fbpx
sliderΚοινωνίαΤελευταία Νέα

Ανακοίνωση για την αποχή των μαθητών από τα διδακτικά τους καθήκοντα και τις καταλήψεις γονέων στα μειονοτικά σχολεία

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Διδασκαλικού Συλλόγου Ξάνθης  με αφορμή την αποχή των μαθητών των μειονοτικών σχολείων από τα μαθητικά τους καθήκοντα, την κατάληψη των σχολικών χώρων  από τους  γονείς των μαθητών με μοναδικό και κύριο αίτημα την αντικατάσταση των υπαρχόντων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία με αυτά των δημοσίων βιβλίων ως κύριο εκπαιδευτικό υλικό διδασκαλίας, αλλά και τις οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας στο θέμα των βιβλίων, επισημαίνει:

Είναι γνωστό σε όλους ότι στα μειονοτικά σχολεία  η διδασκαλία των μαθημάτων του ελληνόφωνου προγράμματος  γίνεται με τα σχολικά εγχειρίδια του ΠΕΜ (Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων), εγχειρίδια φτιαγμένα για παιδιά που δεν έχουν ως μητρική γλώσσα την ελληνική, προκειμένου να γεφυρωθεί ένα μεγάλο κενό γνώσης που υπήρχε τότε για τους μαθητές της μειονότητας.

Πράγματι, το ΠΕΜ, την εποχή εκείνη, ταυτόχρονα και με την ίδρυση και εξακτίνωση των ΚΕΣΠΕΜ σε πολλούς μειονοτικούς οικισμούς των νομών της Θράκης, ήταν κάτι το πρωτοποριακό για τα εκπαιδευτικά δεδομένα της περιοχής και συνέβαλε ουσιαστικά στη διάδοση της ελληνομάθειας των μαθητών. Ήταν μια μεγάλη 10ετή μεταρρυθμιστική εκπαιδευτική προσπάθεια, αρχής γενομένης από το 1997 με την εισαγωγή των νέων βιβλίων  διαθεματικής μορφής και προσέγγισης, με δοκιμαστική εφαρμογή από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς που συμμετείχαν στο πρόγραμμα,  με παράλληλη έκδοση εκπαιδευτικού υλικού, όπως επιμορφωτικού, λεξικών, λογισμικού υλικού, αλλά και συστηματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε νέες τεχνικές και μορφές διδασκαλίας, τόσο στη χρήση αξιοποίησης του υλικού, όσο και σε θέματα χειρισμού της διγλωσσίας με σκοπό την ανάπτυξη της ελληνομάθειας με σεβασμό πάντα στις ιδιαιτερότητες των μαθητών των μειονοτικών σχολείων.

Το περιεχόμενο, δε, των βιβλίων, ήταν πολυδύναμο (διαφορετικά είδη κειμένων), αρθρωτό (ελεύθερη επιλογή και προσαρμοστικότητα στο επίπεδο γλωσσομάθειας των μαθητών), μεταβατικό (με διαφορετικό προσανατολισμό στις πρώτες και τελευταίες τάξεις του σχολείου), με διαβαθμισμένη κλίμακα δυσκολίας και αναπλήρωναν ως ένα βαθμό την έλλειψη της προσχολικής αγωγής, που ουσιαστικά τότε ήταν σχεδόν ανύπαρκτη στους μειονοτικούς οικισμούς.

Με την παρέλευση όμως μιας 10ετίας διδασκαλίας και χρήσης αυτών των βιβλίων, τη γενίκευση της δημόσιας προσχολικής αγωγής, την ίδρυση και λειτουργία νηπιαγωγείων σε όλους τους μειονοτικούς οικισμούς, την αλλαγή νοοτροπίας και εξέλιξη της κοινωνίας, τη συμμετοχή των μειονοτικών μαθητών σε διάφορες δραστηριότητες και μορφές της κοινωνικής ζωής, την ολοένα αυξανόμενη εισαγωγή των μουσουλμανοπαίδων σε πανεπιστημιακές σχολές, ήταν απαραίτητο και όφειλε η όποια κυβέρνηση να προχωρήσει τάχιστα σε επικαιροποίηση και εμπλουτισμό των βιβλίων ή ακόμα και σε αντικατάσταση μέρους των υπαρχόντων βιβλίων.

Αυτό είχε επισημανθεί,  τόσο από τις αποφάσεις του  Δ.Σ του Συλλόγου μας και των Γενικών Συνελεύσεων, όσο και από τις ψηφισμένες αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων του Κλάδου.

Η αδράνεια, όμως, όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών, ως αποκλειστικά υπεύθυνων για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, οδήγησε σήμερα στην κινητοποίηση των γονέων με κλείσιμο των σχολείων για αντικατάσταση των υπαρχόντων βιβλίων. Αν και το αίτημα προϋπήρχε για άμεση αντικατάσταση όλων των βιβλίων του ελληνόγλωσσου προγράμματος στα μειονοτικά  σχολεία με επαναφορά των βιβλίων που διδάσκονται στα δημόσια σχολεία, (Oμόφωνη απόφαση της Γενικής Τακτικής Συνέλευσης του Συλλόγου Μουσουλμάνων Δασκάλων Αποφοίτων ΕΠΑΘ που πραγματοποιήθηκε στις 17-12-2014 και με αριθ. Πράξης: 42), καθώς και τοποθετήσεις κυβερνητικών παραγόντων στη Βουλή και υπήρξαν διαβουλεύσεις  στο συγκεκριμένο θέμα, εντούτοις το Υπουργείο Παιδείας ενήργησε με μυστικότητα και απέκλεισε για μια ακόμα φορά από το διάλογο τους εκπαιδευτικούς του ελληνόφωνου προγράμματος, που είναι και οι άμεσα εμπλεκόμενοι.

Όφειλε το Υπουργείο, γνωρίζοντας το αίτημα, αλλά και τις κατά καιρούς διάφορες προτάσεις του Συλλόγου μας, να προχωρήσει σε σύσταση μιας  επιστημονικής επιτροπής για την αξιολόγηση των υπαρχόντων βιβλίων του ελληνόγλωσσου προγράμματος με έκδοση πορισμάτων που δε θα μπορούσε κανείς να τα αμφισβητήσει.

Όφειλε να προχωρήσει στην καθιέρωση Αναλυτικού και Ωρολογίου Προγράμματος των μειονοτικών σχολείων Α/θμιας Εκπαίδευσης, αφού το πρώτο και μοναδικό  Αναλυτικό Πρόγραμμα καθιερώθηκε με την Υπουργική Απόφαση 149251/28-11-1957 (ΦΕΚ Β΄ 162/42-1958), το οποίο και ποτέ δεν αναμορφώθηκε. Τυπικά ισχύει μέχρι σήμερα, αν και πρακτικά έχει καταργηθεί εκ των πραγμάτων.

Αντ΄ αυτού, το Υπουργείο Παιδείας, σε μια προσπάθεια επίλυσης του θέματος  και κατευνασμού των αντιδράσεων, προσπάθησε να εξισορροπήσει ακροβατώντας σε τεντωμένο σχοινί και ενέπλεξε ακόμα περισσότερο το πρόβλημα, παρά έλυσε. Υιοθέτησε μια ενδιάμεση λύση, αποστέλλοντας  συμπληρωματικές οδηγίες για τη διανομή και την παραλαβή των διδακτικών βιβλίων που διανέμονται στα δημόσια σχολεία, αλλά με τη δυνατότητα  αξιοποίησης αυτών ως συμπληρωματικό- υποστηρικτικό υλικό προς το υφιστάμενο κύριο υλικό (βιβλία του ΠΕΜ) και με σύνταξη μάλιστα σχετικού πρακτικού από τον υπεύθυνο του κάθε τμήματος,  επικαλούμενο και σχετική πράξη του ΙΕΠ, (20/03-05-2018), πού πράγματι υπάρχει ως προς τον αριθμό, αλλά  το περιεχόμενο του αποσπάσματος του συγκεκριμένου πρακτικού ουδεμία σχέση έχει με τα όσα αναφέρονται στις οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας.

Η προσπάθεια να εμπλέξει τους εκπαιδευτικούς σε ένα ζήτημα για το οποίο το Υπουργείο Παιδείας φέρει την αποκλειστική ευθύνη, βρίσκει αντίθετο τον εκπαιδευτικό κόσμο. Οι εκπαιδευτικοί γνωρίζοντας τα καθήκοντά τους και το έργο το οποίο επιτελούν, χρησιμοποιούν και αξιοποιούν το όποιο υλικό θεωρούν  απαραίτητο για την καλύτερη οργάνωση της διδασκαλίας τους μέσα από τις εγκεκριμένες ιστοσελίδες και  τα εκπαιδευτικά λογισμικά του Υπουργείου Παιδείας.

Η στοχοποίηση και η κατάδειξη των εκπαιδευτικών ως αρνητές παραλαβής των δημοσίων βιβλίων από κάποιους, αν δεν είναι σκόπιμη και κατευθυνόμενη, σίγουρα  είναι αποτέλεσμα της κακής ή διαφορετικής ερμηνείας των σχετικών οδηγιών που απεστάλησαν στα σχολεία. Και αυτό φαίνεται από τις δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων της περιοχής, πού ενώ αρχικά χαρακτήρισαν το νέο αυτό μέτρο εισαγωγής των δημοσίων βιβλίων ιδιαίτερα θετικό και ως ένα μεγάλο βήμα για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης στα μειονοτικά σχολεία, με τη διακριτική  όμως ευχέρεια των εκπαιδευτικών του ελληνόφωνου προγράμματος να τα χρησιμοποιήσουν σε εκείνο το βαθμό που εκείνοι κρίνουν, και σύμφωνα με τη σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας, στην πορεία όμως και λόγω της αρνητικής εξέλιξης των αντιδράσεων των γονέων των μαθητών, άλλαξαν στάση.

Η σύνταξη σχετικού πρακτικού του Συλλόγου Διδασκόντων, κατόπιν οδηγιών και κατόπιν κρίσης με δήλωση από τον υπεύθυνο εκπαιδευτικό του  κάθε τμήματος για τη χρησιμότητα αξιοποίησης του υλικού, ως συμπληρωματικό-υποστηρικτικό υλικό προκειμένου να εξασφαλισθεί η διανομή και παραλαβή του υλικού,  είναι κάτι πρωτόγνωρο για τα εκπαιδευτικά δεδομένα, υποκρύπτει μεθόδευση, αποποίηση και μετάθεση των ευθυνών του Υπουργείου Παιδείας, αποφεύγοντας  να δώσει ξεκάθαρη λύση.

Η στοιχειοθέτηση ενός ενιαίου μοντέλου στο πλαίσιο της ισότητας των ευκαιριών, για τη μειονοτική εκπαίδευση, ο καθορισμός ενιαίων στόχων και αναλυτικών προγραμμάτων στο μειονοτικό σχολείο, ο διάλογος και η συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων και των εκπαιδευτικών με μοναδικό σκοπό την πνευματική ανάπτυξη και την πρόοδο των μαθητών θα πρέπει να είναι ο κύριος σκοπός της πολιτείας.  Εξωθεσμικοί παράγοντες και γονείς, και χωρίς καμία πρόθεση αντιπαράθεσης δεν πρέπει να έχουν καμία αρμοδιότητα εμπλοκής στη διαδικασία της τάξης, καταργώντας έτσι τον παιδαγωγικά ελεύθερο και δημοκρατικό ρόλο του δασκάλου στα σχολεία. Αντιθέτως, οφείλουν και έχουν υποχρέωση μαζί με τους εκπαιδευτικούς, στο πλαίσιο πάντα του  διαλόγου, να συμβάλλουν τα μέγιστα για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης, προς όφελος των μαθητών.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου καλεί όλους τους εκπαιδευτικούς των μειονοτικών σχολείων να μην προβούν σε σύνταξη πρακτικού.

Καλεί το Υπουργείο Παιδείας ως αποκλειστικά υπεύθυνο για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής να πάρει ξεκάθαρη θέση και να δώσει λύση στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε.

Οι εκπαιδευτικοί, όπως πάντα, με συνέπεια και ευσυνειδησία θα συνεχίσουν να εργάζονται απρόσκοπτα και να επιτελούν το έργο τους, όπως αυτοί γνωρίζουν καλύτερα και όπως το πράττουν μέχρι σήμερα.

Σχετικά Άρθρα