξήσει το μέγεθος των στρατευμάτων του, ο Ευστάθιος προχώρησε στην στρατολόγηση πολλών νέων ανδρών, στρατολογώντας, μάλιστα, χωρίς να το γνωρίζει, και τα δύο παιδιά του, τα οποία είχαν αναλάβει την σίτιση του στρατού.
Η επανένωση με την οικογένειά του
Ο αρχιστράτηγος σημείωσε πολλές στρατιωτικές επιτυχίες και κυρίευσε πολλές περιοχές, φτάνοντας μέχρι την πόλη που βρισκόταν η σύζυγός του, Θεοπίστη. Ο Ευστάθιος, μάλιστα, τυχαία, τοποθέτησε την σκηνή του στον κήπο της οικίας στην οποία κατοικούσε η γυναίκα του. Μια μέρα τα παιδιά του ξεκίνησαν στο μαγειρείο συζήτηση μεταξύ τους αναφορικά με την καταγωγή τους, οπότε και διαπίστωσαν την συγγένειά τους. Την συζήτηση τους παρακολουθούσε και η Θεοπίστη, η οποία δεν φανερώθηκε άμεσα στους υιούς της, αλλά προτίμησε να ζητήσει από τον αρχιστράτηγο να της επιτρέψει να τους συναντήσει. Η Θεοπίστη, όταν συναντήθηκε με τον αρχιστράτηγο, αναγνώρισε αμέσως τον σύζυγό της, όπως ακριβώς και ο τελευταίος. Πολύ γρήγορα, μέσα σε κλίμα χαράς και νοσταλγίας και, αφού διηγήθηκαν ο ένας τον άλλον την ιστορία τους, ο Ευστάθιος και η Θεοπίστη έσμιξαν και με τα παιδιά τους μετά από δεκαέξι ολόκληρα χρόνια.
Το μαρτύριο του Αγίου Ευσταθίου και της οικογένειάς του
Το 117μ.Χ., όμως, ο αυτοκράτορας Τραϊανός απεβίωσε και την θέση του ανέλαβε ο ανιψιός του, Αδριανός, ο οποίος ήταν φανατικός διώκτης των χριστιανών. Όταν ο νέος αυτοκράτορας συνάντησε τον Ευστάθιο για να τον συγχαρεί για τα κατορθώματά του και να τον ευχαριστήσει, απαίτησε από αυτόν να θυσιάσει στα είδωλα και συγκεκριμένα στον θεό Απόλλωνα, τον οποίο ο Αδριανός θεωρούσε προστάτη δικό του και ολόκληρης της Ρώμης. Ο Ευστάθιος αρνήθηκε, ομολογώντας την χριστιανική πίστη του και ο αυτοκράτορας διέταξε να κατασπαραχθούν ο Άγιος και η οικογένειά του από ένα λιοντάρι, το οποίο, ωστόσο, ήταν φιλικό μαζί τους και δεν τους πείραξε καθόλου. Έτσι, ο Αδριανός έδωσε την εντολή να κατασκευαστεί ένα μεγάλο χάλκινο βόδι και στην συνέχεια να το πυρακτώσουν για την εκτέλεση του Ευστάθιου και της οικογένειάς του. Μετά το μαρτύριο, τα τίμια λείψανα των Αγίων είχαν παραμείνει άθικτα, γεγονός χάρη στο οποίο πολλοί άνθρωποι έγιναν χριστιανοί.
Λείψανα
Η κάρα του Αγίου Ευσταθίου φυλάσσεται στην Μονή του Αγίου Κυπριανού Φυλής Αττικής, ενώ μέρος των λειψάνων του στον ομώνυμο ρωμαιοκαθολικό ναό της Βενετίας, όπως και των Αγίων Αγαπίου, Θεοπίστης και Θεοπίστου. Επίσης, απότμημα χειρός του βρίσκεται στη Μητρόπολη Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης και τρία τεμάχια στη Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους. Τέλος, αποτμήματα του Αγίου Ευσταθίου φυλάσσονται και στις Μονές Άνω Ξενιάς Αλμυρού Μαγνησίας, Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, Προυσού Ευρυτανίας, Γουμενίσσης Κιλκίς και οσίου Θεοδοσίου Άργους.
Απολυτίκιο”Αγρευθείς ουρανόθεν προς ευσέβειαν ένδοξε, τη του σοι οφθέντος δυνάμει, δι’ ελάφου Ευστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καὶ ήστραψας εν άθλοις ιεροίς, συν τη θεία σου συμβίω και τοις υιοίς, φαιδρύνων τους βοώντας σοι. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω δείξαντι σε εν παντί, Ιὼβ παμμάκαρ δεύτερον”.