Ο Ιωάννης Τσιγάντες (δίδυμος αδερφός του Στρατηγού Χριστόδουλου Τσιγάντε), γεννήθηκε στην Τούλτσα της Ρουμανίας το 1897 και ήταν γιος του Γεράσιμου Σβορώνου-Τσιγάντε.
Αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων τον Ιούλιο του 1920 ως Ανθλγος ΠΖ, 1ος μεταξύ 55 συμμαθητών.
Έλαβε μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία και τραυματίστηκε βαρύτατα στη μάχη της Καβαλίτσας (Μάρτιος 1921).
Υπήρξε πρωτοστάτης της μυστικής οργάνωσης «Ελληνική Στρατιωτική Οργάνωση» (ΕΣΟ) το 1933 με συνεργάτες τον Υποστράτηγο Κ. Βλάχο, τον Συνταγματάρχη Στ. Σαράφη και τον Πλοίαρχο Α. Κολιολέγη και συμμετείχε στο κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935.
Κατά την κατοχή διέφυγε στη Μέση Ανατολή αποκαταστάθηκε (είχε καταταχθεί το 1935), προβιβάσθηκε σε Ταγματάρχη και από το 1942 εντάχθηκε στις μυστικές υπηρεσίες (οργανωμένες από την Βρετανική Υπηρεσία Μ4) με αποστολές αντίστασης κατά του κατακτητού στην Ελλάδα.
Μαζί του έφτασαν και οι επίσης ηρωικοί ασυρματιστές του Κώστας Ρούσος, Ανδρόνικος Ματθαίου, Θόδωρος Λιάκος και Μάριος Δανιηλίδης, οι οποίοι συνελήφθησαν επίσης από τους κατακτητές και εκτελέσθηκαν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, μετά από φρικτά βασανιστήρια για να μαρτυρήσουν συνεργάτες, χωρίς όμως ποτέ να δώσουν καμία πληροφορία στους κατακτητές.
Ο Γιάννης Τσιγάντες, με τους συνεργάτες του, συγκρότησε και ενεργοποίησε την αντιστασιακή οργάνωση «ΜΙΔΑΣ-614», προσπαθώντας να απλώσει το δίκτυο της οργάνωσης σε όλη την Ελλάδα.
Ο Ταγματάρχης Τσιγάντες ήταν αδελφός μιας άλλης ηρωικής μορφής των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, του Συνταγματάρχη (ΠΖ) Χριστόδουλου Τσιγάντε, ο οποίος στις 15/9/1942 είχε αναλάβει τη διοίκηση του «Λόχου Αθανάτων» στη Μέση Ανατολή και με ενέργειές του οποίου μετονομάσθηκε την ίδια χρονιά σε «Ιερό Λόχο», καθιερώθηκε ιδιαίτερο έμβλημα με τη ρήση «ή ταν ή επί τας» και άρχισε η εκπαίδευσή του στις καταδρομικές επιχειρήσεις.
Στα τέλη του Δεκεμβρίου 1942, ο Ταγματάρχης Τσιγάντες ανέφερε στη εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή ότι είχε πετύχει τη συγκρότηση ενός «υπερκομματικού» θα το χαρακτηρίζαμε σήμερα, «Εθνικού Συμβουλίου», αποτελούμενο από τους Γεώργιο Παπανδρέου, τον μετέπειτα Πρόεδρο της εξόριστης Κυβέρνησης και Πρωθυπουργό της Απελευθέρωσης, καθώς και τους Θεμ. Τσάτσο, Αλέξ. Σβώλο, Π. Γουναράκη, Δημ. Ψαρρό και άλλες προσωπικότητες, υπό την ηγεσία του αείμνηστου Αρχιεπίσκοπου Δαμασκηνού, δημιουργώντας το Εθνικό αυτό Συμβούλιο.
Ο γενναίος Γιάννης Τσιγάντες ξεπερνούσε κάθε προσωπική πίκρα αλλά και κάθε στενή κομματική εμπλοκή που τόσο έβλαψε τον ιερό αγώνα της αντίστασης του έθνους. Αυτό όμως το επίτευγμά του όμως φαίνεται πως δεν άρεσε σε κάποιους και για το λόγο αυτό από τότε άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την ίδια του τη ζωή.
Στις 14/1/1943, ο Ταγματάρχης Τσιγάντες βρισκόταν στο κρησφύγετό του, στη λεωφόρο Πατησίων 86, κοντά στο Πεδίο του Άρεως, όταν μία επταμελής ομάδα Ιταλών Καραμπινιέρων (=Στρατιωτική Αστυνομία) έκανε έφοδο στην πολυκατοικία, ενώ οι άλλοι συνάδελφοί τους είχαν περικυκλώσει όλο το τετράγωνο, από φόβο μήπως ο Τσιγάντες αποπειραθεί να διαφύγει πηδώντας από στέγη σε στέγη. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε καθώς οι Ιταλοί έδρασαν ταχύτατα και όταν έσπασαν την πόρτα του διαμερίσματός του ο αρχηγός της αντιστασιακής οργάνωσης «ΜΙΔΑΣ-614» βρέθηκε εκεί με το πιστόλι στο χέρι και άνοιξε πυρ κατά των Ιταλών κατακτητών. Πριν πέσει νεκρός από τις Ιταλικές σφαίρες ο γενναίος Έλληνας αξιωματικός πρόλαβε να σκοτώσει έναν ιταλό και να τραυματίσει έναν ακόμα.
Οι εκτιμήσεις των συναγωνιστών του, αλλά και μεταπολεμικών ιστορικών, συντείνουν στην άποψη ότι ο Τσιγάντες προδόθηκε στους κατακτητές, καθώς ο ίδιος ήταν εξαιρετικά έμπειρος και προσεκτικός ενώ οι Ιταλοί δεν έψαξαν καθόλου αλλά πήγαν κατευθείαν στο διαμέρισμά του, χωρίς να ψάξουν άλλα διαμερίσματα της πολυκατοικίας. Κανείς, ωστόσο, δεν γνωρίζει για να κατονομάσει με απόλυτες αποδείξεις τους προδότες!!
Αντγος ε.α.
Νικόλαος Φωτιάδης Επίτιμος Υδκτης ΔΣΣ