Τα ξημερώματα της Κυριακής 26 Μαρτίου λήγει η εφαρμογή του μέτρου της χειμερινής ώρας και θα πρέπει να μετακινήσουμε τους δείκτες των ρολογιών μία ώρα μπροστά. Όπως πάντα, η… μεταφορά στη θερινή ώρα, θα πραγματοποιηθεί τα ξημερώματα της τελευταίας Κυριακής του Μαρτίου.
Συγκεκριμένα, οι δείκτες του ρολογιού θα προχωρήσουν μία ώρα μπροστά, δηλαδή από τις 03:00 τα ξημερώματα της Κυριακής στις 04:00.
Η ανακοίνωση του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών αναφέρει:
«Σας υπενθυμίζουμε ότι, την Κυριακή 26 Μαρτίου 2023, λήγει η εφαρμογή του μέτρου της χειμερινής ώρας, σύμφωνα με την Οδηγία 2000/84 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19/01/2001, σχετικά με τις διατάξεις για τη χειμερινή ώρα.
Οι δείκτες των ρολογιών πρέπει να μετακινηθούν μία ώρα μπροστά, δηλαδή από 03:00 π.μ. σε 04:00 π.μ..», αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση με τίτλο «Λήξη χειμερινής ώρας».
Γιατί γίνεται η αλλαγή της ώρας
Το μέτρο της αλλαγής της ώρας έχει ως βασικό πλεονέκτημα την εξοικονόμηση ενέργειας. Συνολικά, κατά τους επτά μήνες της θερινής ώρας εξοικονομούμε 210 ώρες ηλεκτρικής ενέργειας εκμεταλλευόμενοι τον Ήλιο.
Τη δεκαετία του ’70, υπό την επήρεια της πετρελαϊκής κρίσης, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούσαν να εκμεταλλευθούν το φως της ημέρας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Από το 1996 ισχύει μία ενιαία, πανευρωπαϊκή ρύθμιση, κατά την οποία την Άνοιξη γυρίζουμε τα ρολόγια μία ώρα μπροστά (ώστε να αξιοποιούμε το φως της ημέρας για μία ώρα επιπλέον), ενώ το Φθινόπωρο τα επαναφέρουμε μία ώρα πίσω.
Θερινή και χειμερινή ώρα στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η αλλαγή ώρας εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 1932 όπου τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά.
Η αλλαγή της ώρας, που είχε υιοθετηθεί αρχικά για λόγους εξοικονόμησης ενέργειας και ισχύει επίσης και σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες (στη Γαλλία από το 1976), προκαλεί έντονες αντιδράσεις εδώ και χρόνια,.
Οι επικριτές της επικαλούνται επιστημονικές έρευνες που συνδέουν την αλλαγή της ώρας με ασθένειες του καρδιαγγειακού ή ανοσοποιητικού συστήματος, λόγω της διακοπής του βιολογικού κύκλου, και να υποστηρίζουν ότι δεν παρατηρείται πλέον οποιαδήποτε εξοικονόμηση ενέργειας.