Του Δημήτρη Κωνσταντάρα
Θα ήταν πολύ κουραστικό να επαναλάβω όλα αυτά τα κωμικοτραγικά που συνέβησαν με τη διαδικασία «Πανελλήνιες 2020- Βάσεις-Εισαγωγή σε Σχολές». Τα ζήσαμε , τα διαβάσαμε, γελάσαμε και μετά… κλάψαμε. Με λίγα λόγια, ας θυμηθούμε ότι η ανακοίνωση για τους εισαχθέντες αποκάλυψε άλλη μια πράξη της τραγωδίας της Ανώτατης Παιδείας που «αρμενίζει θεόστραβα» χωρίς να ξέρουμε προς τα πού πλέει και για μια ακόμη φορά, όπως πάντα εκ των υστέρων και μπροστά στις αντιδράσεις που προκάλεσε η κατάρρευση των βάσεων, ο αρμόδιος – φέτος η υπουργός Παιδείας, «εξήγγειλε πρωτοβουλίες».
Χαρήκαμε αποτόμως που θα υπάρξουν πρωτοβουλίες, μετά και τα φετινά, διαλυτικά φαινόμενα στις πανελλήνιες. Σωστή η δήλωση της υπουργού ότι «πρέπει προφανώς να μας προβληματίσει η για χρόνια ισχύουσα παθογένεια της χώρας μας που δεν βρίσκει εύκολα λύση». Ωραία. Μάς προβλημάτισε. Σίγουρα «τούς» προβλημάτισε, κυρίως την κυρία υπουργό.Και φυσικά συμφωνώ με την -τουλάχιστον φημολογούμενη- τάση μετατόπισης της προτεραιότητας παροχής γνώσεων στη βάση των πραγματικών αναγκών της χώρας σε πιο «παραγωγικούς» τομείς.
Διότι έχουμε π.χ. εισαγωγή στο πανεπιστήμιο υποψηφίου που συγκέντρωσε 625 μονάδες, με άριστα τις 20 000 μονάδες, παρέδωσε δηλαδή στην πραγματικότητα λευκή κόλλα. Το φαινόμενο παρουσιάστηκε παντού, σε όλες τις σχολές: Υποψήφιοι μπήκαν σε τμήματα Μαθηματικών και Φυσικής με μέσο όρο στα μαθήματα 3 και 6!
Αυτή η «βουτιά» στις βάσεις που ευτελίζει τα ΑΕΙ, αδικεί τους φιλομαθείς και επιμελείς και δίνει πρόσβαση σε υποψηφίους με βαθμούς κάτω από τη βάση, σχολιάστηκε δυσμενώς και η κατάρρευση των βάσεων ουσιαστικά αποδόθηκε από την υπουργό Παιδείας στον πρώην υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου, ο οποίος το 2019 έκανε τα ΤΕΙ πανεπιστήμια, ενώ αύξησε ανεξέλεγκτα τον αριθμό των ΤΕΙ και των εισακτέων, για μικροπολιτικούς ουσιαστικά λόγους. Ωστόσο , για τους λόγους της σίγουρα, ούτε η κ. Κεραμέως τόλμησε να επιχειρήσει έστω να «διορθώσει» το ρημαγμένο τοπίο, φοβούμενη προφανώς πιθανές αντιδράσεις των εκπαιδευτικών και των τοπικών κοινωνιών.
Προφανώς μεταξύ αστείου και σοβαρού αλλά πάντως πολύ εύστοχα έγραφε τη Δευτέρα, 31 Αυγούστου στον «Ελεύθερο Τύπο» ο Πάνος Αμυράς: « Η Μαθηματική Σχολή της Σάμου, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα έπρεπε να προσελκύει την αφρόκρεμα των φοιτητών που ενδιαφέρονται για την Άλγεβρα και τη Γεωμετρία. Ποιος νέος που αγαπά την Επιστήμη των Μαθηματικών, δεν θα ήθελε να φοιτήσει στην πατρίδα του Πυθαγόρα, θεμελιωτή της Γεωμετρίας, οι θεωρίες του οποίου αποτελούν τη βάση των Θετικών Σπουδών και στον σύγχρονο κόσμο; Κι όμως. Η βάση εισαγωγής για το Μαθηματικό της Σάμου ήταν μόλις 3,5. Και αμφιβάλλουμε εάν ο εισακτέος που έγραψε απλώς το όνομά του στην κόλλα και ήδη ανήκει στο δυναμικό της Σχολής, γνωρίζει πως θα αποδείξει το Πυθαγόρειο Θεώρημα».
Πολλά «κυκλοφόρησαν» ως σχέδια, προτάσεις, εισηγήσεις και κυρίως για τη βάση του «10», τουλάχιστον σε ένα μάθημα της εξειδίκευσης κάθε σχολής. Αλλά υπάρχει κάτι που με προβληματίζει σοβαρά ,προκύπτει από ανακοίνωση της κ. Κεραμέως ότι «Όσον αφορά την αναδιάταξη του ακαδημαϊκού χάρτη, αυτός πρέπει να διαμορφώνεται στη βάση ακαδημαϊκών κριτηρίων, στη βάση των πραγματικών αναγκών της χώρας.Μέρος της λύσης είναι και οι άλλες επιλογές που προσφέρονται στους νέους μας –δρόμοι επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης– και εκεί βρίσκεται προ διαβούλευσης ένα Ν/Σ που αναβαθμίζει την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Θέλουμε λύσεις με διεξόδους για τους νέους. Όχι να τους ανοίγουμε τον δρόμο στην ανεργία».
Και γιατί με προβληματίζει αφού, κατά βάση, είναι καλό να παράγουν τα Πανεπιστήμια και τα Πολυτεχνεία μας και η Επαγγελματική Εκπαίδευση ανθρώπους με ειδικότητες που ζητούνται ,που λείπουν , που είναι «χρήσιμες»; Το εξηγώ με λίγα λόγια:
Τι θα πει «χρήσιμες» για την Κοινωνία μας; Και ποιες δαχτυλοδείχνονται ως «άχρηστες»;Φαντάζομαι ότι συμφωνείτε στο ότι η ιστορική μας μνήμη όσο πάει, εξασθενίζει. Κυρίως στις νέες γενιές που και επαρκώς δεν διδάσκονται Ιστορία – λες και κάποιοι έχουν αποφασίσει ότι δεν χρειάζεται η Ιστορική Μνήμη- και ουδείς τους έχει ενσταλάξει την ανάγκη της ιστορικής γνώσης ως προαπαιτούμενο για τη δημιουργία χαρακτήρα.
Και φυσικά συμφωνώ με την τάση μετατόπισης της προτεραιότητας παροχής γνώσεων στη βάση των πραγματικών αναγκών της χώρας σε πιο «παραγωγικούς» τομείς. Αλλά προσοχή: Αυτό , σε ουδεμία περίπτωση , επιτρέπεται να ισοδυναμεί σε «παραγωγή» νέων ανθρώπων αναβαθμισμένης επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης που θα αγνοούν την ιστορία της χώρας τους, την ιστορία τού κόσμου στον οποίο καλούνται να δραστηριοποιηθούν, την ιστορία της εξέλιξης και της πόλιτικής.
Και αναφέρομαι σε μια σύγχρονη Ελλάδα στην οποία οι νέοι άνθρωποι θα είναι χρήσιμοι και παραγωγικοί σε τομείς ανάπτυξης, τεχνολογίας και επιχειρηματικότητας αλλά θα αγνοούν ποιος ήταν ο Ελύτης, ο Καραισκάκης, ο Δαρβίνος, ο Ντοστογιέφσκι, ο Κοραής και ο Χίτλερ. Ή ποιος δολοφόνησε τον Ρόμπερτ Κέννεντυ , ποιος ήταν ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ και ποιος ήταν ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Κι αν έχετε κάποιαν αντίρρηση, παρακολουθείστε ένα απόγευμα κάποιο απ΄ τα πολλά τηλεοπτικά κανάλια που μεταδίδουν «Τηλεπαιχνίδια Γνώσεων». Το συντριπτικό ποσοστό των συμμετεχόντων έχει πάει εκεί για να τους δουν οι φίλοι τους και για να κερδίσουν-ενδεχομένως- κάποια λεφτά. Αλλά ΓΝΩΣΕΙΣ έχουν; Και ποιες ηλικίες είναι αυτοί που ξέρουν δέκα πράγματα; Απάντηση: Ο ένας στους δέκα έχει «κάποιες» γενικές γνώσεις. Το 80% αυτών που έχουν «κάποιες» γνώσεις είναι άνω των 45 ετών. Από όλους τους υπόλοιπους, εμφανίζεται σπανίως ΕΝΑΣ νέος άνθρωπος που ξέρει πώς πέθανε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ή -έστω- που ξέρει ποιος ΗΤΑΝ ο Βενιζέλος.