Ενώ ο Χριστός, καθώς πορεύεται με τους δώδεκα μαθητές του στα Ιεροσόλυμα, προλέγει σ’ αυτούς το επικείμενο πάθος του, δύο από αυτούς, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, που βρίσκονται ακόμη στην προ του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος περίοδο και συμμερίζονται τις αντιλήψεις των Ιουδαίων περί Μεσσίου ως κοσμικού ηγέτη, απευθύνουν προς το διδάσκαλό τους το ακόλουθο αίτημα:
«Διδάσκαλε, θέλουμε να μας κάνεις τη χάρη, όταν θα εγκαταστήσεις την ένδοξη βασιλεία σου, βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στα αριστερά σου».
Ο Χριστός λυπάται για το παράλογο αυτό αίτημα των μαθητών, αλλ’ αφού προηγουμένως τους δείχνει το δρόμο του πάθους και της θυσίας χρησιμοποιεί την κατάλληλη αυτή ευκαιρία για να απευθύνει σε όλους τους μαθητές του τα ακόλουθα βαρυσήμαντα λόγια που συνιστούν και το κέντρο του ευαγγελικού αναγνώσματος:
«Ξέρετε ότι αυτοί που θεωρούνται ηγέτες των εθνών ασκούν απόλυτη εξουσία πάνω στους ανθρώπους και τους καταδυναστεύουν. Σ’ εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει υπηρέτης σας· και όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο για όλους».
Τα λόγια αυτά είναι αξιοπρόσεκτα, γιατί μας δίνουν το πραγματικό νόημα και περιεχόμενο της εξουσίας, είτε γενικά στην κοινωνία, είτε ειδικότερα μέσα στην Εκκλησία. Το νόημα αυτό μπορεί να συνοψισθεί στη φράση ότι η εξουσία είναι ταπείνωση και διακονία. Οι άρχοντες και ηγέτες των εθνών καταδυναστεύουν και κατεξουσιάζουν τους υπηκόους τους κάνοντας όχι απλώς χρήση αλλά και κατάχρηση της εξουσίας.
Το μεγαλείο του χριστιανού ηγέτη δεν βρίσκεται στην εξουσία και στον πειρασμό που εμφωλεύει σ’ αυτόν που την έχει, αλλά στη διακονία, στην προσφορά του εαυτού του για τους άλλους. Οι λέξεις «διάκονος» και «δούλος» που απαντούν στο ευαγγελικό ανάγνωσμα δείχνουν και υπογραμμίζουν την αποστολή του ηγέτη, η, αν προχωρήσουμε λίγο περισσότερο, την αποστολή της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Δεν είναι πηγή δυνάμεως η εξουσία και το αξίωμα που έχει κανείς, αλλά μέσο διακονίας.
Η φιλοδοξία του χριστιανού είναι νόμιμη και αξιέπαινη, όταν συμπίπτει με την επιθυμία του να μιμηθεί το πάθος του Χριστού, βέβαια όχι πάντοτε με την έννοια του μαρτυρίου αλλά με τις συνέπειες που μπορεί να έχει μία γνήσια εκπροσώπηση του χριστιανισμού μέσα σ’ έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από συμβιβασμούς και υποχωρήσεις.