Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Του Θανάση Μουσόπουλου
Μάχη της Κρήτης (Γερμανικά Luftlandeschlacht um Kreta, Unternehmen “Merkur”) ονομάζεται η επιχείρηση κατάληψης της Κρήτης από τους Γερμανούς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και συγκεκριμένα από το πρωί της 20ής Μαΐου 1941, όταν ξεκίνησε η αεραπόβαση των Γερμανών με συνθηματικό όνομα «Unternehmen Merkur» (Επιχείρηση Ερμής) εναντίον του νησιού, ως την 1η Ιουνίου. Με την επιχείρηση αυτή οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν το νησί από τις αγγλοελληνικές συμμαχικές δυνάμεις, ωστόσο αυτή τους η επιτυχία κόστισε τόσο πολύ ώστε να μην επιχειρήσουν ξανά άλλη αεροπορική έφοδο της ίδιας κλίμακας κατά τη διάρκεια του πόλεμου. Η μάχη της Κρήτης θεωρείται η πρώτη μεγάλη αεραποβατική επιχείρηση και παραμένει μοναδική στο ότι ο κύριος αντικειμενικός σκοπός κατελήφθη εξ ολοκλήρου από αέρος. Η μάχη θεωρείται επίσης πολύ σημαντική για τους Κρητικούς, λόγω της αναπάντεχης σθεναρής αντίστασης που πρόβαλλαν εναντίον των αριθμητικά ανώτερων Γερμανών και του μεγάλου τιμήματος που είχε η επίθεση, και η επακόλουθη κατοχή, στον πληθυσμό του νησιού.
*
Θα δώσουμε τον λόγο στον Νίκο Καζαντζάκη, να μιλήσει όπως έζησε και είδε τη Μάχη της Κρήτης και τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο.
«Σοβαρό είναι το πρόσωπο της Κρήτης, πολυβασανισμένο. Μαδάρες γυμνές, τραχειές, αγέλαστες. Κοιτάζεις από το αεροπλάνο την Κρήτη ν’ απλώνεται στη θάλασσα και νιώθεις πώς αληθινά το νησί τούτο είναι γιοφύρι ανάμεσα στις τρεις τούτες μεγάλες Μοίρες. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη πήδηξε κι’ έχτισε φωλιά στην Κρήτη το πεινασμένο αρπαχτικό πουλί πού το λέμε Πνεύμα. Άπλωσε τις φτερούγες του στο Κρητικό χώμα και γέννησε το μυστηριώδη, βουβό ακόμα, όλο ζωή, χάρη, κίνηση και λαμπρότητα, Κρητικό πολιτισμό.
Η Κρήτη έχει αληθινά κάτι το πανάρχαιο, το άγιο, το πικραμένο και περήφανο, που έχουν οι χαροκαμένες μάνες που γέννησαν παλικάρια. Έχει τόσο πολύ πολεμήσει κι υποφέρει η γης ετούτη, έχει τόσο πολύ συνηθίσει το θάνατο, που τον ξεφοβήθηκε πια και μπορεί να γελάει και να παίζει μαζί του.
Σαράντα μέρες γύριζα το περασμένο καλοκαίρι την Κρήτη, για να δω τα χωριά που γκρέμισαν κι έκαψαν οι βάρβαροι και τους άντρες και τις γυναίκες που τους έντυσαν τη μαύρη αρματωσιά του πένθους. Περίμενα ν’ ακούσω κλάματα και να δω χέρια ν’ απλώνονται να ζητούν την βοήθεια. Και βρήκα ανυπόταχτες, απαράδοτες ψυχές και κορμιά μισόγυμνα πεινασμένα Κι’ αλύγιστα.
Τι δύναμη και τι αντοχή είναι τούτη, συλλογιζόμουν, και πού βρίσκουν τα κορμιά τούτα τόση ψυχή; Και ποια ακριτική πνοή τους δίνει τόση αψηφισιά να παλεύουν με το θάνατο;
Ο Κρητικοί αλήθεια αγαπούν παράφορα τη ζωή και συνάμα ποτέ δεν φοβούνται το θάνατο. Μέσα από τα χαλασμένα χωριά που πέρασα, πάνω από τα νεοανοιγμένα μνήματα που δρασκέλισα, πίσω από τις κουβέντες που άκουσα, ακατάπαυτα διαπίστωσα τούτη τη μεγάλη δισυπόστατη παλικαριά: παράφορη αγάπη για τη ζωή και άφοβο αντίκρισμα του θανάτου».
Και ένα απόσπασμα για τη Μάχη της Κρήτης:
«Στις 19 του Μάη 1941 σκοτείνιασε ο ουρανός της Κρήτης από τα γερμανικά αεροπλάνα, άρχισαν οι βομβαρδισμοί, οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές έπεφταν στο αεροδρόμιο του Μάλεμε, κοντά στα Χανιά, ύστερα στο Ρέθυμνο, στο Ηράκλειο, παντού. Ένας γέρος, από ένα χωριουδάκι κοντά στο Μάλεμε, μας διηγάται:
– Ευτύς ως είδαμε τ’ αεροπλάνα, φωνάζαμε: Απάνω τους, μωρέ παιδιά! Πήραμε τ’ άρματα και χυθήκαμε.
– Ποια άρματα; ρώτησα. Είχατε άρματα;
– Πώς δεν είχαμε; μού αποκρίθηκε. Άλλοι είχαν παλιές καραμπίνες, άλλοι μαχαίρες κι όλοι είχαν ραβδιά. Την ώρα που έπεφτε ένας «ουρανίτης» ήταν ακόμα ζαλισμένος και μεις χιμούσαμε απάνω του, τον σκοτώναμε με τα ραβδιά, με τις μαχαίρες, τον ξαρματώναμε και σιγά – σιγά γέμιζε και μας η φούχτα μας πολυβόλο και περίστροφο.
Οι Γερμανοί είχαν ορίσει να πάρουν την Κρήτη σε 24 ώρες. Η παραμικρή αργοπορία θα τους ήταν θανάσιμη. Ήξεραν πως οι Κρητικοί ήταν άοπλοι, πως όλοι οι νέοι ήταν επιστρατευμένοι και βρίσκονταν ακόμη στην Ελλάδα και πως οι Άγγλοι μήτε στρατό αρκετό είχαν μήτε αεροπλάνα. Ήταν λοιπόν σίγουροι πως σε 24 ώρες θα παίρναν την Κρήτη. Έκαμαν 8 μέρες. Έξη χιλιάδες αλεξιπτωτιστές σκοτώθηκαν από τα ραβδιά και τις μαχαίρες. Ένας Κρητικός χωριάτης, όταν μ’ είδε να ξαφνιάζομαι για την παλικαριά και την αυτοθυσία αυτών των Κρητικών, μου είπε τα καταπληχτικά τούτα λόγια:
– Γιατί παραξενεύεσαι; Εμείς ξέραμε πως γράφαμε Ιστορία!».
Κλείνουμε με τις ωμότητες της Κρήτης, όπως καταγράφονται μετά το τέλος του πολέμου.
Ο Καζαντζάκης ως μέλος της «Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη», όπως ονομάστηκε, μαζί με τους πανεπιστημιακούς Ιωάννη Κακριδή, Ιωάννη Καλιτσουνάκη αλλά και τον φωτογράφο Κωνσταντίνο Κουτουλάκη, συνέταξε μία έκθεση σχετική.
Η φρίκη και η βαρβαρότητα των Γερμανών κατά την εισβολή στα χωριά της Κρήτης ιδωμένη μέσα από το βλέμμα του Νίκου Καζαντζάκη, το καλοκαίρι του 1945, προκαλεί ατελείωτη οδύνη ακόμη και σήμερα και τα λόγια του σε αυτές τις περιγραφές κόβουν την ανάσα.
«ΚΑΝΤΑΝΟΣ. […] Μετά την γενικήν λεηλασίαν ὅλαι αἱ οἰκίαι τοῦ χωρίου ἐκάησαν ἤ ἀνετινάχθησαν διά δυναμίτιδος. […] Ἐν τῷ μεταξύ ἀπεφασίσθη ἡ περιοχή τῆς Καντάνου νά καλλιεργηθῇ διά λογαριασμόν τοῦ Ράϊχ.
ΚΥΡΤΟΜΑΔΟΣ, […]. Ἡ Διγαλάκη, ἐπειδή ἐθρήνει τούς πρό αὐτῆς ἐκτελεσθέντες τρεῖς ἀδελφούς της, ἐδάρη καί ἐλακτίσθη, ὅπως ἐκακοποιήθη καί ὁ ἐκ τῶν 7 ἐκτελεσθέντων Θεοφ. Σαρτζετάκης κατά τήν σύλληψίν του, διότι εἶχε φωνάξει: «ἄχ, παιδιά μου!».
ΑΛΙΚΙΑΝΟΣ Εἰς τάς 2/6 προέβησαν εἰς τήν ἐκτέλεσιν 42 ἀνδρῶν ἐντός τοῦ περιβόλου τῆς ἐκκλησίας καί ἐνώπιον τῶν ὑποχρεωτικῶς συγκεντρωμένων ἐκεῖ γυναικῶν. […] Πολλοί ἐτάφησαν ζῶντες ἀκόμη[…]
ΠΕΡΙΒΟΛΙΑ καί ΜΙΣΙΡΙΑ· ἡ ἐκτέλεσις τῶν περισσοτέρων ἐξ αὐτῶν συνετελέσθη δι’ ἀνιέρου ἀπάτης· εἰς τούς κατοίκους, οἵτινες εἶχον συλληφθῆ ὅλοι καί ἐκρατοῦντο νηστικοί, εἶπον οἱ Γερμανοί, ἐάν ἤθελον, νά τούς δώσουν τσάϊ καί μπισκότα. Ὅσοι ἐδήλωνον, ὡδηγοῦντο ἔξω κατά μικράς ὁμάδας καί ἐξετελοῦντο παρά τήν παραλίαν, χωρίς οἱ ὑπόλοιποι ἔγκλειστοι νά ἀντιλαμβάνωνται τί συμβαίνει. […] Ἡ μαθήτρια τοῦ Γυμνασίου Ἀθηνᾶ Δρανδάκη, ἰδοῦσα τυφεκισμένους τόν ἀδελφόν της καί τήν μίαν ἀδελφήν της, τήν δέ ἄλλην τραυματισμένη, παρεφρόνησεν. Οἱ Γερμανοί τούς ἡμίσεις τῶν νεκρῶν ἔκαυσαν ἐπιχύσαντες βενζίνην, τούς ἄλλους δέ ἔρριψαν εἰς φρέατα
ΚΑΛΗΣ ΣΥΚΙΑ […] Ἐπειδή οἱ ἄνδρες τοῦ χωρίου εἶχον διαφύγει, οἱ Γερμανοί εἰσελθόντες (9/10/43) συνεκέντρωσαν τάς γυναῖκας ὅλας παρά τήν βρύσιν τοῦ χωρίου καί ἤρχισαν νά τάς ἀνακρίνουν ἐρωτῶντες ποῦ εὑρίσκονται οἱ ἄνδρες των, ποῦ ἔχουν κρυμμένα τά ὅπλα των κ.λπ. […] Ἐπειδή ὅμως ἐκεῖναι δέν τούς ἀπεκάλυπτον τίποτε, ἔθεσαν πῦρ εἰς 4 οἰκίας καί διέταξαν νά ἐγερθοῦν αἱ γυναῖκες, τῶν ὁποίων αἱ οἰκίαι ἐκαίοντο. Καθώς ἠγέρθησαν 5 […] τάς διέταξαν νά προχωρήσουν πρός τάς καιομένας οἰκίας των. Ἡ Ε. Γριντάκη ἐκράτει εἰς τάς ἀγκάλας της τό διετές τέκνον της· οἱ Γερμανοί τῆς τό ἥρπασαν, τό πέταξαν εἰς τόν δρόμον καί ἔπειτα ἔρριψαν ἐκείνην ἐντός τῆς φλεγομένης οἰκίας της, ὅπου ἐκάη. Ἡ Μαλ. Πετράκη καί ἡ Μαρ. Νικητάκη ἐρρίφθησαν ἐντός τῆς οἰκίας τοῦ Στ. Σταυρουλάκη, τήν ὁποίαν ἐπίσης εἶχον πυρπολήσει. Ἡ Ἀργ. Κωστάκη ἐρρίφθη ἐντός τῆς φλεγομένης οἰκίας τοῦ Ἐμμ. Γ. Κωστάκη, ἀφοῦ πρῶτον ἐφονεύθη διά περιστρόφου· τό αὐτό συνέβη μέ τήν Ἑλ. Νικητάκη ἐντός τῆς οἰκίας τοῦ Εὐαγγ. Πετράκη. Ἐντός τῆς οἰκίας τοῦ Ἐμμ. Κωστάκη ἐρρίφθησαν διά νά καοῦν καί αἱ ἐξῆς τρεῖς τυφεκισθεῖσαι προηγουμένως»…
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, ΜΑΪΟΣ 2023