Εκδρομή πραγματοποίησε την Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022 ο σύλλογος Σαρακατσάνων νομού Ξάνθης «ο Λεπενιώτης» η οποία περιελάβανε προσκύνημα στην ιερά μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Νικητών Καβάλας αμέσως μετά καφέ και φαγητό στον Κεχρόκαμπο Καβάλας και στην επιστροφή γλυκό και καφέ στην Σταυρούπολη της Ξάνθης.
40 περίπου μέλη και φίλοι του συλλόγου Σαρακατσάνων Ξάνθης μαζί με τον πρόεδρο του συλλόγου Γιώργο Μπίκο και μέλη του ΔΣ αναχώρησαν από την πλατεία Μπαλτατζή στις 8 η ώρα το πρωί για προσκύνημα και εκκλησιασμό στην ιερά μονή μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Αργότερα ξεναγήθηκαν στο μοναστήρι και ενημερώθηκαν για την ιστορία του μοναστηριού και τα πολλαπλά θαύματά της ιερής εικόνας μεταμορφώσεως του Σωτήρος που εμφανίζει κινητικότητα. Ακολούθησε καφές και φαγητό στο όμορφο χωριό του Κεχρόκαμπου κάτω από τα μεγάλα Πλάτανια στην πλατεία του χωριού στην ταβέρνα του Μωυσή. Οι εκδρομείς αναχώρησαν για την Σταυρούπολη Ξάνθης όπου απόλαυσαν τον απογευματινό τους καφέ και τα γλυκά του χωριού. Το ραντεβού για την επόμενη εκδρομή ανανεώθηκε με την εκδρομή στον Άγιο Παΐσιο.
Σχετικά με το Μοναστήρι:
Βρίσκεται μέσα σε μια βραχώδη, ανισόπεδη αλλά καταπράσινη περιοχή που περικλείουν τα χωριά Μακρυχώρι, Ελαφοχώρι, Δύσβατο και Στεγνό της ορεινής περιοχής του Νέστου.
Η Μονή είναι χτισμένη ακριβώς δίπλα στο εγκαταλελειμμένο σήμερα οικισμό των Νικητών από τον οποίο πήρε το γνωστό λαϊκό της όνομα ως η Μονή των Νικητών. Από τον άξονα της εθνικής οδού Καβάλας – Ξάνθης και από το σταυροδρόμι που δημιουργείται στο ύψος της διασταύρωσης με το δρόμο της Χρυσούπολης απέχει ακριβώς 11 χιλιόμετρα. Όλη η περιοχή γύρω από το μοναστήρι είναι ορεινή και άγονη και δυστυχώς σήμερα είναι σχεδόν απόλυτα εγκαταλελειμμένη από τους κατοίκους της που κατέβηκαν στην Καβάλα αλλά και τη Χρυσούπολη περίπου κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1960. Αφορμή για τη δημιουργία της Μονής αυτής υπήρξε η θαυματουργός εικόνα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, την οποία είχαν φέρει το 1922 οι ξεριζωμένοι κάτοικοι του χωριού Άνω Νεοχώρι Πανόρμου στη χερσόνησο της Κιζύκου.
Η εικόνα είναι διαστάσεων 100 x 55 εκατοστά και ακολούθησε την πορεία των προσφύγων, άλλοτε στην Καβάλα ή το Ελαφοχώρι κι άλλοτε στους Νικητές.
Με απόφαση του μητροπολίτου Χρυσοστόμου (Χατζησταύρου) το μουσουλμανικό τέμενος των Νικητών αποφασίστηκε να καθαριστεί και εγκαινιάστηκε έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί προσωρινά τουλάχιστον, ως ένας ορθόδοξος ναός και να φιλοξενήσει έτσι την ιερή εικόνα. Με αυτό τον τρόπο, το μικρό χωριό, χάρη στην Θαυματουργή εικόνα, έγινε ο πόλος έλξεως όχι μόνο των Ανωνεοχωριτών, αλλά και της ευρύτερης περιοχής.
Όμως, η άγονη περιοχή δεν εξασφάλιζε τα απαραίτητα για τη ζωή των κατοίκων, οι οποίοι σιγά – σιγά εγκατέλειψαν το χωριό τους, με αποτέλεσμα το 1955 να ερημωθεί σχεδόν ολοκληρωτικά, ακόμη ο ναός – το παλαιό τέμενος δηλαδή – κατέρρεε επίσης και οι προσκυνητές δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν, αφού ούτε ιερέας υπήρχε για να τελέσει τις Ακολουθίες και να λειτουργήσει. Έτσι, οι κάτοικοι των χωριών Μακρυχώρι και Ελαφοχώρι άρχισαν να ερίζουν για το ποιο είχε περισσότερα «δικαιώματα» να πάρει την θαυματουργή εικόνα και η υπόθεση αυτή έφθασε ακόμη και ενώπιον της Δικαιοσύνης, το 1968.
Το συμβιβασμό της υπόθεσης ανέλαβε ο τότε ιεροκήρυκας της Μητρόπολης, αρχιμανδρίτης Ιωακείμ Καραχρήστος, που εισηγήθηκε «να γίνει γυναικείο Ησυχαστήριο στους Νικητές και να παραμείνει η εικόνα στην αρχική της θέση και να ανήκει σε όλους, που θα την ευλαβούνται και θα την τιμούν». Έτσι, λοιπόν, στις 26 Μαρτίου του 1969 εγκαταστάθηκαν σε ένα παλιό σπίτι κοντά στο ναό οι πρώτες μοναχές και ξεκίνησε με αυτό τον τρόπο η προσπάθεια για την οργάνωση αυτού του Ησυχαστηρίου, που έμελλε πολύ σύντομα να εξελιχθεί στη σημερινή κοινοβιακή Μονή.
Αποφασιστική προς την κατεύθυνση αυτή, ήτανε η συμβολή του μητροπολίτου Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου που βοήθησε όχι μόνο στην έκδοση της απόφασης του υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (Φ. 063.1/17/5381/6.3.1975, ΦΕΚ 307 Β’) για την ίδρυση της κοινοβιακής Μονής, αλλά και μερίμνησε για την εξασφάλιση χρηματικού ποσού, για την έναρξη των εργασιών ανεγέρσεώς της.
Μέσα σε δέκα χρόνια ολοκληρώθηκε το κτιριακό συγκρότημα, που θαυμάζουν σήμερα οι πολυάριθμοι επισκέπτες και προσκυνητές.
Στο κέντρο και σε περίοπτο σημείο δεσπόζει το καθολικό της Μονής, όπου πλέον φυλάσσεται η ιστορική και θαυματουργός εικόνα της Μεταμορφώσεως. Η φιάλη του Αγιασμού, βρίσκεται απέναντι από την είσοδο του καθολικού, και κοντά το παρεκκλήσι του Τίμιου Προδρόμου.
Ένα διώροφο βυζαντινού ρυθμού κτίριο στεγάζει τα κελλιά, τα εργαστήρια κι άλλους χώρους αναγκαίους για τη λειτουργία της Μονής, καθώς και το ναΐσκο του αγίου Νεκταρίου, όπου τελούνται οι καθημερινές Ακολουθίες της μοναστικής αδελφότητος.
Διώροφος, βυζαντινού επίσης ρυθμού, είναι και ο ξενώνας. Μπροστά του μια κομψή κρήνη με δροσερό νερό και πλάι της το όμορφο παρεκκλήσιο του αγίου Παντελεήμονος, το κτίριο των εκθεμάτων που φιλοτεχνούν οι μοναχές και από τα οποία η Μονή εξασφαλίζει έναν από τους λίγους πόρους για τη συντήρησή της. Στα χαμηλότερα σημεία του συγκροτήματος, όπου οι παλαιές εγκαταστάσεις, τώρα υπάρχουν αποθήκες, εργαστήρια και βοηθητικοί χώροι καθώς και το κοιμητήριο της Μονής, το προσκυνητάρι της Αναστάσεως και το της Σταυρώσεως (ο μικρός Γολγοθάς).
Το μοναστηριακό συγκρότημα συμπληρώνεται από το «κιόσκι», την Βιβλιοθήκη και το Σκευοφυλάκιο καθώς και τον τάφο του π. Σωτήρη Μελίδη, ιερέα της Μονής.
Η Θαυματουργή εικόνα της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος των Νικητών είναι γνωστή ως η εικόνα που “χτυπάει” και χτυπάει μόνο την ημέρα της εορτής της και μετά την λειτουργία. Την βγάζουν οι ιερείς στην αυλή του μοναστηριού, γράφονται ποιοι θέλουν να την κρατήσουν και με την σειρά ένας, δυο, τρεις ή περισσότεροι κάθονται κάτω με απλωμένα τα πόδια και βάζουν την εικόνα επάνω τους. Αν είναι περισσότεροι του ενός και θέλει να χτυπήσει τον έναν, με θαυμαστό τρόπο χτυπάει μόνο εκείνον, αν δεν διαβάσουν οι ιερείς κάποια ευχή, δεν σταματάει, δεν είναι βέβαια απαραίτητο να χτυπήσει κάθε φορά. Μέχρι σήμερα κανείς δεν ξέρει η εικόνα ποιόν χτυπάει, τον καλό ή τον κακό.
Μεταξύ των τίμιων λειψάνων που φυλάσσονται στη Μονή Νικητών είναι των αγίων Ξένης, Νήφωνος, Γεωργίου του εξ Ιωαννίνων, Πέντε Μαρτύρων, Ακακίου, Παντελεήμονος, Ραφαήλ Νικολάου Ειρήνης, Νεκταρίου, Θεοκτίστης και Θωμαΐδος.
Οι αδελφές του μοναστηριού καταγίνονται με την αγιογραφία, τη χρυσοκεντητική και τις αγρο – δενδροκαλλιέργειες καθώς επίσης και με την εκτροφή χοίρων, αιγοπροβάτων, πουλερικών αλλά και με την παραγωγή σπουδαίων και βιολογικών γαλακτοκομικών προϊόντων.
Η πρόσβαση στην Μονή γίνεται μέσω της Εγνατίας οδού από τον κόμβο της Χρυσούπολης που ακολουθούμε την έξοδο πρός Ζαρκαδιά. Περνάμε περιφερειακά και όχι μέσα στο χωριό ενώ υπάρχουν από εκεί πινακίδες σήμανσης που οδηγούν στο μοναστήρι. Ο δρόμος είναι καλός με κάποιες ανηφορικές διαδρομές που χρίζουν προσοχής αλλά προσεγγίζουν εύκολα ακόμη και μεγάλα πούλμαν.