Σε πολλούς επικρατεί η εντύπωση ότι αυτό που συνέβη στην τωρινή οικονομική κρίση είναι πρωτοφανές. Δηλ. τα χρέη και τις ζημιές του ιδιωτικού τομέα και των τραπεζών, να φορτώνονται στις πλάτες του δημοσίου και να τα πληρώνουν οι πολίτες. Δυστυχώς αυτό είναι ένα φαινόμενο που συνέβη και πάλι πριν τρεις-τέσσερεις δεκαετίες. Κατά ένα πολύ περίεργο τρόπο, τα “Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης” δεν αναφέρονται καθόλου σ αυτό το παρελθόν.
Στην Ελλάδα τις δεκαετίες ’70, ’80, ’90, είχαμε την εξέλιξη του σκανδάλου των “προβληματικών επιχειρήσεων”, όπως ευρηματικά ονομάστηκε η χρεωκοπία εκατοντάδων μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων και χιλιάδων χαρακτηρισμένων σαν “ζημιογόνων” (ένα ατομικό δηλ ζήτημα ιδιωτών), και την εξυγίανσή τους απ το δημόσιο (υπό την απειλή απόλυσης των χιλιάδων εργαζομένων σ αυτές), με τη μεταφορά των χρεών τους στις τσέπες των πολιτών και την πώλησή τους στο τέλος, σε εξευτελιστικές τιμές, σε ιδιώτες.
Ήδη ένας μεγάλος αριθμός “προβληματικών επιχειρήσεων” έφτασε σε αδιέξοδο ήδη απ τα μέσα της δεκαετίας του ΄70 (με την εμφάνιση της παγκόσμιας ύφεσης), εξ αιτίας των δανείων που πήραν οι ιδιοκτήτες τους απ τη χούντα [“…είναι γεγονός ότι οι “κακοχτισμένες” ελληνικές βιομηχανίες που δεν έχουν υγιά κεφαλαιακή διάρθρωση, κλονίζονται τώρα ισχυρά απ τις “σεισμικές δονήσεις” που προκαλεί η παρατεταμένη οικονομική ύφεση. Τώρα αποδεικνύεται πόση αξία έχουν οι αθρόες ιδρύσεις βιομηχανιών, που χωρίς πρόγραμμα γίνονταν στα χρόνια της επταετίας, και οι οποίες στηρίζονταν στα δάνεια που εξασφάλιζαν, έναντι προμήθειας βέβαια, οι άνθρωποι της χούντας. Τώρα κινδυνεύουν όλα να σωριαστούν σαν πύργοι από τραπουλόχαρτα…”, “Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/3/1981].
Σε δημοσίευμα της φιλοχουντικής εφημερίδας “Ελληνικός Βορράς” γράφονταν για την επταετία: “…ο ελληνικός λαός γνώριζε πολλούς που συνέπηξαν εταιρείαν περιορισμένης ευθύνης, δηλ εταιρείαν 200 χιλ δρχ και επήραν δάνεια 100 και 200 εκατ δρχ…”.
Στα 1971, οι φοροαπαλλαγές των 464 μεγαλύτερων επιχειρήσεων, ήταν 3 φορές υψηλότερες απ τους φόρους που είχαν καταβάλλει.
Μετά τη χούντα, οι κυβερνήσεις της Ν.Δ. πραγματοποίησαν μια τεράστια μεταφορά των καταθέσεων απ τις τράπεζες στις τσέπες των ευνοούμενων επιχειρηματιών, ακολουθώντας την πρακτική των μεγάλων και φθηνών δανείων (για την “ανάπτυξη” φυσικά). Το τι συνέβαινε, το διαβάζουμε στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο”, στις 26/3/1981: “Οι επιχειρηματίες αυτοί, κακομαθημένοι απ τα πρόσφατα δάνεια της χούντας, έμαθαν να δουλεύουν με ξένα χρήματα, μη διακινδυνεύοντας ούτε μια δεκάρα δική τους. Ακόμη έμαθαν να συγχέουν την τσέπη τους με το ταμείο της βιομηχανίας. Η αγορά έχει βουήξει τις τελευταίες μέρες απ την περίπτωση βιομήχανου διαθέτοντος 3 βιώσιμες επιχειρήσεις, εκ των οποίων έκλεισε ήδη τη μία, και απειλεί να κλείσει και τη δεύτερη, με αφορμή το γεγονός ότι η Εθνική Τράπεζα δεν του δίνει νέα δάνεια. Σημειωτέον ότι ο ίδιος βιομήχανος, πριν από λίγους μήνες, αγόρασε γιωτ αξίας 2,5 εκατ δολαρίων και βίλλα στις Σπέτσες. Πως να επιζήσουν λοιπόν οι βιομηχανίες, όταν τις λεηλατούν οι ίδιοι οι βιομήχανοι;…”.
Η ευρηματικότητα των επιχειρηματιών ως προς την καταλήστευση των επιχειρήσεών τους, ξεπερνούσε και τη φαντασία. Φυσικά ούτε οι κυβερνήσεις της Ν.Δ., ούτε του ΠΑΣΟΚ που ανέλαβε να λύσει το πρόβλημα μέσω του ΟΑΕ (Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, ή πιο σωστά ΤΑΑΚ-Ταμείο Ασφάλισης Απόρων Καπιταλιστών), ζήτησαν λογαριασμό γιατί χρεωκόπησαν, και ούτε εξήγησαν γιατί τους άφησαν να φύγουν όλοι, ελεύθεροι υποχρεώσεων…
Ο Α. Παπανδρέου σε συνέντευξή του δήλωνε: “Η εξυγίανση μιας επιχείρησης δεν πρέπει ν αποτελέσει ευκαιρία να επιρρίψει ο επιχειρηματίας το σχετικό κόστος στο κοινωνικό σύνολο”. Φυσικά, έκανε το αντίθετο…
Ένας άλλος λόγος μεγέθυνσης των προβλημάτων των επιχειρήσεων, ήταν το άνοιγμα της οικονομίας, που επέβαλε η ένταξη στην ΕΟΚ (προβλεπότανε σταδιακή κατάργηση του προτιμησιακού καθεστώτος για την εγχώρια βιομηχανία στις προμήθειες του κρατικού προγράμματος).
Πως όμως να σταθούν οι επιχειρήσεις, χωρίς τις προνομιακές σχέσεις τους με το κράτος, που τις είχαν επιβάλλει οι βιομήχανοι με τους νόμους 3215/55 και 4484/65;
Η περίφημη διόγκωση του κράτους και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ήταν το άμεσο αποτέλεσμα του τρόπου ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα, μέσα απ τις κρατικές επιδοτήσεις, τα επιδοτούμενα επιτόκια, τις κρατικές δαπάνες και προμήθειες.
Γι αυτό και ο ΣΕΒ σε έκθεσή του προς την κυβέρνηση, πρότεινε διάφορους τρόπους (νόμιμους ή όχι, όπως χαρακτηριστικά διευκρίνιζε), για την προστασία των εγχώριων προμηθευτών (κατάτμηση διαγωνισμών, προδιαγραφές, όρους παράδοσης κ.α.).
Αυτό λοιπόν ήταν το ζήτημα των “προβληματικών επιχειρήσεων”. Ένα ζήτημα κατ εξοχήν πολιτικό. Οι πρωθυπουργοί, οι υπουργοί και οι πολιτικοί που έλεγχαν το κράτος, αποφάσιζαν εξ ονόματός του και εξ ονόματος της τσέπης των πολιτών. Η αντίληψή τους ήταν ότι ο κρατικός τομέας πρέπει να είναι δεκανίκι του ιδιωτικού τομέα. Πόσο “κρατιστές” ή “σοσιαλμανείς” ήταν, μπορείτε να το κρίνετε απ τις πράξεις τους…*
Αυτός είναι ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα, που σήμερα μας βεβαιώνουν όλοι ότι μπορεί να κάνει θαύματα και είναι ο μόνος, μας λένε, που θα φέρει την περίφημη “ανάπτυξη”. Ας τους πιστέψουμε άλλη μια φορά… (άλλωστε, αφού όλα τα προηγούμενα δεν τα βρίσκει κανείς ούτε στην TV, ούτε στα έντυπα που κυκλοφορούν, άρα δεν υπήρξαν στην πραγματικότητα…).
Λάρισα 23 Σεπτέμβρη 2018
Γιώργος Παπανικολάου
*Ο Στρατής Ανδρεάδης, την εικοσαετία 1953-1974 είχε δημιουργήσει μια αυτοκρατορία με τράπεζες και επιχειρήσεις (τον μεγαλύτερο επιχειρηματικό όμιλο στην Ελλάδα), χρηματοδοτώντας παράνομα τις επιχειρήσεις του με τα χρήματα των καταθετών στις τράπεζές του (ο Κωσκωτάς της εποχής του).
Η Τράπεζα της Ελλάδας που έκανε έλεγχο, μιλούσε για παρανομίες του Ανδρεάδη. Ο Παπαληγούρας (Υπουργός Συντονισμού) σκεφτόταν τι να κάνει. Οι Γ. Ράλλης (Υπουργός Προεδρίας) και Ι. Βαρβιτσιώτης (Υπουργός Εμπορίου), τον συμβούλευσαν να μην ασκήσει δίωξη, “γιατί τέτοια παραπτώματα ήταν συνήθη” εκείνη την εποχή (Ν. Νικολάου, “Η βεντέτα Καραμανλή-Παπαληγούρα με τον Ανδρεάδη”).
Το 1963 σε μια δίκη, ο Ανδρεάδης έδειξε προκλητικά την τσάντα του και είπε απευθυνόμενος σε πολιτικούς που είχαν έρθει σαν μάρτυρες: “Σας έχω όλους μέσα σ αυτήν”. Επί της προεδρίας του στην Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, ο δικτάτορας Παπαδόπουλος ανακηρύχθηκε ισόβιος επίτιμος πρόεδρός της.
Ο Καραμανλής μέσα σε μια νύχτα, με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, κρατικοποίησε όλες τις επιχειρήσεις του. Τότε οι βιομήχανοι τον είχαν χαρακτηρίσει σαν “σοσιαλμανή”.