Κάμερες και ραντάρ με δυνατότητα να «βλέπουν» μέχρι και 15 χιλιόμετρα μέσα στο τουρκικό έδαφος εγκαθίστανται τους τελευταίους μήνες κατά μήκος των ελληνοτουρκικών συνόρων στον Έβρο.
Σε μια απόσταση που χωρίζει το Σοφικό Ορεστιάδας από το δέλτα του ποταμού, στην Αλεξανδρούπολη, πρόκειται να λειτουργήσουν συνολικά 11 νέες κάμερες και ραντάρ μεγάλης εμβέλειας. Θα μεταφέρουν εικόνα στο Αρχηγείο της Αστυνομίας και σε ακόμα έξι επιχειρησιακά κέντρα της ΕΛ.ΑΣ., εξασφαλίζοντας αυτό που στη γλώσσα των επιχειρησιακών στελεχών αποκαλείται «έγκαιρος προσυνοριακός εντοπισμός». Οι δυνάμεις της συνοριοφυλακής, δηλαδή, θα έχουν δυνατότητα να καταγράφουν κινήσεις ατόμων –μεταναστών και όχι μόνο– στο τουρκικό έδαφος, σε απόσταση έως και 15 χιλιομέτρων από την οριογραμμή.
Η υλοποίηση του έργου αποκτά ιδιαίτερη σημασία, ένα χρόνο μετά τα δραματικά γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στην περιοχή, με τα κύματα μεταναστών που προσπαθούσαν να περάσουν τα σύνορα «ωθούμενα» από τις τουρκικές αρχές. Είναι προϋπολογισμού 14,9 εκατ. ευρώ και χρηματοδοτείται από κονδύλια της Ε.Ε. και συγκεκριμένα του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (DG Home), ενώ υλοποιείται από τον ΟΤΕ σε συνεργασία με εταιρεία πληροφορικής και ασφάλειας που έχει την έδρα της στα βόρεια προάστια της Αττικής. Οι κάμερες θα εγκατασταθούν σε μεταλλικούς στύλους κατά μήκος των συνόρων. Σε καθέναν από αυτούς, εκτός της κάμερας, θα λειτουργεί και συσκευή ραντάρ, που θα καταγράφει κινήσεις στην τουρκική πλευρά των συνόρων. Η εικόνα από τις κάμερες και τα δεδομένα από τα ραντάρ θα μεταφέρονται σε τέσσερα τοπικά επιχειρησιακά κέντρα (ΤΕΚ). Έχουν ήδη αρχίσει να κατασκευάζονται, το ένα στη Σχολή Αστυφυλάκων στο Διδυμότειχο και τα άλλα τρία στις εγκαταστάσεις τμημάτων συνοριακής φύλαξης στο Σουφλί, στο Τυχερό και στις Φέρες.
Ακόμα δύο, όχι τοπικά αλλά περιφερειακά κέντρα, θα λειτουργήσουν στην Ορεστιάδα και στο αεροδρόμιο «Δημόκριτος» της Αλεξανδρούπολης.
Η πρώτη προκήρυξη του έργου για τη δημιουργία του αυτοματοποιημένου συστήματος έγινε τον Δεκέμβριο του 2016. Είχαν προηγηθεί προπαρασκευαστικές επαφές και συζητήσεις τής τότε πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη με τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, τότε επίτροπο Μετανάστευσης της Ε.Ε. Αξιωματούχος που μετείχε στις διαβουλεύσεις εκείνης της περιόδου περιέγραψε στην «Κ» ότι η Επιτροπή δέχθηκε να χρηματοδοτήσει το έργο αφενός χάρη στη βοήθεια του κ. Αβραμόπουλου και αφετέρου κυρίως εξαιτίας της ανησυχίας των Ευρωπαίων για το ενδεχόμενο να έρθουν αντιμέτωποι με ένα νέο κύμα μεταναστευτικών ροών, παρόμοιο με εκείνο που είχε προηγηθεί το 2015.
Στην προκήρυξη του διαγωνισμού αναφέρεται ότι με τη δημιουργία του συστήματος επιτήρησης «θα υπάρχει real time ενημέρωση για τις συνθήκες σε όλο το μήκος των ποτάμιων συνόρων της χώρας με την Τουρκία». Η συνέχεια, ωστόσο, έως την έναρξη υλοποίησης του έργου, μόνο εύκολη δεν ήταν. Αρχικά ο διαγωνισμός που είχε προκηρυχθεί για τον Δεκέμβριο του 2016 μετατέθηκε για τον Μάρτιο του 2017 και όταν τελικά έγινε, κηρύχθηκε άγονος. Ακολούθησε τουλάχιστον ένας ακόμα, που όμως είχε την ίδια τύχη, και στις αρχές του 2019, υπό την πίεση πλέον η Ελλάδα να χάσει το κονδύλι των 15 εκατ. ευρώ, η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, επικαλούμενη λόγους εθνικού συμφέροντος, υποχρέωσε τις εταιρείες να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να βρουν λύση.
Τελικά η σύμβαση υπεγράφη στις 22 Νοεμβρίου 2019 και προβλέπει την ολοκλήρωση του έργου το ανώτερο εντός 18 μηνών, ήτοι στα τέλη Μαΐου. Στέλεχος της Αστυνομίας δήλωσε στην «Κ» ότι ο τεχνικός εξοπλισμός που απαιτείται για τη λειτουργία των συνολικά έξι τοπικών και περιφερειακών κέντρων έχει ήδη παραδοθεί στην ΕΛ.ΑΣ., ενώ έχουν ολοκληρωθεί τα έργα για τη θεμελίωση των τεσσάρων από τους συνολικά 11 μεταλλικούς στύλους, στους οποίους θα εγκατασταθούν οι κάμερες και τα ραντάρ. Μάλιστα, τον Ιούλιο στους αναδόχους του έργου καταβλήθηκε το 40% της αξίας της σύμβασης.
Στο παράρτημα των τεχνικών προδιαγραφών του έργου αναφέρεται ότι η εμβέλεια των καμερών και των ραντάρ θα ποικίλλει και θα κυμαίνεται από τα 3,5 μέχρι τα 15 χιλιόμετρα.
Ακόμα 25 κάμερες λειτουργούν ήδη εδώ και αρκετά χρόνια κατά μήκος των χερσαίων συνόρων Ελλάδας – Τουρκίας, στο τμήμα από τις Καστανιές έως τη Νέα Βύσσα. Βρίσκονται εγκατεστημένες κατά μήκος του υφιστάμενου φράχτη και μεταφέρουν εικόνα στο αρχηγείο της Αστυνομίας στη λεωφόρο Κατεχάκη και στο επιχειρησιακό κέντρο της Νέας Βύσσας. Πρόκειται πάντως για κάμερες χαμηλής εμβέλειας, αρκετές από τις οποίες αντιμετωπίζουν, λόγω παλαιότητας, τεχνικά προβλήματα.
Αρμόδιος κυβερνητικός αξιωματούχος, που ερωτήθηκε σχετικά, αποσαφήνισε ότι στο νέο, αυτοματοποιημένο σύστημα επιτήρησης θα «κουμπώσουν» και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη – drones, που ήδη χρησιμοποιούν στον Έβρο για την επιτήρηση των συνόρων όχι μόνο η Αστυνομία, αλλά και οι Ένοπλες Δυνάμεις και η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Η κατασκευή νέου φράχτη
Υπό κατασκευήν βρίσκεται ο νέος φράχτης στον Έβρο, ενώ σύμφωνα με νεότερες πληροφορίες της «Κ» η ανακατασκευή και ενίσχυση του υφιστάμενου, που εκτείνεται κατά μήκος των χερσαίων συνόρων από τις Καστανιές έως τη Νέα Βύσσα και είχε υποστεί φθορές στη διάρκεια της κρίσης, πριν από ένα χρόνο, με την Τουρκία έχει ήδη ολοκληρωθεί. Όπως προβλέπεται από τη σύμβαση, η ανάδοχος εταιρεία προχώρησε στην ενίσχυσή του, προσθέτοντας σε όλο το μήκος των 12,5 χιλιομέτρων συρματόπλεγμα ύψους 5 μέτρων αντί για 3,5 που ήταν μέχρι πρότινος. Επιπλέον, αντικαταστάθηκαν τα τελευταία 450 μέτρα της κατασκευής, που είχαν υποστεί ζημιές στη διάρκεια παλαιότερης κακοκαιρίας. Ταυτόχρονα, σε εξέλιξη βρίσκονται και τα έργα κατασκευής του νέου φράχτη κατά μήκος του ποταμού Έβρου. Θα έχει συνολικό μήκος 27 χιλιόμετρα. Τα πρώτα 9 χλμ. βρίσκονται στο «Πέταλο» Φερών, τα επόμενα 15 χλμ. στην περιοχή του «Κτήματος Τσιρόζη», ενώ άλλα 2,5 χλμ. θα καλύψουν την περιοχή «Νέα Εγνατία». Στέλεχος της ΕΛ.ΑΣ. που ρωτήθηκε σχετικά διευκρίνισε στην «Κ» ότι έχουν ήδη κατασκευαστεί τα πρώτα 2.300 μέτρα του νέου φράκτη στις Φέρες, ενώ έχει ολοκληρωθεί η θεμελίωση για ακόμα 12 χιλιόμετρα. Το έργο έχει προϋπολογισμό 62,9 εκατ. ευρώ και χρηματοδοτείται με κονδύλια του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Περίπου μισά δεσμεύθηκαν από τον προϋπολογισμό του 2020 και τα υπόλοιπα από τον προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους.
Του Γιάννη Σουλιώτη – kathimerini