fbpx
ΙστορικάΤελευταία Νέα

Αφιέρωμα στα 100 χρόνια Ελεύθερης Θράκης

ΣΤΙΛΠΩΝ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ (1887 – 1964) Ο ΜΕΓΑΣ ΘΡΑΚΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΟΣ

του Θανάση Μουσόπουλου

   Ένα πρόσωπο που έπαιξε σημαντικό ρόλο  στην ενασχόλησή μου με την Ιστορία και τον Πολιτισμό της Θράκης είναι ο κομοτιναίος καθηγητής του  Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Στίλπων Κυριακίδης. Δεν τον πρόλαβα βέβαια στο Πανεπιστήμιο, γνώρισα όμως και συνεργάστηκα με την κόρη του – επίσης καθηγήτρια στο ΑΠΘ – Άλκη Κυριακίδου Νέστορος (1935 – 1988). Και οι δύο με το έργο τους βοήθησαν στα θέματα ιστορίας και λαογραφίας Θράκης. Ιδιαίτερα σημειώνω το βιβλίο του Στίλπωνος Κυριακίδου «Περί την Ιστορίαν της Θράκης – Ο Ελληνισμός των συγχρόνων Θρακών – Αι πόλεις Ξάνθη και Κομοτινή», ΙΜΧΑ, 1960. Για τούτο το βιβλίο θα μιλήσουμε κλείνοντας το άρθρο μας, αφού αναφερθούμε στην εργοβιογραφία του, τιμώντας τον στα πλαίσια του εορτασμού της Εκατονταετηρίδας της Ελεύθερης Θράκης. Για τη ζωή και το έργο του χρησιμοποιήσαμε άρθρα του Μηνά Αλ. Αλεξιάδη και του Ιωάννη Ελ. Σιδηρά.

  Πιστεύω ότι το νόημα της ελευθερίας επιβεβαιώνεται από την παρουσία και δράση ανθρώπων ανωνύμων και επωνύμων.

*

   Ο Στίλπων Κυριακίδης γεννήθηκε στην Κομοτηνή 25 Οκτωβρίου 1887 και απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη 18 Μαρτίου 1964. Ήταν μοναχοπαίδι του ιατρού Παρασκευά Κυριακίδη και της Φωτεινής Ψάλτου η οποία ήταν δασκάλα. Σχολείο πήγε στην Κομοτηνή και στις Σέρρες και το 1907 φοίτησε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου για πρώτη φορά  το 1907 παρακολούθησε το μάθημα της Λαογραφίας από τον καθηγητή Νικόλαο Πολίτη, ο οποίος θεωρείται ο «πατέρας» της Επιστήμης της Λαογραφίας στην Ελλάδα. Το 1911 δίδαξε στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων και το 1912-14 έγινε Γυμνασιάρχης στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας της Κύπρου. Το 1914 ανέλαβε την σύνταξη του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας και το 1918 έγινε διευθυντής του νεοσύστατου Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών το οποίο ιδρύθηκε από τον Νικόλαο Πολίτη.

  Το 1926 διορίστηκε ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης μέχρι να συνταξιοδοτηθεί το 1957. Η πανεπιστημιακή έδρα είχε το όνομα “Έδρα της Θρησκείας των Αρχαίων Ελλήνων, του Ιδιωτικού αυτών Βίου και της Λαογραφίας”. Την εποχή εκείνη οι λαογραφικές σπουδές στην Ελλάδα είχαν αρχαιογνωστικό ενδιαφέρον και ο Κυριακίδης προωθούσε την διάσωση του παραδοσιακού πολιτισμού της βόρειας Ελλάδας. Παράλληλα με την ακαδημαϊκή θέση στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης συνέχισε την οργάνωση του Λαογραφικού Αρχείου. Κατά την πανεπιστημιακή καριέρα του διετέλεσε τρεις φορές Κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής και δύο φορές Πρύτανης (το 1934 και το 1942) του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο Στίλπων Κυριακίδης ήταν επίσης ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών.

     Ο Στίλπων Κυριακίδης δημοσίευσε συνολικά 821 μικρές ή μεγάλες εργασίες, από τις οποίες 30 είναι αυτοτελή βιβλία, 137 διάφορα άρθρα, μελετήματα, σύμμικτα, σημειώματα σε περιοδικά, τιμητικούς τόμους και εφημερίδες, 330 σύντομες ή εκτενείς βιβλιοκρισίες, 11 βιβλιογραφικά σημειώματα, 291 άρθρα σε εγκυκλοπαίδειες και λεξικά, 12 νεκρολογίες και 11 υπηρεσιακές εκθέσεις. Περισσότερα στοιχεία μπορεί να δει κανείς στα αναλυτικά βιο-εργογραφικά του, που δημοσιεύτηκαν στον Αφιερωματικό Τιμητικό Τόμο του 1953 και στο Συμπλήρωμα του 1965.

*

  Για να κατανοήσουμε το σκεπτικό του Στίλπωνα Κυριακίδη, κάποια στοιχεία, αποσπασματικά, από διάφορες φάσεις της πλούσιας παρουσίας του.

  Την περίοδο 1909-10 συγκροτήθηκε η «Επιτροπεία τοπωνυμιών της Ελλάδος», η οποία θα φρόντιζε για τον «…εξελληνισμό της Ελλάδος», σύμφωνα με την εφημερίδα «Εστία». Στην επιτροπή εκφράστηκαν δύο διαμετρικά αντίθετες απόψεις. Η πρώτη, αυτή που υποστήριζε το αμετάβλητο της ονοματοθεσίας τους και η δεύτερη, που υποστήριξε ο Κυριακίδης, που ήταν υπέρμαχος της αλλαγής των παλαιών τοπωνυμίων καθώς, «…μολύνουν το πρόσωπον της ωραίας ελληνικής πατρίδος μας … Η ελληνική γλώσσα έχει την δύναμιν να πλάσει ωραιότατα ονόματα, με τα οποία να στολίσει τον χάρτη της ελληνικής μας πατρίδος….».

  Σε ηλικία όμως μόλις 6 ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και την ανατροφή και διαπαιδαγώγησή του ανέλαβαν η μητέρα και η γιαγιά του. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η γιαγιά του τον μεγάλωσε μαθαίνοντάς του τα γοητευτικά παραδοσιακά παραμύθια της εποχής του, ενώ παράλληλα τον μύησε στους θρακιώτικους θρύλους και μύθους καθώς και στις εθνικές παραδόσεις, που γονιμοποιούσαν δημιουργικά την ψυχή και το πνεύμα του, έτρεφαν την άδολη παιδική φαντασία, την προσδοκία και την πίστη, αυτή που τραγουδούσε τα λαϊκά παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία αργότερα θα αποτελέσουν την πρώτη μικρή συλλογή του, που θα δημοσιεύσει στον 1ο Τόμο του «Δελτίου της Λαογραφικής Εταιρείας», υπό τον τίτλο: «Άσματα Δημοτικά Γκιουμουλτζίνας της Θράκης» (θα επανέλθουμε).

   Ο Στίλπων Κυριακίδης υπήρξε μαζί με μια ομάδα επιστημόνων εκ των πρωτεργατών εκείνων που στήριξαν παντί σθένει και πάση δυνάμει κατά το έτος 1926 το νεοσύστατο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, καθώς υπήρξε από τους πλέον εργατικούς, δραστήριους, φιλόπονους και φιλότιμους πανεπιστημιακούς διδασκάλους που έδωσε όλη την ύπαρξη και την μέριμνά του στην υψηλή διακονία του ανωτάτου αυτού πνευματικού ιδρύματος της Βορείου Ελλάδος, όπως το οραματίστηκε ο ιδρυτής του Αλέξανδρος Παπαναστασίου. Οι φοιτητές του έβλεπαν στις παραδόσεις του αμφιθεάτρου τον από έδρας αυστηρό Στίλπωνα Κυριακίδη, αλλά γνώριζαν κάλλιστα την «καλή καγαθή ψυχή και καρδία» του. Ο ίδιος ήταν το ζωντανό παράδειγμα για τα «πνευματικά» του παιδιά, τους μαθητές του, επειδή ακριβώς ήταν υπόδειγμα φιλεργίας, αφοσιώσεως στο καθήκον, με υψηλό ήθος, εχθρός της μωροσοφίας και της στενοκεφαλιάς.

  Ως κορυφαίος λαογράφος στα δεκάδες δημοσιεύματά του ορίζει την Λαογραφία ως «…την επιστήμη του λαϊκού πολιτισμού». Ο ίδιος έκαμε τομή και προσέθεσε στη Λαογραφία ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο για την κατοικία και οτιδήποτε σχετίζεται με την καθημερινή ζωή του λαού, διαχωρίζοντας μάλιστα το περιεχόμενο του λαϊκού πολιτισμού στις: α) φυσικές εκδηλώσεις του λαού, β) πνευματικές εκδηλώσεις, γ) κοινωνικές εκδηλώσεις του λαού.

Παρόλο που υπήρξε μαθητής του Νικολάου Πολίτη, ο οποίος θεωρείται ο «Πατέρας της Λαογραφίας», εντούτοις έκαμε πολλαπλές τομές και ρηξικέλευθες καινοτομίες στην επιστήμη της Λαογραφίας, την οποία ανέδειξε και καθιέρωσε ως κλάδο του επιστητού και ως μάθημα εντασσόμενο στο πρόγραμμα σπουδών για διδασκαλία και έρευνα στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα.

  Για τις απόψεις του Κυριακίδη σχετικά με τη λαογραφία και τον ρόλο της  παραπέμπω στο βιβλίο «Τρεις διαλέξεις: Α΄Ιστορική τοιχογραφία της εκκλησίας του αγίου Δημητρίου-  Β΄ Η λαογραφία και η σημασία της –  Γ΄ Η σημασία της λαογραφίας διά τον εθνικόν αγώνα», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, 1953, σελ. 53.

  Η κόρη του Άλκη Κυριακίδου Νέστορος στο εξαιρετικό βιβλίο της «Η θεωρία της Ελληνικής Λαογραφίας – Κριτική ανάλυση», έκδ. Εταρείας Σπουδών, 1978, αναφέρεται με εξαιρετικό τρόπο στη γέννηση και εξέλιξη της ελληνικής λαογραφίας. Το βιβλίο της αυτό έχει την εξής δομή:

Α΄ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ –  Ρομαντικό προοίμιο – Η ρομαντική έννοια του Έθνους και η Λαογραφία – Η προεπιστημονική φάση της Ελληνικής Λαογραφίας –  Η πρωτοεπιστημονική φάση της Ελληνικής Λαογραφίας
Β΄ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ – Λαογραφική μέθοδος – Λαογραφία και Αρχαιογνωσία – Ο Νικ. Πολίτης και η συγκριτική μέθοδος –  Ο Στ.  Κυριακίδης και η ιστορική μέθοδος – Λαός και Λαογραφία.

  Θα παραθέσουμε ένα απόσπασμα (από τη σελ. 117) από το σύγγραμμα της Άλκης και τις δύο σχετικές παραπομπές:

«Στην ελληνική λαογραφία -γιατί για ελληνική εθνολογία ή ανθρωπολογία δεν μπορεί να γίνει λόγος, εφόσον, όπως έχει και παλαιότερα παρατηρηθεί, «εν Ελλάδι η επιστήμη αυτή, μολονότι αποτελεί το θεμέλιο της επιστήμης του πολιτισμού, ουδεμιάς μέχρι σήμερον έτυχε καλλιεργείας»[13]– στην ελληνική λαογραφία λοιπόν οι εκπρόσωποι της ιστορικής μεθόδου, όπως διαμορφώθηκε σε σχέση με την εθνολογική θεωρία της «διασποράς» των  φαινομένων του πολιτισμού, είναι δύο: ο Στίλπων Κυριακίδης και ο Γ. Α. Μέγας. Ο πρώτος χρησιμοποίησε ορισμένα διδάγματα της σχολής «των κύκλων του πολιτισμού» -την οποία ωστόσο δεν παραδέχτηκε ποτέ απόλυτα[14] – για να καθορίσει σαφέστερα τα όρια της λαογραφικής έρευνας».

13, 1939 Στ. Κυριακίδου, «Η οικογένεια».

14, Αναγνωρίζοντας ως αναγκαία και την ψυχολογική εξέταση των λαογραφικών φαινομένων, ο Κυριακίδης κρατά μίαν ενδιάμεση θέση ανάμεσα στη συγκριτική-εξελικτική και την ιστορική μέθοδο. Συγκεκριμένα, δέχεται την άποψη του Bastian, ότι «αι εκδηλώσεις του ανθρωπίνου πολιτισμού είναι δύο ειδών, αι στοιχειώδεις ιδέαι (Elementargedenken), αι oποίαι πηγάζουν εξ αυτής της φύσεως, και αι περαιτέρω διαμορφώσεις αυτών παρά τοις διαφόροις λαοίς, αι λαϊκαί ιδέαι (Völkergedanken) εις τας λεγόμενας γεωγραφικάς επαρχίας (geographische Provinzen)». Στις γεωγραφικές «επαρχίες» του Bastian στηρίχτηκε ο ανθρωπογεωγράφος F. Ratzel για να ερευνήσει τη διάδοση των στοιχείων του πολιτισμού από λαό σε λαό, και από τη θεωρία του Ratzel «προέκυψεν η ιστορικωτέρα θεωρία του F. Graebner περί πολιτιστικών κύκλων (Kulturkreise)». Βλ Κυριακίδης, «Ελληνική Λαογραφία», Μέρος Α΄ Μνημεία του Λόγου, 1965, 34.

*

    Έναν μικρό περίπατο στα έργα του Κυριακίδη που σχετίζονται με τη Θράκη.

  Ξεκινούμε με τις λαογραφικές εργασίες. Η πρώτη είναι «Τα κατά τον γάμον έθιμα εν Γκιουμουλτζίνη», που έγραψε φοιτητής ακόμα της φιλολογίας, δίνει εν πρώτοις ακριβή περιγραφή των γαμήλιων τελετών, όπως τελούνταν παλαιότερα στη γενέτειρά του. Η περιγραφή των εθίμων δημοσιεύεται πρώτα στο τοπικό ιδίωμα και στη συνέχεια, για πληρέστερη κατανόηση, μεταφέρεται το σχε­τικό κείμενο στην καθαρεύουσα. Παραθέτονται εννέα γαμήλια τραγούδια. Η δεύτερη εργασία είναι δη­μοσίευση επτά παραλλαγών δημοτικών τραγουδιών της παλαιάς Γκιουμουλτζίνας. Οι λαογραφικές εργασίες του Κυριακίδη ολοκληρώνονται με τη δημο­σίευση εννέα Θρακικών παραδόσεων (από την ευρύτερη περιοχή της (Κο­μοτηνής) το 1922. Οι παραδόσεις αυτές σχολιάζονται και συσχετίζονται με άλλες από το ομώνυμο έργο του δασκάλου του Ν. Γ. Πολίτη. Το 1921 δημοσίευσε επίσης ένα σύντομο άρθρο όπου ταυ­τίζει μια σημερινή τοπωνυμία (Μπουλούστρα) με τον βυζαντινό οικισμό Πολύστυλον, που θεωρείται ότι κτίσθηκε στα ερείπια των αρχαίων Αβδήρων.Υποστηρίζει ότι είναι δυνατό το όνομα Πολύστυλον να μεταβλη­θεί «γλωσσικώς» σε Μπουλούστρα και αυτό κάνει στο εν λόγω άρθρο του.

  Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα ιστορικά του δημοσιεύματα (συνολικά εν­νέα) για τη Θράκη. Το πρώτο απ’ αυτά «Η Δυτική Θράκη και οι Βούλγα­ροι», 1919. Με το βιβλίο αυτό ο Κυριακίδης αποδύεται στην προσπάθεια να αποδείξει την ελληνικότητα και την ιστορική συνέχεια της Δυτικής Θράκης από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα και παράλληλα υποστηρίζει την ανυ­παρξία ιστορικών ή εθνολογικών δικαιωμάτων των Βουλγάρων σ’ αυτή. Ενδεικτικό είναι το κεφάλαιο, στο οποίο επισκοπεί την εθνολογική κατά­σταση τω ν Θρακών. Ακολουθεί  η μελέτη «Το Παπίκιον όρος» (1923) η οποία προσδιορίζει την ακριβή θέση του. Ακριβέστερα το Παπίκιον όρος τοποθετείται στα δυτικά του χω­ριού Σουσούρκιοϊ (σήμερα Σωστής). Ακολουθεί η εργασία του «Θρακικά ταξίδια» (1931) η οποία δίνει, με λεπτομερείς περιγραφές και τεκμηριωμένες πληροφορίες, την ιστορική ει­κόνα του Κάστρου της Μπουρούς ή Μπουρού Καλέ, το οποίο βρίσκεται στη βορειοδυτική άκρη της λίμνης Μπουρούς, η εργα­σία συνοδεύεται από φωτογραφικό υλικό φρουρίων και βυζαντινών μονο­γραμμάτων.

  Το 1939 συνέγραψε την πολυσέλιδη πραγματεία «Το Βολερόν», που έδειξε ότι το Βολερό δεν ήταν πόλη αλλά γεωγραφική περιφέρεια, που αντιστοιχούσε περίπου με τη σημερινή Δυτική Θράκη (εκτός από την περιοχή του Έβρου). Το 1946 δημοσίευσε τη διάλεξή του «Ή Θράκη κατά τούς βυζαντινούς χρόνους». Ο συγγραφέας θεωρεί τη Θράκη την περίοδο αυτή «προπύργιον της Κωνσταντινουπόλε­ως και του Ελληνισμού κατά των από βορρά κατερχομένων ποικιλωνύμων βαρβάρων». Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το βιβλίο «Τα βόρεια εθνολογικά όρια τού Ελληνισμού». Για τη Θράκη υποστηρίζει, ότι ολόκληρη μέχρι τον Αίμο είναι ελληνική εκτός από τη Ροδόπη, «όπου ό πληθυσμός είναι σύμμεικτος εκ Σλάβων, Ελλήνων, Ούζων και Ούγγρων, με επικράτησιν των Ελλήνων εις τας πόλεις και τα κάστρα». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εργασία του Κυριακίδη « Ο Μομτσίλος και το κράτος του», που δημοσιεύτηκε το 1950.

  Στα Θρακικά (ιστορικά) δημοσιεύματα του Κυριακίδη μπορεί να συνα- ριθμηθεί και ένα άρθρο του (1928), που αφορά ταξιδιωτικές εντυπώσεις και πληροφορίες του Γάλλου καπουκίνου και περιηγητή Robert de Dreux από το ταξίδι του στη Θράκη (1666). Ο Robert de Dreux, παρότι δεν ανή­κει της τάξεις των μεγάλων περιηγητών, είναι φιλομαθής και περίεργος και ενδιαφέρεται για αρχαία κατάλοιπα και την κατάσταση των κατοίκων της εποχής.

*

«ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ»

Το τελευταίο βιβλίο του Κυριακίδη που παρουσιάζουμε αναφέρεται αποκλειστικά στην ιστορία της Θράκης και εκδόθηκε το I960. Περιλαμβάνει τρεις δια­λέξεις:

α) Ό Ελληνισμός των συγχρόνων Θρακών (αφορά στην καταγωγή των σημερινών κατοίκων της Θράκης),

β) Η ιστορία της Ξάνθης και

γ) Η ιστορία της Κομοτινής.

  Όπως γράφει ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου, συνέθεσε τις διαλέξεις αυτές γιατί δεν υπήρχε — μέχρι τότε— σχετικό βι­βλίο για την ιστορία της Θράκης και των πόλεών της. Η πρώτη διά­λεξη γράφτηκε εξαιτίας της σύγχυσης που επικρατούσε στους σύγχρονους (λόγιους) Θράκες σε σχέση με τους αρχαίους Θράκες, προς τους οποίους συσχέτιζαν τους σύγχρονους, χωρίς να ληφθεί υπόψη το μακραίωνο ιστο­ρικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ τους.

  Οι τρεις αυτές διαλέξεις δόθηκαν κατά σειρά τα έτη 1959, 1953, 1954, στη μετεμφυλιακή περίοδο, οπότε υπήρχε μια γενικότερη αναστάτωση με τον ψυχρό πόλεμο και τις βλέψεις γειτόνων και «φίλων» μας. Ο Στίλπων Κυριακίδης  κατά κάποιο τρόπο στις τρεις αυτές διαλέξεις συμπυκνώνει τα ως τότε πορίσματα των ερευνών του. Σημειώνει:

 «Περαιτέρω επί τόπου έρευναι δεν είναι διόλου απίθανον να φέρουν εις φως και αρχαιότερα και νέα βυζαντινά στοιχεία. Το έργον της ανευρέσεως και δημοσιεύσεως αυτών ανήκει εις τους εντοπίους λογίους, καθήκον των οποίων επίσης είναι η συγκέντρωσις και δημοσίευσις του επιχωριάζοντος λαογραφικού και γλωσσικού υλικού».

  Ο Στίλπων Κυριακίδης μέγας Θράκας Λαογράφος και Ιστορικός, όχι μόνο για όσα έπραξε και για όσα ενέπνευσε.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, 1 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2020

Σχετικά Άρθρα