Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ AΠΟΣΤΟΛΟΥ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΚΑΙ ΤΟ ’21
του Θανάση Μουσόπουλου
Το 2021 γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Δεν πρόκειται για ένα γεγονός μονοσήμαντο – εννοώ η Επανάσταση. Συνεπώς και η προσέγγισή του δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Όποιος / όποια το προσεγγίζει μονόπλευρα δεν προσφέρει καθόλου καλή υπηρεσία στον κάθε Έλληνα και στην κάθε Ελληνίδα όπου γης.
Με τα δημοσιεύματά μου αυτά θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε την ιστορία της περιόδου με αγάπη και αγνότητα. Μας βοηθούν παλιότεροι και νεότεροι ιστορικοί, που προσεγγίζουν την ιστορία με τη δική τους οπτική.
Παρουσιάζω στο σημερινό μου άρθρο τον ιστορικό Απόστολο Βακαλόπουλο (1909 – 2000). Ήταν ο αγαπημένος μου καθηγητής νεοελληνικής ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Με την ευκαιρία των 20 χρόνων από το θάνατό του τού αφιέρωσα κείμενο (αδημοσίευτο ακόμη), όπου αναφέρω ό,τι του οφείλω. Αντιγράφω: «Το σύγγραμμα που μας έδωσαν ήταν η «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού – Β΄ Τουρκοκρατία 1453 – 1669 – Οι ιστορικές βάσεις της Νεοελληνικής Κοινωνίας και Οικονομίας» (Θεσσαλονίκη, 1964, σελ. 501). Ήταν για μένα μια ευκαιρία να παρακολουθήσω τη συνολική πορεία και εξέλιξη της νεοελληνικής κοινωνίας, τη συγκρότηση και πορεία της νεοελληνικής δομής. […] Ένα νέος έρωτας γεννιέται, χάρη στην έμπνευση που μου προκάλεσε ο καθηγητής μας Απόστολος Βακαλόπουλος: η ζωή στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και η Θράκη. Απομυθοποίηση του τι συνέβη μετά την άλωση και στη συνέχεια».
*
Παραθέτω ένα συνοπτικό εργοβιογραφικό σημείωμα.
Ο Απόστολος Βακαλόπουλος, γεννήθηκε στο Βόλο το 1909, και από το 1914 έζησε στη Θεσσαλονίκη. Έτσι, από μικρό παιδί, έζησε την εξέλιξη της πόλης αυτής και τους παλμούς της μακεδονικής γης. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης στρεφόμενος προς τη μελέτη του μεταβυζαντινού και νεοελληνικού κόσμου. Καρπός των πρώτων αυτών ερευνών του υπήρξε η σύνταξη της διδακτορικής διατριβής «Πρόσφυγες και προσφυγικόν ζήτημα κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821». Το 1943 εξελέγη άμισθος υφηγητής της Ιστορίας της Νεωτέρας Ελλάδος και το 1944 εντεταλμένος υφηγητής. Τα καθημερινά δεινά της Κατοχής, τα πάθη, τα βασανιστήρια, η πείνα και οι στερήσεις του λαού μας έστρεψαν τον Απ. Βακαλόπουλο στην αναζήτηση της πορείας του Νέου Ελληνισμού από το 1204 ως το 1830˙ προέκυψε, έτσι, το οκτάτομο συνθετικό έργο «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού», που ολοκληρώθηκε σε διάστημα είκοσι επτά ετών (1961-1988). Πρόκειται για έργο ζωής. Την Ιστορία του αυτή, ο Απ. Βακαλόπουλος συμπλήρωσε με τις «Πηγές της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού», όπου παρατίθενται πρωτότυπες πηγές και συγκλονιστικά κείμενα των βασικότερων σταθμών της νεοελληνικής ιστορίας. Το 1956 εξελέγη τακτικός καθηγητής, θέση που κράτησε ως το 1974, οπότε και απεχώρησε λόγω ορίου ηλικίας. Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Μελετών , και συνεργάτης του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, του οποίου διετέλεσε και πρόεδρος επί τριετίαν (1983-1986).
Για όλες αυτές τις εργασίες και έρευνες ο καθηγητής Απ. Βακαλόπουλος μας μιλούσε στα μαθήματά του. Συνέγραψε πάνω από διακόσιες μελέτες και συγγράμματα που αφορούν τη Θεσσαλονίκη, τη μείζονα Μακεδονία, τον Νέο Ελληνισμό, έδωσε δεκάδες διαλέξεων, αντιπροσώπευσε τη χώρα μας σε διεθνή συνέδρια, τιμήθηκε από την Ελληνική Πολιτεία και από ξένα Πανεπιστήμια και επιστημονικές εταιρείες. Υπήρξε συντάκτης σε φιλολογικά και ιστορικά περιοδικά, όπως το Μακεδονικά, το Ελληνικά, το Balkan Studies.
Θα αναφέρω μικρή επιλογή έργων του: Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833 (1969) – Ιστορία του νέου ελληνισμού, 1204-1831 (8 τόμοι) 1961- Πρόσφυγες και προσφυγικόν ζήτημα κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821, 1939 – Αιχμάλωτοι Ελλήνων κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821, 1941 – Τα ελληνικά στρατεύματα του 1821: οργάνωση, ηγεσία, τακτική, ψυχολογία, 1948 – Περί των προσφυγικών εγκαταστάσεων εν τη περιοχή της Θεσσαλονίκης – Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983 (1983) – Νέα Ελληνική Ιστορία, 1204 – 1985, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1987 / 1991 – Επίλεκτες Βασικές Ιστορικές Πηγές της Ελληνικής Επανάστασης, Εκδόσεις Βάνιας Θεσσαλονίκης, 1990 – Καίρια θέματα στην ιστορία μας, εκδ. Βάνιας – Ο χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα, εκδ. Σταμούλης Αντ. Αθήνα, 2003
*
Οφείλω στο σημείο αυτό του κειμένου μου, πριν αναφερθούμε ειδικά στις θέσεις του για την Επανάσταση του 1821, να δώσω τον λόγο στον ίδιο τον καθηγητή Απόστολο Βακαλόπουλο. Στον Πρόλογο της πολύτομης «Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού» διαβάζουμε μια «ανοιχτή» εξομολογητική ματιά του συγγραφέα:
«[…] Έχοντας υπ’ όψη μου όχι μόνο τον σπουδαστή της ιστορίας, αλλά και γενικά τον φιλίστορα που θα ήθελε να αντλήσει την ιστορική ύλη από τις πρώτες πηγές, από τις απηχήσεις των ίδιων των γεγονότων, κατέταξα τα κείμενα σε τρία μεγάλα μέρη: στα αναγόμενα 1) στην κοινωνική οργάνωση των Νέων Ελλήνων 2) στην οικονομική και πνευματική τους άνοδο και 3) στις στρατιωτικές τους δυνάμεις και πολεμικές επιχειρήσεις, και αυτά πάλι σε μικρότερες ενότητες, όπως το διαπιστώνει κανείς από τον πίνακα των περιεχομένων. Και νομίζω πως ο αναγνώστης που θα διεξέλθει τα κείμενα, θ’ ακολουθήσει την οδυνηρή πορεία του Γένους σε όλο το μάκρος της, θα συγκινηθεί από τα βάσανά του, θ’ ακροαστεί τους καϋμούς, θα νιώσει τους πόθους του για ελευθερία και δικαιοσύνη, τη δίψα του για μάθηση και για καλυτέρευση των συνθηκών της ζωής του, θα εισδύσει σε πολλές λεπτομέρειες τραγικές, αλλά και διδακτικές, και θα προβληματίζεται συνεχώς επάνω στις αμέτρητες και στις απροσδιόριστες ακόμη συνέπειες της σκλαβιάς. […] Ό,τι διαβάζεται στα κείμενα αποτυπώνεται από την πρώτη στιγμή στη μνήμη με καυτό σίδερο.[…]».
*
Όσον αφορά την Επανάσταση του 1821, θα παρουσιάσουμε τις απόψεις του Απ. Βακαλόπουλου όπως αναπτύσσονται στο έργο του «Νέα Ελληνική Ιστορία 1204 – 1985».
Ξεκινούμε από το κεφάλαιο «Οικονομική και πνευματική άνοδος των Ελλήνων κατά τα τέλη του 18ου και αρχές του 19ου αιώνα».
«Την εθνική αφύπνιση των Ελλήνων την υποβοηθεί πάρα πολύ η οικονομική τους άνοδος, η οποία αποτελεί ενδιαφέρον φαινόμενο της νέας ελληνικής και γενικά της ευρωπαϊκής ιστορίας. Η σπουδαιότητα του φαινομένου αυτού κορυφώνεται μετά την έκρηξη της γαλλικής επαναστάσεως (1789), οπότε η χαλάρωση της δραστηριότητας του γαλλικού ναυτικού στην Εγγύς Ανατολή μετά την έναρξη των ναπολεόντειων πολέμων, καθώς και η ανυπαρξία σχεδόν του τουρκικού εμπορικού ναυτικού, δίνουν την ευκαιρία στους Έλληνες, προ πάντων της Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών, θα ευρύνουν τις εμπορικές τους επιχειρήσεις». Επίσης «Συγκροτείται έξω από τη σκλαβωμένη Ελλάδα μια ισχυρή ελληνική αστική τάξη, μέλη της οποίας ξαναγυρίζουν και εγκαθίστανται στις πατρίδες τους μεταφέροντας πλούτο, νέες αντιλήψεις ζωής και επαναστατικές ιδέες».
Στη συνέχεια περνούμε στο διαφωτισμό.
«Η οικονομική άνοδος ευνοεί την εθνική και πνευματική αναγέννηση των Ελλήνων». Γίνεται αναφορά σε σχολεία, βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες, κυριεύει τους Έλληνες πάθος για την παιδεία. «Η πολιτιστική αυτή κίνηση είναι αισθητή κατά τα τέλη του 18ου και αρχές του 19ου αιώνα». Ονομαστοί είναι οι δάσκαλοι του γένους. Από όλους ξεχωρίζει ο Αδαμάντιος Κοραής «για τη μεγάλη του συμβολή στην αφύπνιση του ελληνικού έθνους». Βέβαια, να σημειώσουμε ότι «Η πνοή του φιλελευθερισμού που φυσά στην Ελλάδα, η ελευθεριάζουσα σκέψη των λογίων της και το αντικληρικό πνεύμα μερικών ανησυχούν τα πνεύματα των συντηρητικών που φοβούνται τις καταλυτικές επιδράσεις της Δυτικής Ευρώπης. Οι κατηγορίες για αθεΐα και βολταιρισμό ήταν επικίνδυνες».
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα αναπτύσσεται το πνεύμα και η δράση του Ρήγα Βελεστινλή. «Εκδίδει, μεταξύ άλλων έργων, τη ‘Χάρτα της Ελλάδος’ και το ‘Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας’ και περιλαμβάνει μέσα σ’ αυτήν όλους τους λαούς της Βαλκανικής, αλλά δίνει πρωτεύουσα θέση στους Έλληνες».
Και κλείνει αυτή την ανάλυσή του ο Απ. Βακαλόπουλος με το συμπέρασμα: «Η ιδέα της ελληνικής επαναστάσεως ξεκίνησε με την πρωτοβουλία ιδίως των αστών του εξωτερικού, των μικροαστών, αλλά ο αγώνας πραγματοποιήθηκε με τις δυνάμεις όλου του στρατευμένου έθνους και ιδίως των βιοτεχνών, γεωργών και βοσκών, γιατί αυτοί αποτελούσαν και τη μεγάλη πλειοψηφία του».
Στη συνέχεια διαπιστώνει ότι με το θάνατο του Ρήγα δεν σταμάτησαν οι επαναστατικές ζυμώσεις των Ελλήνων. Σημειώνει ότι πολλοί ξένοι ταξιδιώτες στα νεότερα χρόνια επισκέπτονται την Ελλάδα, θαυμάζουν τα αρχαία λείψανα ή είναι αρχαιολάτρες. Αναπτύσσεται ο φιλελληνισμός που ευνοείται και από το ‘γονιμοποιό κλίμα του ρομαντισμού’. Λογοτέχνες γράφουν πεζά και ποιήματα που δείχνουν τη συμπάθειά τους για τους Έλληνες. «Αν η Αναγέννηση με τον κλασικισμό της έστρεψε βαθμιαία την προσοχή του δυτικού κόσμου προς την αρχαία Ελλάδα […] ο ρομαντισμός με την ενθουσιαστική του ορμή, με την έξαρση της φαντασίας και του συναισθήματος συγκινεί πολλούς ανθρώπους των γραμμάτων και τους προετοιμάζει για μια κοινή δραστική ενέργεια, για μια νέου είδους σταυροφορία υπέρ των Ελλήνων».
Το επόμενο σημείο αναφέρεται στα χρόνια της Επανάστασης. «Η διάχυτη άλλοτε ελπίδα του ελληνικού έθνους ότι θα λυτρωθεί με τη βοήθεια ξένου κράτους είχε κλονιστεί σημαντικά ύστερ’ από τις τόσες κατά καιρούς απογοητεύσεις του. Οι δοκιμασίες του αυτές τον έκαναν να αισθανθεί βαθιά ότι έπρεπε να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις».
Ο ιστορικός αφηγείται τα επαναστατικά γεγονότα, παράλληλα αναφέρεται στη στάση της ευρωπαϊκής διπλωματίας και στον φιλελληνισμό. «Η επανάσταση των Ελλήνων ξεσπάζει σε μια περίοδο που η Ευρώπη ήταν κουρασμένη από τους ναπολεόντειους πολέμους (1792 – 1815) και οι νικητές μονάρχες των μεγάλων κρατών ούτε καν ήθελαν ν’ ακούσουν για επανάσταση, γιατί μια τέτοια κίνηση απειλούσε να καταστρέψει την ευρωπαϊκή ισορροπία και τη νέα τάξη πραγμάτων που είχε επιβάλει η πολιτική της Ιερής Συμμαχίας».
Το δυσμενές αυτό κλίμα επηρέαζε η συμπάθεια των λαών της Ευρώπης και Αμερικής για τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Εφημερίδες, εταιρείες, ένα ιδεολογικό κίνημα διεύρυνε τον Φιλελληνισμό. Το έργο του Φωριέλ με τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια και άλλα κείμενα καλλιεργούσαν αυτό το ρεύμα. «Πολλοί φιλέλληνες αντίκρισαν την κάθοδό τους στην Ελλάδα σα λαμπρή ευκαιρία να καταπολεμήσουν με νέα σταυροφορία τον κοινό εχθρό του χριστιανισμού. Φαντάστηκαν τους εαυτούς τους σα νέους σταυροφόρους». Να προσθέσουμε βέβαια ότι «εκτός από τους ιδεολόγους που στρατολογούνταν στα φιλελληνικά κέντρα, καταγράφονταν και τυχοδιώκτες, καθυστερημένοι πλανόδιοι ιππότες, που έφταναν στην Ελλάδα τελείως άποροι, και ήλπιζαν να κάνουν την τύχη τους στην ξένη χώρα».
Ο Απόστολος Βακαλόπουλος φωτίζει πλευρές και φάσεις του εμφύλιου πολέμου, τονίζοντας ότι «τα συγκρουόμενα ατομικά και κομματικά συμφέροντα, οι εγωισμοί, ο φθόνος, και οι ασίγαστες μωροφιλοδοξίες, καθώς και οι κοινωνικές αντιθέσεις οδηγούν ακράτητα προ τη ρήξη […] Με τις διενέξεις πολιτικών – στρατιωτικών και με την έκρηξη των εμφύλιων σπαραγμών [ …] μπαίνει και μια κακή παράδοση στην πολιτική ζωή του τόπου και γενικά στην νεοελληνική κοινωνία. Στην αναταραχή αυτή μεγάλη είναι η ευθύνη των κοτζαμπάσηδων της Πελοποννήσου και των Φαναριωτών πολιτικών, ιδίως του Μαυροκορδάτου».
Κλείνουμε με ένα γενικό συμπέρασμα – εκτίμηση. «Η σημασία της ελληνικής επαναστάσεως είναι μεγάλη, γιατί είχε βαθιά απήχηση τόσο στην Εγγύς Ανατολή, ιδίως στη χερσόνησο του Αίμου, όσο και γενικά στην Ευρώπη και σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Η επανάσταση ήταν ένα δυνατό τράνταγμα για την αφύπνιση των εθνικών συνειδήσεων των βαλκανικών εθνών. Η ελληνική γλώσσα και ο ελληνικός πολιτισμός, που είχαν διαποτίσει τις χώρες τους, διευκόλυναν την εξάπλωση των επαναστατικών ιδεών και αντιλήψεων των Ελλήνων. Η θέση της Ελλάδας μέσα στα Βαλκάνια κατά το 1821 – 1829 μπορεί να παραβληθεί με της Γαλλίας μέσα στην Ευρώπη μετά το 1789. Αλλά και γενικά μέσα στην Ευρώπη η ελληνική επανάσταση ξανασαλπίζει τις φιλελεύθερες ιδέες, που φαίνονταν ότι είχαν θαφτεί μετά το συνέδριο της Βιέννης. Αυτός είναι ο ουσιαστικός λόγος, για τον οποίο η Επανάσταση έχει τη θέση της μέσα στις σελίδες της ιστορίας της ανθρωπότητας».
*
Χαίρομαι που μελέτησα ήδη από τις πανεπιστημιακές αίθουσες τη νεότερη ιστορία μας χωρίς φανατισμό και εθνικισμό. Χαίρομαι γιατί είδα την ιστορία μας από πολλές πλευρές. Αυτά με βοήθησαν να μη διστάσω, σε μια περίοδο που η ενασχόληση με την νεότερη ιστορία μας είχε κάποιο δισταγμό , να ασχοληθώ με τη ιστορία χωρίς «φόβο και πάθος». Ο καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος απόστολος της ελληνικής διαχρονίας, λέγει (στην «Πορεία του Γένους»):
«Η γένεση ενός οργανισμού, όπως ο νέος ελληνισμός, δεν είναι δημιούργημα μιας στιγμής ή μιας μόνον εποχής. Οι ρίζες του, οι ρίζες του ελληνικού Γένους, είναι πολύ βαθιές και τα ακρόριζά του φθάνουν ως την αρχαιότητα».
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, 31 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020