Καταρχήν, η βία κατά των γυναικών, η έμφυλη βία, είτε με τη μορφή της σωματικής, σεξουαλικής ή ψυχολογικής βίας παρότι καθημερινό φαινόμενο παραμένει αόρατο, διότι οι καταγγελίες που γίνονται και φθάνουν στις αίθουσες των δικαστηρίων είναι ελάχιστες σε σχέση με το πραγματικά συμβαίνον. Ακόμη πιο υπόκωφη παραμένει η εκδηλούμενη βία κατά των γυναικών μέσα στην οικογένεια.
Οι πράξεις αυτές, ασφαλώς, αντιμετωπίζονται στα πλαίσια των κατασταλτικών μηχανισμών της συντεταγμένης Πολιτείας μέσω του συστήματος της ποινικής δικαιοσύνης.
Περαιτέρω, με δεδομένο ότι στην έμφυλη βία υφίσταται ένα αναχρονιστικό στερεότυπο του δράστη – άνδρα προς το θύμα – γυναίκα, διότι σε συντριπτικό ποσοστό τα θύματα έμφυλης βίας είναι γυναίκες, θα ανέμενε κανείς ότι η ίδια η εξέλιξη της κοινωνίας θα συνιστούσε αποτρεπτικό παράγοντα εκδήλωσης τέτοιας μορφής βίας από τους ίδιους τους κοινωνούς, σε συνδυασμό με την αυστηρή αντιμετώπιση του δράστη από την ποινική δικαιοσύνη.
Εντούτοις, το γεγονός ότι σήμερα παρατηρείται έξαρση αυτής της μορφής βίας και μάλιστα στην πιο ακραία μορφή της θεωρώ ότι η Πολιτεία θα πρέπει να λειτουργήσει πλέον προληπτικά με βασική επιδίωξη την αλλαγή της κουλτούρας, κάτι που προφανώς παρά την κοινωνική εξέλιξη αποδεικνύεται ότι δεν έχει επιτευχθεί. Τούτο προϋποθέτειστοχευμένες πολιτικές δράσεις μέσα στην οικογένεια, στο σχολείο, στους χώρους εργασίας από την ίδια την κοινωνία, η οποία θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και να είναι πλέον συμμετοχική, μη επαφιόμενη στις κρατικές δράσεις.