Του Γιάννη Δαμάρη
Η σημερινή περιγραφή προέρχεται από την ανάπτυξη ενός ακόμα οχυρού της ελληνικής οχύρωσης (γραμμής Μεταξά) με έτος κατασκευής 1936 – 1941. Δυστυχώς αρκετά όργανα πυρός και παρατήρησης έχουν καταστραφεί από τις βουλγάρικες κατοχικές δυνάμεις την περίοδο 1941-44.
Εχίνος , νομός Ξάνθης. Βρίσκεται 1,5 χλμ. βορειοδυτικά του χωριού Εχίνου , στο ύψωμα 780. Αποστολή του ήταν να φυλάξει τη διάβαση Μελιβοία- Εχίνος- Ξάνθη από πιθανή βουλγαρική εισβολή και την απαγόρευση με πυρά πυροβολικού της οδού Πάχνης –Γλαύκης.
Επάνδρωση 26 αξιωματικοί και 806 οπλίτες ανάπτυγμα καταφυγίων 765 τρέχοντα μέτρα. Στοές συγκοινωνίας 1.220 τρέχοντα μέτρα . Τα όργανα πυρός ήταν δύο αντιαρματικά των 75 χιλιοστών δύο πυροβολεία πλάγιο φύλαξης των 75 χιλιοστών 4 ολμοβολεία των 81 χιλιοστών ένα αντιαεροπορικό και 46 πολυβολεία . Αποτελούνταν από τρεις αυτόνομες στοές ίσαυρος ,αναρρωτήριο, αντλιοστάσιο.
Διοικητής ήταν ο ταγματάρχης Δρακούσης Χρήστος . Το ξημέρωμα της 6ης Απριλίου του 1941 κατά την γερμανική εισβολή για τήν διάσπαση της οχυρωμένης τοποθεσίας του Εχίνου ανατέθηκε στην 164 Μεραρχία Πεζικού η οποία επιτέθηκε στην κατεύθυνση Μελιβοία – Εχίνος. Σήμανε συναγερμός καί τμήματα από το οχυρό άρχισαν να ανατινάζουν τις γέφυρες επί της οδού Μελιβοία – Εχίνος.
Η πρώτη επίθεση των Γερμανών αποτυγχάνει. Την 09:00 τμήμα μοτοσικλετιστών έρχεται σε επαφή με την Ελληνική διμοιρία στα Μελίβοια η οποία οπισθοχώρησε κατόπιν σύντομης μάχης. Την 09: 20 εμφανιζεται φάλαγγα πλησίον του οχυρού περίπου 80 Μοτοσυκλετών, εβλήθη όταν έφτασε σε απόσταση περίπου 500 μέτρων, με αποτέλεσμα να πέσουν τριάντα νεκροί και αρκετοί τραυματίες. Σε γρήγορο χρόνο οι τραυματιοφορείς μετέφεραν τους τραυματίες στην όχθη του διπλανού ποταμού.
Τη νύχτα κάτω από πυκνό σκοτάδι δύο λόχοι γερμανικού πεζικού πλησίασαν και συνεπλάκησαν σε μάχη σώμα με σώμα, γεγονός που συνεχίσθηκε όλη τη νύχτα, με τους Γερμανούς να πλησιάζουν και τους Έλληνες να εξέρχονται από το οχυρό για να τους εξουδετερώσουν. Ήδη την πρώτη ημέρα της μάχης οι απώλειες των Γερμανών ανέρχονταν σε δεκάδες νεκρούς και τραυματίες έξω από το Οχυρό.
Την επομένη 7 Απριλίου, οι Γερμανοί επισκεύασαν τις γέφυρες που είχαν καταστρέψει οι Έλληνες και πλησίασαν το οχυρό με φάλαγγες αυτοκινήτων και αρμάτων. Παράλληλα, συνέχισαν τους βομβαρδισμούς με βαρέα πυροβόλα.
Ακολούθησε μαζική επίθεση γερμανικού πεζικού, το οποίο βρέθηκε ακάλυπτο, με αποτέλεσμα τα πυρά του οχυρού να το αποκρούσουν και να προξενήσουν μεγάλες απώλειες. Τότε εμφανίσθηκε πυκνός σχηματισμός από γερμανικά τανκς, τα οποία πήραν θέσεις στους γύρω λόφους, όπου και καθηλώθηκαν και παρέμειναν σε απόσταση ασφαλείας περιμένοντας να νυχτώσει.
Το Οχυρό είχε περικυκλωθεί και ακολούθησαν αλλεπάλληλες σφοδρές επιθέσεις των Γερμανών. Το απόγευμα ήταν φανερό ότι η προσπάθεια κατάληψης του οχυρού κόστιζε ήδη στους Γερμανούς μεγάλο αριθμό ανδρών.
Τη νύχτα 7/8 Απριλίου ειδικές δυνάμεις των Γερμανών προσπάθησαν να ανοίξουν διόδους με φλογοβόλα και δυναμίτιδα, αλλά αποκρούστηκαν. Στόχος τους ήταν το συγκρότημα Το πρωί της 8 Απριλίου, οι επιτιθέμενοι ενισχύθηκαν και συγκέντρωσαν την προσπάθειά τους στο ασθενέστερο αμυντικό συγκρότημα , το οποίο τα άλλα συγκροτήματα δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν, αφού είχαν εξαντλήσει τα πυρομαχικά τους.
Οι Γερμανοί σκαπανείς κατόρθωσαν έτσι να επικαθίσουν στην επιφάνεια του οχυρού «Μ». Ακολούθησε μέχρι το απόγευμα μάχη σώμα με σώμα, κατά την οποία οι Γερμανοί ανατίναζαν με δυναμίτη τις στοές για να διοχετεύσουν καπνογόνα και δηλητηριώδη αέρια, ώστε να αναγκάσουν τους υπερασπιστές να παραδοθούν. Το απόγευμα διακόπηκε η επικοινωνία με το αμυντικό συγκρότημα που είχε εξαντλήσει τα πυρομαχικά του. Απόπειρα των Ελλήνων να ανακαταλάβουν το συγκρότημα απέτυχε.
Η νύχτα 8/9 Απριλίου άρχισε με πυκνούς πυροβολισμούς με τους οποίους τα υπόλοιπα τρία συγκροτήματα προσπαθούσαν να εμποδίσουν τους Γερμανούς να πλησιάσουν. Ωστόσο, τα ελληνικά πυρομαχικά είχαν εξαντληθεί και ο βαρύς εξοπλισμός είχε αχρηστευθεί.
Στο συγκρότημα του (Αναρρωτηρίου)οι Γερμανοί διοχέτευσαν ασφυξιογόνα αέρια με αποτέλεσμα να προσβληθούν οι μισοί από τους υπερασπιστές του και να καταφύγουν στο κεντρικό συγκρότημα (Ισαυρος). Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα ήταν φανερό ότι τα δύο συγκροτήματα που απέμεναν στα χέρια των Ελλήνων δεν θα μπορούσαν να αντέξουν καθώς δεν διέθεταν πλέον πυρομαχικά.
Τα μεσάνυχτα ο διοικητής του οχυρού κάλεσε τους αξιωματικούς σε συμβούλιο, όπου διαπιστώθηκε ότι ο αγώνας δεν μπορούσε να συνεχισθεί και συμφωνήθηκε η εγκατάλειψη του οχυρού και η συνέχιση του αγώνα από τη δυτική όχθη του Νέστου.
Η εγκατάλειψη του οχυρού έγινε τις πρώτες πρωϊνές ώρες της 9 Απριλίου από κρυφές εξόδους από τις οποίες διέρρευσαν κάτω από καταρρακτώδη βροχή οι αξιωματικοί και 550 στρατιώτες μεταφέροντας στα χέρια τους τραυματίες. Η φρουρά κατευθύνθηκε συντεταγμένη προς την Ξάνθη. Σύντομα όμως πληροφορήθηκε ότι η Ξάνθη και η Κομοτηνή βρισκόταν ήδη υπό γερμανική κατοχή.
Μην έχοντας οδό διαφυγής οι υπερασπιστές του Οχυρού Εχίνος αναγκάσθηκαν να παραδοθούν στις 9 Απριλίου 1941. Στο χωριό Εχίνος υποδέχθηκε τους άνδρες ο ίδιος ο Διοικητής της γερμανικής Μεραρχίας που τους είχε επιτεθεί και τους συνεχάρη με τα λόγια “Είστε γενναίος Στρατός και άξιος καλύτερης τύχης”. Στη συνέχεια επετράπη ο ενταφιασμός των νεκρών που έπεσαν ηρωικά μέσα στις στοές του προωθημένου Συγκροτήματος και η φρουρά οδηγήθηκε στην Ξάνθη. Ο αγώνας τού οχυρού Εχίνος μετά από αγώνα μέχρις εσχάτων, είχε τελειώσει.