Αυτό το διάστημα, με την ευκαιρία του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας των Ρομά (στις 8 Απριλίου), δημοσίευσα σχετικά κείμενα και χάρηκα που πήρα μέρος στις εκδηλώσεις του 8ου Γυμνασίου της πόλης μας. Όπως και άλλοτε, σε ανάλογες περιπτώσεις είπα (πχ για τους Πομάκους), το πιο σημαντικό είναι οι ίδιες οι ομάδες των πολιτών και των μαθητών να δραστηριοποιούνται και να παίρνουν το θέμα στα χέρια τους.
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα. Αναζητώντας στο διαδίκτυο στοιχεία, βρήκα ότι στο Δήμο Σοφάδων Καρδίτσας ο Ρομ Παναγιώτης Χαρίτος διατέλεσε προ ετών εντεταλμένος Δημοτικός Σύμβουλος αρμόδιος για θέματα Ρομά, είναι απόφοιτος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του ΔΠΘ, ενώ ασχολείται και δημοσιεύει πολλά κείμενα για τον πολιτισμό και τα χαρακτηριστικά τους. Δεν έχουν ανάγκη από «εξωτερικούς» σωτήρες ή σοφούς.
Ως αφορμή για τούτες τις εισαγωγικές παρατηρήσεις έχω το ωραίο δίγλωσσο βιβλίο του 8ου Γυμνασίου Ξάνθης «Το κορίτσι Κατσίκα» που έχει εκδοθεί μέσα στο 2022 στις εκδόσεις του Μιχάλη Σπανίδη (αριθμός έκδοσης 252). Σελιδοποίηση, εκτύπωση, βιβλιοδεσία από τις Γραφικές Τέχνες «Δαλακάκη».
*
Για να εκτιμήσουμε και αξιολογήσουμε ένα λαϊκό δημιούργημα, όπως καλή ώρα είναι το παραμύθι, καλό είναι να συνεκτιμήσουμε διάφορους γενικότερους παράγοντες και στοιχεία.
Οι ονομαζόμενοι στη σύγχρονη εποχή Ρομά κατά περιόδους είχαν διάφορες ονομασίες και υπήρχαν ποικίλες απόψεις για την προέλευσή τους. Η συνηθισμένη στον ελλαδικό χώρο ονομασία γύφτος προέρχεται από το Αιγύπτιος, απηχώντας την καταγωγή τους και πιθανή σχέση με τον Φαραώ.Η πιο κυρίαρχη, πάντως, άποψη είναι ότι κατάγονται από την Ινδία. Υπάρχουν πολλές απόψεις για τους λόγους της μετακίνησής τους. Ο όρος Ρομ που έχουν οι Ευρωπαίοι Τσιγγάνοι μπορεί να προέρχονται από το βυζαντινό «Ρωμαίοι» και «Ρωμανία». Πιστεύεται ότι οι Τσιγγάνοι πέρασαν στην Ευρώπη μέσω Αρμενίας και Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αφού προηγουμένως εμφανίστηκαν στην Περσία περί το τέλος του 9ου αιώνα.
Δεν είναι γνωστό πότε μετανάστευσαν στην Αρμενία, παρατηρείται όμως ότι σε όλες τις διαλέκτους των Ευρωπαίων Τσιγγάνων υπάρχει σημαντικός αριθμός αρμενικών λέξεων. Η μετανάστευσή τους προς τα βυζαντινά εδάφη πιστεύεται ότι έγινε ώστε να αποφύγουν τις επιδρομές των Σελτζούκων. Αναφορές για την ύπαρξη Τσιγγάνων στην Κωνσταντινούπολη υπάρχουν από τα μέσα του 11ου αι. Από εκεί πέρασαν στη Θράκη και στη συνέχεια σε άλλα μέρη της Ευρώπης υπό την πίεση της προέλασης των Οθωμανών.
Όσον αφορά τον πολιτισμό των Ρομά, αξίζει να αναφέρουμε ότι σε βυζαντινό κείμενο (πιθανώς του 14ου αι.) οι τσιγγάνοι αναφέρονται ως «κατζίβελοι» και ως κοσκινοποιοί, μια τέχνη που ασκούσαν έως πρόσφατα.
Οι Ρομά ένας λαός που είναι εγκατεσπαρμένος σε τόσες ηπείρους και χώρες, έχει ποτιστεί και επηρεαστεί σε όλα τα επίπεδα του πολιτισμού από όλες τις περιοχές πού διήλθε ή ζει. Αν λάβουμε μάλιστα υπόψη ότι πολλοί/πολλές ήταν ή είναι ακόμη νομάδες, περιπλέκεται η όλη κατάσταση. Εντούτοις παρά την πολιτιστική πολυμορφία παραμένουν μερικές σταθερές αξίες, όπως η πίστη στην οικογένεια και στην ύπαρξη του Θεού. Οι κοινότητες των Ρομά είναι συνήθως κλειστές κι επικρατεί η τάση διατήρησης των εθίμων και των παραδόσεών τους.
Η γυναίκα παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην κοινωνία των Ρομά. Συχνά θεωρείται απλό κτήμα του άνδρα, αν και ασκεί μεγάλη επίδραση στον άντρα της. Ιδίως οι νέες και ωραίες σύζυγοι ασκούν παντοδυναμία. Πληροφορούμαστε ότι η γηραιότερη μεταξύ των γυναικών λέγεται «Γριά Μητέρα» και θεωρείται ο θεματοφύλακας των ηθών και των εθίμων της κοινότητας.
Ως κατακλείδα παραθέτω τη διατύπωση του Παναγιώτη Χαρίτου που προαναφέραμε: «Ο τσιγγάνικος πολιτισμός είναι ένα σύνολο αξιών, ιδεών, πεποιθήσεων, κανόνων συμπεριφοράς, ηθών και εθίμων. Ο πολιτισμός των Ρομά δεν κληρονομείται μέσα από τις διαδικασίες της βιολογίας, άλλα μεταδίδεται από γενιά σε γενιά μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικής μάθησης προφορικά».
*
Το παραμύθι που εξέδωσε το 8ο Γυμνάσιο Ξάνθης «Το κορίτσι Κατσίκα – Ι tshei Ketshika» είναι μια ενδιαφέρουσα δίγλωσση παρουσία. Στον Πρόλογο του βιβλίου διαβάζουμε χρήσιμα στοιχεία για το παραμύθι και τον παραμυθά. Παραθέτω σχετικά σπαράγματα του προλόγου:
«Το παραμύθι αποτελεί ένα είδος προφορικού λόγου, προφορικής παράδοσης, το οποίο μεταδίδεται από γενιά σε γενιά. Παράγεται στην παραδοσιακή κοινωνία και εξαρτάται από τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκε. Αποτελεί μια ζώσα διαδικασία πολιτιστικών στοιχείων μέσα από τις αναπαραστάσεις του παρελθόντος. Αποτυπώνονται σ’ αυτό στοιχεία της κοινότητας που το παρήγαγε και το ανατροφοδοτεί […] Στην δημιουργία, στην διαμόρφωση και στην συντήρησή του παραμυθιού συμμετέχει όλη η κοινότητα. Φορείς της όλης διαδικασίας είναι ασφαλώς ο αφηγητής, αλλά και το ακροατήριό του. Σε όλα τα Βαλκάνια υπάρχουν κοινά παραμυθικά μοτίβα, στα πλαίσια των πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ των λαών».
Σημαντικός είναι ο ρόλος αυτού / αυτής που συντελεί στη διατήρηση και μετάδοση του παραμυθιού.
«Ο αφηγητής-παραμυθάς είναι μέλος της κοινότητας και φορέας της παράδοσης. Έχει ισχυρή μνήμη και θυμάται ιστορίες, παραμύθια και τραγούδια από την παιδική του ηλικία. Το γεγονός πως δεν υπήρχε πρόσβαση σε γραπτά κείμενα στις παραδοσιακές κοινωνίες, ενίσχυε την ικανότητα απομνημόνευσης των παραμυθάδων, οι οποίοι ήταν στην πλειοψηφία τους άνδρες».
Και ας έρθουμε στην ιστορία του συγκεκριμένου παραμυθιού: «Το αφηγήθηκε η Εμπιέ Χουσείν Ογλου στην κόρη της Σονγκιούλ Ραμαδάν Ογλου η οποία το κατέγραψε στα ελληνικά. Την μεταγραφή του παραμυθιού στα τσιγγανικά έκανε ο Εμίν Γιασάρ Ογλου. Την εικονογράφηση έκανε η καθηγήτρια των Καλλιτεχνικών, Ελένη Καρακιουλάχ. Την φιλολογική επιμέλεια είχαν η Φιλόλογος Σοφία Τσολακίδου και η διευθύντρια του 8ου Γυμνασίου, Παρθενόπη Κελτσίδου, οι οποίες συντονίζουν ένα Πολιτιστικό Πρόγραμμα με θέμα το τσιγγανικό παραμύθι. Το πρόγραμμα εκπονείται από μαθητές και μαθήτριες του σχολείου».
Θα δώσουμε την αρχή και το τέλος του παραμυθιού:
«Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένα κορίτσι που ήταν κατσίκα. Το κορίτσι ζούσε με δύο γεροντάκια αλλά δεν ήταν τότε κορίτσι, ήταν κατσίκα. Ήταν φτωχή οικογένεια και είχαν οι άνθρωποι μια κατσίκα.
Κάθε φορά που πήγαιναν στην πόλη να φέρουν φαγητό και ξύλα, τότες έβγαινε η κατσίκα, πετούσε το δέρμα από πάνω της και γινόταν κορίτσι».
Και, βέβαια, το παραμύθι έχει και πριγκιπόπουλο που «βλέπει την κατσίκα που βγάζει το δέρμα και γίνεται μια πανέμορφη» . Το τέλος του παραμυθιού, λέει ο νέος:
«Εγώ σε δέχομαι να σε παντρευτώ, αν με δέχεσαι και εσύ, θα σου κάνω γάμο σαράντα μερόνυχτα».
Πολυσήμαντη η αξία τούτης της έκδοσης, για την οποία συγχαίρω όλους τους συντελεστές και όλες τις συντελέστριες. Όπως είπα και στην εκδήλωση του 8ου Γυμνασίου, «για να αλλάξει ο κόσμος θέλει δουλειά πολλή».
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2022