fbpx
ΠολιτισμόςΤελευταία Νέα

«ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ» του Νίκου Τσιφόρου – Ένα διαχρονικό μάθημα Ιστορίας. Του Θανάση Μουσόπουλου

  Τον Αύγουστο (ξανα)διάβασα και έγραψα για το βιβλίο «Εμείς και οι Φράγκοι» του Νίκου Τσιφόρου. Τον λήγοντα Σεπτέμβριο ξαναείδα τις «Σταυροφορίες», που βέβαια ιστορικά προηγούνται από το «Εμείς και ο Φράγκοι». Δεν με πείραξε αυτή η ανάποδη μελέτη. Για όσους / όσες ενδιαφέρονται παραπέμπω σε δύο σχετικά άρθρα μου «O Νίκος Τσιφόρος και «”Εμείς και οι Φράγκοι” (1973) – Πενήντα χρόνια από το θάνατό του» και «ΝΙΚΟΣ ΤΣΙΦΟΡΟΣ, Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ».

  Στο τωρινό άρθρο θα πούμε λίγα λόγια για τον Ν. Τσιφόρο, που σπάνια τον αναφέρουν οι Ιστορίες Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και στη συνέχεια θα αναφερθούμε στο έργο του «Σταυροφορίες».

Ο Νίκος Τσιφόρος γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1909 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου Σπούδασε νομική και πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα, όπου έζησε ως το θάνατό του. Άσκησε τη δικηγορία για μικρό χρονικό διάστημα, σύντομα όμως στράφηκε στο χώρο των γραμμάτων. Το 1928 παρουσίασε την πρώτη επιθεώρηση του. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής (1944) θριάμβευσε με το θεατρικό έργο “Η πινακοθήκη των ηλιθίων” και ακολούθησαν πολλές θεατρικές επιτυχίες του, τις περισσότερες από τις οποίες έγραψε σε συνεργασία με τον Πολύβιο Βασιλειάδη. Έγραψε πάνω από 40 θεατρικά έργα και περισσότερα από 60 σενάρια. Πολλά έργα του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο με εξίσου μεγάλη επιτυχία, ενώ ο ίδιος ο Τσιφόρος ασχολήθηκε με την κινηματογραφική σκηνοθεσία και το σενάριο. Παράλληλα έγραψε πολλά ευθυμογραφήματα καταδεικνύοντας τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας. Συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά (κυρίως τον Ταχυδρόμο και το Πάνθεον) γράφοντας χιουμοριστικά κείμενα. Το 1965 αρρώστησε με καρκίνο. Μετά από πέντε χρόνια ταλαιπωρίας, με εγχειρήσεις και μεταστάσεις – χωρίς να σταματήσει ωστόσο να γράφει – πέθανε στις 6 Αυγούστου του 1970.

  Υπενθυμίζω ό,τι σημειώνει ο Αλέξης Ζήρας στην «Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια – Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό»:

«Το δημοσιευμένο σε βιβλία έργο του Ν. Τσιφόρου διακρίνεται σε δύο βασικές κατηγορίες· στο καθαυτό σατιρικό και στο παρωδιακό. […] Πιο απαιτητικά είναι τα κείμενα που έγραψε ο Ν. Τσιφόρος παρωδώντας ιστορικά γεγονότα ή και ολόκληρες ιστορικές περιόδους, όπως λ.χ. τις Σταυροφορίες ή την εποχή της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα. Εδώ, στηριγμένος ο συγγραφέας πάνω σε βεβαιωμένα ιστορικά περιστατικά, αναπλάθει τη γενική ατμόσφαιρα, δίνοντάς της φανταστικές προεκτάσεις, αναπαριστάνοντας πλέγματα σχέσεων με εντελώς άλλη οπτική και ναρκοθετώντας έτσι την ίδια τη λογική της γραμμένης επίσημης ιστορίας» (σελ. 223).

  Ο Νίκος Καμπάνης στο βιβλίο του «Φροντιστήριο ζωής από τον Νίκο Τσιφόρο» (2005, εκδ. ΕΡΜΗΣ) για τις  Σταυροφορίες σημειώνει: «Διαχρονικός συγγραφέας ο Τσιφόρος, έγραψε με την ίδια άνεση για τα κουσούρια των Σταυροφόρων και για τις ανθρώπινες αδυναμίες των Παιδιών της πιάτσας. Βασικό του πιστεύω, που βγαίνει έντονα μέσα από τα γραφτά του, είναι ότι οι άνθρωποι παραμένουν ίδιοι στο πέρασμα των αιώνων. Αλλάζουν μόνο κοστούμια, όπλα και γλώσσες επικοινωνίας. Κατά τα άλλα γεννιούνται με προβλήματα, μεγαλώνουν με περισσότερα προβλήματα και πεθαίνουν με ακόμα πιο πολλά προβλήματα, αφού στο μεταξύ έχουν ερωτευθεί μία, δύο, τρεις, δέκα φορές, έχουν βοηθήσει στη διαιώνιση του ανθρώπινου γένους, έχουν πει εκατοντάδες ψέματα και έχουν αντιληφθεί ακόμα περισσότερες πικρές αλήθειες».

*

  Όπως αναφέραμε και στο βιβλίο «Εμείς και οι Φράγκοι», ο Τσιφόρος  προκειμένου να γράψει το βιβλίο του για τις Σταυροφορίες είχε υπόψη του πηγές και, όπως συμπέρανα μελετώντας το έργο του, το πολύ σημαντικό βιβλίο του γάλλου ιστορικού Ρενέ Γκρουσσέ (1885 – 1952) «Ιστορία των Σταυροφοριών» (μετ. Αντ. Πάγκαλου, εκδ. Γκοβόστη», που κυκλοφορεί στη γλώσσα μας  σε πολλές επανεκδόσεις. (Στα γαλλικά κυκλοφόρησε στα 1934 – 36).

  Να σημειώσουμε ότι ο όρος «Σταυροφορία» είναι νεότερος (μόλις του 1638). Οι Σταυροφορίες ποτέ δεν ονομάστηκαν έτσι από όσους συμμετείχαν σε αυτές. Οι πρώτοι σταυροφόροι ήταν γνωστοί με διάφορους όρους, όπως fideles Sancti Petri (πιστοί του Αγίου Πέτρου) ή milites Christi (ιππότες του Χριστού). Οι σταυροφόροι ήταν προσκυνητές της Ιερουσαλήμ, που έραβαν ένα σταυρό στα ρούχα τους. Οι ιστορικοί θεωρούν ότι μεταξύ 1096 και 1291 έγιναν πέντε μεγάλες Σταυροφορίες και πολλές μικρότερες. Νεότεροι ιστορικοί στη Δύση έχουν εκφράσει ηθική κατακραυγή για τη συμπεριφορά των σταυροφόρων. Τη δεκαετία του 1950 ο Σερ Στήβεν Ράνσιμαν έγραψε ότι «Υψηλά ιδανικά σπιλώθηκαν από τη βαναυσότητα και την απληστία… ο Ιερός Πόλεμος δεν ήταν παρά μια μια μακροχρόνια πράξη μισαλλοδοξίας εν ονόματι του Θεού».

*

  Ξεκινά ο Νίκος Τσιφόρος το βιβλίο του:

«Σταυροφορίες. Ήτοι βιβλίον ιστορικώτατον άμα καιαστειότατον, πραγματευόμενον περί του πως υπήγασιν οι άνθρωποι του Χριστού να ληστεύσωσι και φονεύσωσι τους ανθρώπους του Αντιχρίστου. Συγγραφέν υπό του φαιδροτάτου Tσιφόρου του Nικολάου και γελοιοποιηθέν υπό Mητροπούλου των Kωνσταντίνου».

  Ο Τσιφόρος εκτείνεται από την πρώτη σταυροφορία του 1095  ως το 1289, οπότε οι Άραβες δίνουν οριστικό τέλος στην προσπάθεια των δυτικών να ιδρύσουν ένα ευρωπαϊκό κράτος στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Πολύ απλά θα έλεγα ότι ο συγγραφέας  παρακολουθεί τα ιστορικά δρώμενα όπως τα παρουσιάζει ένα βιβλίο ιστορίας (πχ ο Ρενέ Γκρουσσέ) και διανθίζει το ιστορικό κείμενο με κοινωνιολογικά, ψυχολογικά, κουτσομπολίστικα σχόλια.

  Σε ορισμένα σημεία μιλά για το ρόλο του ή για τη βούλησή του ως συγγραφέα.

«Δυστυχώς, είτε αρέσει, είτε δεν αρέσει, η ιστορία είναι ‘απόλυτα αληθινή’. Το μόνο που έκανα εγώ ήτανε να βάλω δικούς μου διαλόγους, αφού άλλωστε κάτι πρέπει να κάνω κι εγώ, πάντα όμως πολύ πιο μαλακό από τους κάτι τέτοιους ‘άγιους πατέρες’, τιμήν και δόξαν της πίστεως και αντιπροσώπους του Κυρίου επί της γης» (σελ. 122).

  Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι οι δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις, οι Χριστιανοί όμως έχουν μια βαθύτατη τομή μεταξύ Παπικών / καθολικών και Βυζαντινών / ορθοδόξων. Οι ορθόδοξοι θεωρούνται από τους παπικούς ως αιρετικοί και προδότες. Οι δυτικοί έρχονται για να ελευθερώσουν από τους Άραβες τους Αγίους τόπους, κατ’ ουσίαν όμως έρχονται για να λεηλατήσουν και να κατακτήσουν την Ανατολή.  Οι πάπες, οι βασιλιάδες, οι ιππότες παρουσιάζονται με τα καθημερινά πάθη τους.

  Πολλές φορές ο Νίκος Τσιφόρος κάνει συγκρίσεις και αναφέρεται στην εποχή μας.

«Αλλά στον Άγιο Τόπο του βασιλείου της Ιερουσαλήμ, άμα ήσουνα ευγενής, σ’ ανοίγανε τα σπίτια τους, όπως να πούμε γίνεται σήμερα στο Κολωνάκι που έτσι και τους μοστράρης για λελές σε λογαριάζουνε από την ίδια κλίκα κι έτσι δεν βρήκε δυσκολίες το αλανιάρικο να μπει στο γκεζί» (σελ. 161-2)

[Τη λέξη γκεζί από τα τουρκικά διασώζει ο Τσιφόρος, τη συναντούμε και σε ρεμπέτικα = Παρέα, συμφωνία, λούκι, συνάντηση].

*

  Συνηθίζω να παραθέτω ένα απόσπασμα που κατά τη γνώμη μου κρύβει / ή αποκαλύπτει την  ουσία του έργου.

«Κι ο μεσσίρ Ούγος ντε Παγιάν άρχισε το μικρό του εγκυκλοπαιδικό μάθημα:

Κατά που ξέρει η μεγαλειότης σου και σεις ευγενικοί μου άρχοντες, κάθε θρησκεία είναι μια μεγάλη φιλοσοφική αλήθεια που ξεκινάει από κάποιον εμπνευσμένο, θεϊκά ή ανθρώπινα, φιλόσοφο, για να κατακτήσει με τις θεωρίες της έναν κόσμο πιστών. Ο Ζαρατούστρας στους Πέρσες, ο Βούδας στους Ινδούς, το Δωδεκάθεο για τους Έλληνες, ο Χριστός για μας, ο Μωάμεθ για τους μουσουλμάνους. Ξεκινάει πάντα, αγνά ,τίμια, με τις καλύτερες προθέσεις για μιαν εξιδανίκευση της ανθρωπότητας και για μια τέλεια συμβίωση ανάμεσα τους. Αλλά στο δρόμο, από τον παραγωγό μέχρι τον καταναλωτή, γίνεται ότι γινότανε μια φορά με τον το συσσίτιο του φαντάρου.

Ένα δηνάριο την ημέρα πλήρωνε ο άρχοντας στην επιμελητεία, τρία τέταρτα δηναρίου έδινα η επιμελητεία στον χιλίαρχο, μισό δηνάριο έδινε ο χιλίαρχος στον λοχαγό, ένα τέταρτο δηναρίου έδινε ο λοχαγός στον σιτιστή και ενάμισυ χάλκινο πλήρωνε ο σιτιστής στους μαγείρους, που κλέβανε το μισό, για να φάει ένα χάλκινο ο φαντάρος και να κλέβει τις κουβέρτες να τις πουλάει στο Γιουσουρούμ για να κονομηθεί.

Έτσι και με τις θρησκείες , την πήρε γενική αντιπροσωπεία ο δικός μας, να πούμε, ο πάπας, την πασάρισε στους καρδινάλιους λειψή, την ξύσανε οι καρδινάλιοι πριν την περάσουνε στους παπάδες, πήρανε και εκείνοι την πρέζα τους ,στο τέλος οι πιστοί μαθαίνουνε ότι ήτανε να μάθουνε από αβιταμινωμένες θεωρίες και πληρώσανε το κερί τους πέντε φορές πάνω. Κι’ οι μεγάλοι, που κρατάγανε το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας στα χέρια τους, περνάγανε έκτακτα, μόνο που μαλώνανε μεταξύ τους , δήθεν περί δοξασιών , αλλά στην ουσία ο καυγάς ήτανε για το πάπλωμα, ποιος θα μασήσει τη μεγάλη κομμάτα» (σ. 102-3)

*

  Θα ήθελα, κλείνοντας την αναφορά μας στις Σταυροφορίες και στο βιβλίο του Νίκου Τσιφόρου, δύο συμπληρωματικά σχόλια.

   Μετά το τέλος των Σταυροφοριών δημιουργείται μια νέα κατάσταση. Είχε προηγηθεί, βέβαια, η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από την 4η Σταυροφορία και τη Φραγκοκρατία που ακολούθησε – τα είδαμε στο άλλο βιβλίο του Ν. Τσιφόρου «Εμείς και οι Φράγκοι». Τώρα, οι Μουσουλμάνοι και ιδιαίτερα οι Οθωμανοί  Τούρκοι αλλάζουν τα δεδομένα. Επιπλέον, «Είχαν δημιουργηθεί οι παράγοντες για τη διαμόρφωση νέων σχέσεων σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και σε πολλαπλά επίπεδα […] Στο κέντρο της νέας πραγματικότητας, που, από μακριά, οδήγησε στην αυγή των Νέων Χρόνων, βρίσκεται η μεταβολή των οικονομικών σχέσεων και ο εμπορικός ρόλος των ιταλικών πόλεων» (όπως  γράφει ο Βασίλης Κρεμμυδάς στο βιβλίο «Ο Μεσαιωνικός κόσμος» εκδ. «Γνώση»).

  Το πρώτο σημείο είναι ότι οι Σταυροφορίες αποτελούν την αρχή των νέων καταστάσεων στην ευρύτερη περιοχή.

 Το δεύτερο σχόλιο: Από την εκπαιδευτική μου εμπειρία  έχω σχηματίσει τη γνώμη ότι στο σχολείο ελάχιστα γνωρίζουμε την ιστορία των Σταυροφοριών.  Για να μην πληγώσουμε τους Ευρωπαίους για όσα βάρβαρα έπραξαν στην περιοχή μας… Πιστεύω ότι πολύ ωραίο για τους νεαρούς μαθητές και νεαρές μαθήτριες θα ήταν να απολαύσουν κάποιες σελίδες από τα «ιστορικά» βιβλία του Νίκου Τσιφόρου, γιατί «το τερπνόν μετά του ωφελίμου». Ίσως ούτε τερπνόν ούτε ωφέλιμον προσφέρουμε στην εκπαίδευσή μας…

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, ΤΕΛΗ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2020

Σχετικά Άρθρα