“Η Λευτεριά του Σολωμού κι η Αρετή του Κάλβου /ξανάρθανε στην πατρικιά τους γη του Εικοσιένα”
του Θανάση Μουσόπουλου
Καθώς το τρέχον έτος έχει αφιερωθεί στα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, είναι μιας πρώτης τάξης ευκαιρία να αναστοχαστούμε όχι μόνο για το τι έγινε στα χρόνια του Αγώνα, αλλά κυρίως στο τι δεν έγινε, στο τι ακολούθησε και για ποιους λόγους κατά τους δύο αιώνες που ακολούθησαν. Πεποίθησή μου εδραία είναι ότι η Επανάσταση έμεινε ανολοκλήρωτη. Κατά συνέπεια, οφείλουμε να φωτίσουμε τι λείπει, τι οφείλουμε να κάνουμε για να συμπληρώσουμε τον Αγώνα των προγόνων μας.
Στην προσπάθειά μας αυτή μπορούν να μας βοηθήσουν ιστορικοί και πνευματικοί άνθρωποι που έδρασαν στα διακόσια αυτά χρόνια. Ήδη παρουσίασα σε κείμενά μου τις απόψεις και θέσεις Ελλήνων και ξένων ιστορικών. Θα είναι, φρονώ, μεγάλο λάθος να μην προσπαθήσουμε να δούμε την Επανάσταση κατά το αληθές και όχι κατά το συμφέρον. Παίζει ρόλο πώς θα τιμήσουμε τα 200 αυτά χρόνια, ώστε να μην αυξήσουμε τις οφειλές. Στο κείμενό μας συμπαραστάτης ένας δικός μας άνθρωπος.
Ο βορειοθρακιώτης Κώστας Βάρναλης (1884 – 1974) που τόσα πρόσφερε στο νεοελληνικό λόγο, τον ποιητικό, το πεζό, τον δοκιμιακό, σε αρκετά κείμενά του μιλά για την Επανάσταση και τον Αγώνα του ελληνικού λαού. Ενδεικτικά, στο συνοπτικό αυτό κείμενό μου, θα προσεγγίσουμε κάποια ενδιαφέροντα σημεία, σε σχέση με τον τρόπο που βλέπει τον Διονύσιο Σολωμό και την προσφορά του.
Στο πλήρες κείμενό μου παραθέτω περισσότερα αποσπάσματα. Εδώ επιλέγω πολύ λίγα, χαρακτηριστικά.
Θα ξεκινήσουμε από το έργο του «Φιλολογικά Απομνημονεύματα». Ο Κώστας Βάρναλης στο διάστημα 17 Φεβρουαρίου ως τις 11 Αυγούστου 1935 δημοσίευσε μια σειρά κειμένων στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» με τη μορφή επιφυλλίδων. Τα κείμενα τούτα συγκεντρώθηκαν και με την επιμέλεια του Κ.Γ. Παπαγεωργίου εκδόθηκαν το 1980 («Κέδρος») με τον τίτλο Φιλολογικά Απομνημονεύματα. Έχουμε ενδιαφέροντα στοιχεία, ήδη από την περίοδο που ζούσε στην πατρίδα του, τον Πύργο. Με πίκρα θυμάται τη σιωπή, μπροστά στο Διονύσιο Σολωμό, όταν το 1902 γιορτάστηκαν τα 100 χρόνια του. σημειώνει: «Κανένας καθηγητής μας δεν έκανε λόγο για το μεγάλο ποιητή… Ο πιο σημαντικός άνθρωπος στην πνευματική ζωή της νέας Ελλάδας έπρεπε ν’ αγνοείται από τους αληθινούς Έλληνες γιατί ήτανε .. χυδαϊστής… για να μάθει ένας Ρωμιός τη γλώσσα του και να γνωρίσει του πνευματικούς θησαυρούς της φυλής του, πρέπει να κάνει μοναχός του αυτή τη δουλειά αρχίζοντας από το άλφα».
Στην Ελλάδα, ήρθε το 1903, σπούδασε στη Φιλοσοφική της Αθήνας, διορίστηκε, στην Αργαλαστή Πηλίου και στα Μέγαρα. «Κάποια χρονιά που είχα συγκεντρωμένα στην Γ΄ ελληνικού πολλά καλά παιδιά, τους δίδαξα ολάκερο τον ‘Εθνικόν ύμνο’ του Σολωμού, που δεν το είχε το πρόγραμμα. Βρέθηκε αμέσως ο ‘επιστήμονας’ του χωριού να με καταγγείλει στο υπουργείο ότι υπονομεύω την αθάνατον ημών γλώσσαν άτε διδάσκων εις τους παίδας τον ‘Εθνικόν ύμνον’! Πού να το φανταζότανε ο Σολωμός ότι ο ύμνος του θα μπορούσε να χρησιμέψει για τεκμήριο εθνικής προδοσίας. Και το υπουργείο με κάλεσε ‘εις απολογίαν’».
Συνεχίζουμε ειδικότερα με τον δοκιμιακό του λόγο, όσον αφορά τον Διονύσιο Σολωμό από τα έργα του «Σολωμικά» και «Αισθητικά – Κριτικά», τ. Β΄. Ο Βάρναλης το 1925 δημοσίευσε το έργο του «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική». Στον μεταγενέστερο τόμο έχει περικόψει κάποια σημεία. Διαβάζουμε: «Το ποιόν της ατμόσφαιρας, μέσα στην οποία γεννήθηκε ο Σολωμός, Ελευθερία, Ισότητα, Δημοκρατία, Επανάσταση, Ορθός λόγος, Υπέρτατον Όν, αρχαιολατρία κλπ». Στην ενότητα «Ποιητική ανδραγαθία» αναφέρεται στον Σολωμό, τον Κάλβο και τον Κοραή. Κανένας δεν τους κατηγόρησε που δεν πήγαν να πολεμήσουν στην Επανάσταση «Γιατί, απλούστατα, κ’ οι τρεις αυτοί μεγάλοι άντρες του Γένους ήτανε με το Γένος κι όχι εναντίον του. Κι αυτός είναι ο ηρωισμός τους κι η τιμή τους κ’ η αθανασία τους». Ειδικότερα για τον Διονύσιο γράφει: «Ο Σολωμός έβαλε σκοπό του τη διαφώτιση, το ξύπνημα, το φρονηματισμό του έθνους για την πραγμάτωση του μεγαλύτερου ιδανικού όλων των λαών και των εποχών: της Ελευθερίας!».
Θα περάσουμε στην ποίησή του. Ο Κ. Βάρναλης στο ποιητικό έργο του «Προσκυνητής» αναφέρεται στο 1821. Ένα “αδικημένο” έργο του Κώστα Βάρναλη είναι ο “Προσκυνητής”, χρονολογημένο τον Ιούνιο 1919, δημοσιευμένο στο περιοδικό “Μαύρος Γάτος”, τεύχος Σεπτεμβρίου 1919. Την περίοδο εκείνη ο Βάρναλης βρισκόταν στη Γαλλία με υποτροφία. Θα παραθέσουμε εδώ δύο στροφικά αποσπάσματα:
Ὀνόματα (ποιά ἀνάγκη!) δὲ θυμᾶμαι!
Σὰν πελαγίσα βοὴ σᾶς νιώθω ἐντός μου,
Ἀντάμᾳ, ἀπὸ τὸ θάνατο περνᾶμε
στὰ ὁλόφωτα ρηγάτα ἀλλουνοῦ κόσμου:
Ζάλογγο, Μεσολόγγι, Ἀνάπλι, νά με!
Μέσα στὸ φῶς σας στέκω μὲ τὸ φῶς μου.
Κ᾿ ἐμένα, σῶμα γήινο δὲ μὲ ὁρίζει
κι ὄνομα κάποιο δὲ μὲ ξεχωρίζει.
Πόσοι ἀργαστῆκαν αἰῶνες, μαῦροι αἰῶνες
τοῦ Ζάλσγγου τὸ πήδημα νὰ κάνουν!
Μὲ τὸ τραγούδι τ᾿ Ἀναπλιοῦ οἱ τρυγόνες
πῶς μοσκοσαπουνᾶνε νὰ λευκάνουν
τὰ ματωμένα ροῦχα! τὶς εἰκόνες
καὶ τὰ σεμνὰ κρεβάτια, πρὶν πεθάνουν
μάνες Μεσολογγίτισσες, τὰ ρίχνουν
στὴ φωτιὰ καὶ γαλήνιαν ὄψη δείχνουν!
Κλείνοντας θα δούμε κάποιους στίχους του Βάρναλη από την μεταθανάτια ποιητική συλλογή «Ελεύθερος κόσμος» και ένα ποίημα του Πούσκιν σε μετάφραση του Κ. Βάρναλη.
Ο λαός δεν πεθαίνει
Η Λευτεριά του Σολωμού κι η Αρετή του Κάλβουξανάρθανε στην πατρικιά τους γη του Εικοσιένα,όπου «διπλή παράδεισο» κι όπου «γλυκύς ο ύπνος».Κι η μια στης άλλης πέσανε την αγκαλιά και κλαίνε.Όχου! μανάδων κλάηματα και βρόντημ’ αλυσίδωνκαι των ηρώων τα κόκαλα στη λάσπη πατημένα! …«Μητέρα η μεγαλόψυχη» των ξένων βιλαέτι!Μάιδε πατρίδα κι ανθρωπιά και μνήμη· δε φελάνε! […]—Λαός δεν είν’ αυτό που βλέπετε, είναι πολιτεία.Θα τονε βρείτε δουλευτή κι αγωνιστή σε κάμπο,σε θάλασσα, σε φάμπρικα, σε κάτεργα, σε τάφους.Αυτός πατρίδα κι ανθρωπιά, το σήμερα και τ’ αύριοκαι το μεγάλο χτες. Και στ’ άγιο βήμα της ψυχής του,σεις, Αρετή και Λευτεριά, στημένες στον αιώνα.Κι είναι μαζί του όλ’ οι λαοί του κόσμου αναστημένοικι «όθε χαράζει, ώσπου βυθά», του ηλιού το δρόμο παίρνουνγια σε, Αρετή και Λευτεριά, με το σπαθί στο χέρι. |
Ο Πούσκιν το 1829 γράφει ένα ποίημα, συγκινημένος για τους αγώνες των Ελλήνων. Το μετέφρασε ο Κ. Βάρναλης:
Εμπρός, Ελλάδα
Εμπρός, στυλώσου, Ελλάδα επαναστάτισσα, /βάστα γερά στο χέρι τ’ άρματά σου! / Μάταια δεν ξεσηκώθηκεν ο Όλυμπος,
η Πίνδο, οι Θερμοπύλες δόξασμά σου./ Απ’ τα βαθιά τους σπλάχνα ξεπετάχτηκεν / η λεφτεριά σου ολόφωτη, γενναία
κι απ’ τον τάφο του Σοφοκλή, απ’ τα μάρμαρα / της Αθήνας, πάντα ιερή και νέα./ Θεών κ’ ηρώων πατρίδα, σπάζεις άξαφνα
το ζυγό σου και την ενάντια Μοίρα / με τον ηχό, που βγάνει του Τυρταίου σου,/ του Μπάιρον και του Ρήγα η άξια λύρα.
Ο Κώστας Βάρναλης μιλώντας για το 1821 φέρνει σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Διονύσιο Σολωμό, τις ιδέες και το έργο του. Διαβάζουμε με την ευκαιρία των Εκατόχρονων του Σολωμού που γιορτάστηκαν το 1957, ένα διαχρονικής αξίας νομίζω κείμενό του:
«Ποτές ο Σολωμός και το έργο του δεν είχανε τόσην επικαιρότητα όσο σήμερα. Μέσα στα εκατό χρόνια που πέρασαν από το θάνατο του Ποιητή, ποτές η Πατρίδα δεν είχε τόσην ανάγκη της παρουσίας του […] Η εθνική ελευθερία του ‘Ύμνου’, η ηθική ελευθερία των ‘Πολιορκημένων’ κ’ η πνευματική ελευθερία του ‘Διαλόγου’ εξακολουθούνε να είναι τα πιο θετικά αιτήματα του λαού μας. Και στον αγώνα του για την κατάχτηση των τριών αυτών αγαθών, ο Σολωμός ήτανε κ’ είναι ο πρώτος οδηγός. Αλλά και μια τέταρτη ελευθερία πήρε τη θέση του πιο φλογερού ιδανικού της ανθρωπότητας σήμερα: η κοινωνική ελευθερία, και για την πραγμάτωση τούτης της ελευθερίας ο Σολωμός είναι και πάλιν ο πρώτος οδηγός».
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2021