slider Ιστορικά Τελευταία Νέα

12 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1866 ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΑ ΥΠΟΛΟΧΑΓΟΥ (ΠΒ) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΡΑΪΔΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΒΑΦΕ (ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ)

Στον περίβολο της Εκκλησίας των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Πεδίο του Άρεως (που τον περασμένο αιώνα χρησιμοποιείτο για γυμνάσια και παρελάσεις στρατιωτικών μονάδων της Αθήνας) κοσμούν προτομές πεσόντων υπέρ Πατρίδος Ελλήνων Αξιωματικών. Μία από αυτές ανήκει στον ήρωα Υπλγό (ΠΒ) Αλέξανδρο Πραϊδη, σεμνό αφιέρωμα στη μνήμη του, από τους τότε Αξιωματικούς του Πυροβολικού.

Ο Αλέξανδρος Πραϊδης, γιος του Μακεδόνα την καταγωγή Γεωργίου Πραϊδη (αγωνιστού της Επαναστάσεως του 1821, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 82 ετών πάμπτωχος, όπως όλοι οι τίμιοι αγωνιστές, αφήνοντας χωρίς προστασία την γυναίκα του και τις δύο του θυγατέρες, αφού ο μονάκριβός του γιος Αλέξανδρος σκοτώθηκε 7 χρόνια πριν στη μάχη του Βαφέ) γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1834 στη Σύρο.

Το καλοκαίρι του 1852 τελείωσε το μοναδικό τότε (Βασιλικό) “Γυμνάσιο των Αθηνών” και ήταν από τους πλέον επιμελείς μαθητές της τάξης του. Ο νεαρός Αλέξανδρος, τόσο από καταγωγή (γόνος επώνυμου αγωνιστού του ’21), όσο και από μόρφωση, θα μπορούσε κάλλιστα να γραφτεί χωρίς εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ή και να σπουδάσει ως υπότροφος στο εξωτερικό και να γίνει ένας διαπρεπής επιστήμονας. Αντίθετα, είχε τόση αγάπη για το στρατό και τόση επιθυμία να γίνει Αξιωματικός, ώστε παρά τις δυσκολίες και τις συνεχείς αιτήσεις του πατέρα του το 1852 και 1853 προς τον Υπουργό Στρατιωτικών για έγκριση εισαγωγής του στη Σχολή Ευελπίδων, αποδεχόμενος να καταβάλλει το ½ των διδάκτρων, με το από 12 Ιανουαρίου 1854 Βασιλικό Διάταγμα (επί Όθωνα)  “κατατάσσεται εις την Στρατιωτικήν Σχολήν Ευελπίδων”.

Ο Εύελπις Πραϊδης υπήρξε από τους πλέον επιμελείς μαθητές της Σχολής, αφού αρίστευσε και διετέλεσε Επιλοχίας – Αρχηγός στην τελευταία τάξη. Στις 10 Νοεμβρίου 1857, μετά από τετραετή φοίτηση, εξήλθε πρώτος, ως Ανθυπασπιστής Μηχανικού και τοποθετήθηκε σε μία από τις 10 Στρ. Διευθύνσεις Μηχανικού που λειτουργούσαν στίς έδρες Νομών και ασχολούνταν με δημόσια και στρατιωτικά έργα.

Στις 10 Αυγούστου 1859 μετατάσσεται στο Πυροβολικό και τοποθετείται στην μοναδική τότε Μοίρα Πυροβολικού. Τον Δεκέμβριο του 1859 προάγεται σε Ανθυπολοχαγό και στις 10 Σεπτεμβρίου 1860 διορίζεται στη Σχολή Ευελπίδων ως καθηγητής της Τοπογραφίας και των Καταμετρήσεων. Τον επόμενο χρόνο μετατίθεται πάλι στο Πυροβολικό και την 1η Σεπτεμβρίου παίρνει φύλλο πορείας για το Ναύπλιο όπου τοποθετείται Υπασπιστής του εκεί Οπλοστασίου.

Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 για παραχώρηση Συντάγματος, στις 31 Ιανουαρίου προς 1 Φεβρουαρίου 1862 εκδηλώθηκε η “Στάση του Ναυπλίου”  από τη φρουρά της πόλης και κατέληξε σε σύγκρουση μεταξύ βασιλικών στρατευμάτων του Στρατηγού Χαν και των επαναστατών πολιτικών και στρατιωτικών με σκοπό “την κατάπτωσιν του ισχύοντος κυβερνητικού συστήματος”. Ο Αλέξανδρος Πραϊδης, εμφορούμενος από αντιδυναστικές ιδέες και υπηρετώντας στο Οπλοστάσιο, υπήρξε πρωτεργάτης της αντιοθωνικής κίνησης και έλαβε μέρος σε όλες τις συγκρούσεις, όπου δέχτηκε δύο τραύματα.

Μετά την επικράτηση των Οθωνικών, δόθηκε αμνηστία και τελικά ο τραυματίας Αλέξανδρος Πραϊδης με άλλους πρωτεργάτες της επαναστάσεως απέπλευσαν με δύο ξένα πλοία για τα Τουρκικά παράλια (Σμύρνη), όπου και παρέμεινε μέχρι την “έξωση” του Όθωνα (12 Οκτωβρίου 1862).

Λίγες μέρες αργότερα επαναπατρίσθηκε και επανήλθε στο στράτευμα και με διαταγή του Υπουργού Στρατιωτικών τοποθετήθηκε ως διοικητής του 4ου Λόχου του Τάγματος Πυροβολικού (η Μοίρα μετονομάστηκε σε Τάγμα).

Στις 14 Ιουνίου 1866 μετατίθεται από το Τάγμα Πυροβολικού και τοποθετείται ως Υπασπιστής του Υπουργού Στρατιωτικών (ο βασιλεύς Γεώργιος Α’ ήλθε στην Ελλάδα στις 17 Οκτωβρίου 1863), μετά όμως μικρό χρονικό διάστημα ξέσπασε η Κρητική Επανάσταση, από την υπερήφανο Κρητικό Λαό, ο οποίος ουδέποτε αποδέχτηκε την υποδούλωσή του και την κατοχή του νησιού από τους Βενετούς και τους Τούρκους.

Η νικημένη στον Κριμαϊκό Πόλεμο Ρωσία παρουσιάζεται υποστηρικτής των Χριστιανών της Κρήτης και τους υποκινεί σε επανάσταση, στη δε Ελλάδα δεσπόζει η Μεγάλη Ιδέα, η οποία περιλαμβάνει φυσικά και την ένωση της Κρήτης, με αποτέλεσμα τον ξεσηκωμό των Κρητικών και την κήρυξη της Ένωσης με την Ελλάδα από τη γενική συνέλευση τους, στο Ασκύφου στις 21 Αυγούστου 1866.

Ο πάντα ανήσυχος και δραστήριος Πραϊδης έμαθε ότι ο αδελφός του Υπουργού Στρατιωτικών, Ταγματάρχης των Γενικών Επιτελών Ιωάννης Ζυμβρακάκης, ετοιμαζόταν να κατέβει με εθελοντάς στην Κρήτη για να λάβει μέρος στον αγώνα των επαναστατημένων δυτικών επαρχιών της. Τότε ζήτησε από τον Υπουργό (Ανχη ΠΒ Χαράλαμπο Ζυμβρακάκη) την άδεια να συμμετάσχει και αυτός στο Σώμα του αδελφού του και ο Υπουργός το ενέκρινε.

Το εθελοντικό Σώμα, αποτελούμενο από 275 Αξιωματικούς, υπαξιωματικούς, επιστήμονες και φοιτητές, αναχώρησε το τρίτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου 1866 με το ατμόπλοιο “Πανελλήνιον” (κυβερνήτης ο Ν. Σαχτούρης) και έφτασε στην περιοχή Σφακίων το πρωί της 1ης Οκτωβρίου.

Στις επαναστατημένες δυτικές επαρχίες της Κρήτης, ο γενικός αρχηγός των Τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων (45.000 άνδρες) Μουσταφά πασάς (Αλβανός την καταγωγή), είχε αρχίσει τις επιχειρήσεις κατά του Σελίνου, χωριών Κυδωνίας και επαρχίας Αποκορώνου και έκαψε και λεηλάτησε 90 περίπου χωριά.

Ο Ταγματάρχης Ζυμβρακάκης, βρισκόμενος στο Λουτρό Σφακίων, μόλις πληροφορήθηκε ότι ο Μουσταφά πασάς μπήκε στην επαρχία Αποκόρωνα, μετακινήθηκε αμέσως με το Σώμα των εθελοντών του (μεταξύ των οποίων και ο Υπολοχαγός Πραϊδης) για να συναντήσει τα εις Βαφέ Κρητικά Σώματα, όπου το βράδυ της 3ης Οκτωβρίου βρήκε 280 άνδρες με 4 αρχηγούς.

Στις 8 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου ο Μουσταφά πασάς, μετά την κατάληψη του χωριού Βάμος και της μονής Καρύδι, άρχισε να προελαύνει κατά των Εθελοντών (Ελλήνων και Κρητών), οι οποίοι κατείχαν τις μεταξύ Μποσνέρου και Αλικάμπου θέσεις. Η υπεροχή του εχθρού ήταν συντριπτική και σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Ελληνικό στρατόπεδο, οι μεν εξ Ελλάδος ενθουσιώδεις εθελοντές επέμειναν να δοθεί μάχη μέχρις εσχάτων στο Βαφέ, οι δε Κρήτες καπετάνιοι πρότειναν να αποσυρθούν όλοι και να αμυνθούν στα νότια υψώματα του Βαφέ.

Αν και η γνώμη των Κρητών ήταν η ορθή, επικράτησε η άποψη των Ελλήνων Εθελοντών Αξιωματικών, με την οποία συμφώνησε και ο Ταγματάρχης Ζυμβρακάκης, και τα τμήματα κατέλαβαν τις θέσεις τους για μέχρις εσχάτων αντίσταση, δίχως να κρατήσουν εφεδρείες, λόγω του μικρού αριθμού των μαχητών. Όταν τα στρατεύματα του Μουσταφά πασά έφθασαν ακροβολισμένα στην αμυντική τοποθεσία, επακολούθησε μια άγρια φονική μάχη, η οποία κατέληξε σε νίκη των Τουρκοαιγυπτίων.

Ο Υπολοχαγός Πραϊδης, επικεφαλής ενός τμήματος Εθελοντών, υπερασπιζόταν τους “αριστερόθεν” (βορειοδυτικά), του Βαφέ γηλόφους μαζί με απόσπασμα Κρητών υπό τον οπλαρχηγό Κριάρη. Μαχόμενος γενναία σαν πεζός (αν και ήταν Πυροβολητής), αφού απέκρουσε με επιτυχία έξι αλλεπάλληλες εχθρικές επιθέσεις και μη δεχόμενος να υποχωρήσει, έπεσε ηρωικά, για να ποτίσει με το αίμα του το χώμα της επαναστατημένης Κρήτης και για να δείξει  ότι είναι υπέρτατη τιμή να πεθαίνεις για την Πατρίδα. Μαζί του σκοτώθηκαν άλλοι 16 εθελοντές, δεν είναι όμως γνωστό πού, πότε και από ποιούς θάφτηκε.

Ο Ψιλλάκης στο βιβλίο του “Η Ιστορία της Κρήτης”, έχοντας στοιχεία από την επίσημη Έκθεση του Στρατ. Αρχηγού των Δυτικών Επαρχιών γράφει μεταξύ άλλων: “Πάντες οι περί τον Ζυμβρακάκην άνδρες συνεποσούντο εις 600 περίπου, διαιρεθέντας υπό τους τμηματάρχας Αλ. Πραϊδην Θρ. Μάνον και Δ. Σέκερην μετά των εθελοντών  Ανθυπασπιστών, υπαξιωματικών και οπλιτών και τους Κρήτας Σωματάρχας Κριάρην, Τιρτίρην, Καζάκον, Τζοντολάμπην, Καραβάτσον και Χριστοδουλάκην…… Ηγωνίσθησαν και επάλαισαν γενναιότατα εφ΄ ικανού χρόνου κατά τοσαύτης υπεροπλίας… Οι ούτω υποχωρήσαντες έφθασαν το εσπέραν εις Ασκύφον Σφακίων, εκεί δε εξετάσεως γενομένης των εν Βαφέ απωλειών, εγνώσθη ότι έπεσον 15, τραυματίσθηκαν 12 ελαφρώς και ηχμαλωτίσθησαν 3… μεταξύ δε των πεσόντων ηριθμούντο άνδρες διαπρεπείς και ατρόμητοι, ως ο ανεκτίμητος Αλέξανδρος Πραϊδης Υπολοχαγός του Πυροβολικού….”

Επίσης στις 5 Νοεμβρίου 1866, σε έκθεσή τους προς εφημερίδες των Αθηνών δύο εθελοντές Ανθυπασπιστές που έλαβαν μέρος στη φονική μάχη του Βαφέ έγραψαν: “Κατά την υποχώρησιν απωλέσαμεν την κορωνίδα των εθελοντών, τον Υπολοχαγό Αλ. Πραϊδην…”

Στην Αθήνα για αρκετό καιρό μετά τον ηρωικό θάνατό του στη μάχη του Βαφέ, ο Αλ. Πραϊδης “ο παρά πάντων αγαπώμενος και θαυμαζόμενος νέος” εθεωρείτο αιχμάλωτος των Τούρκων (πληροφορία που σκόπιμα διέδιδαν οι Τούρκοι), και το θλιβερό γεγονός του θανάτου του μαθεύτηκε από την δημοσίευση της εκθέσεως των Ανθυπασπιστών στις Αθηναϊκές εφημερίδες στις αρχές Δεκεμβρίου 1866.

Το μόνο που απέμεινε πλέον, μετά την είδηση του θανάτου του, που βύθισε σε απέραντη λύπη όχι μόνο τους συγγενείς αλλά και το Σώμα των Αξιωματικών, ως έσχατη αλλά υπέρτατη υποχρέωση, ήταν η επιμνημόσυνη δέηση για την ψυχή του που έγινε στις 29 Ιανουαρίου 1867 στη Μητρόπολη Αθηνών. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν:

Εφημερίδα “Εθνοφύλαξ”:

“Χθες ετελέσθη εν τω ναώ της Μητροπόλεως μετά λαμπράς ιεροτελεστίας αρχιερατικόν μνημόσυνον υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του ήρωος του Μύλου της Ναυπλίας, του μάρτυρος του Βαφέ, του εγκαλλωπίσματος του Ελληνικού Στρατού, του παρά πάντων αγαπώμενου και τιμωμένου Υπολοχαγού του Πυροβολικού Αλεξάνδρου Πραϊδου…”

Εφημερίδα “Το Μέλλον”:

“Την Κυριακήν εγένετο εν Μητροπόλει το μνημόσυνον του ετέρου των εν Βαφέ πεσόντων Μακεδόνων, του αειμνήστου Αλεξάνδρου Πραϊδου. Μετά μήνας ολόκληρους καθ’ ους μας ηπάτων (διότι δεν ηθέλαμεν να πεισθώμεν) αγωνιώδεις ελπίδες, ηναγκάσθημεν να πενθήσωμεν και τον ήρωα τούτον τον δυο πληγάς υποστάντα εν Κρήτη και πεσόντα, διότι ως νέος Σπαρτιάτης, δεν εγνώριζεν ουδέ ήθελε να γνωρίση τι εστίν υποχώρησις….. Η μνήμη ηρώων ως ο Πραϊδης δεν αποθνήσκει”.

Αιωνία σου η μνήμη αγωνιστή της Μεγάλης των Ελλήνων Ιδέας, ήρωα Υπολοχαγέ Αλέξανδρε Πραϊδη.

* Η τάξη των Αξιωματικών της Σχολής Ευελπίδων  2002 μηνών φέρει το όνομα του θυσιασθέντος στον αγώνα της Κρήτης Υπλγού (ΠΒ) Αλεξάνδρου Πραϊδη.

 

Αντγος ε.α.

Νικόλαος Φωτιάδης

Επίτιμος Υδκτης Δ’ ΣΣ

Σχετικά Άρθρα