fbpx
ΠολιτισμόςΤελευταία Νέα

ΜΟΛΙΕΡΟΣ Ο … ΝΕΟΕΛΛΗΝΑΣ Του Θανάση Μουσόπουλου

Στο κείμενό μου αυτό, αφού αναφερθούμε στη σχέση του Μολιέρου με την Ελλάδα, θα παραθέσουμε και συνθέσουμε στοιχεία για το έργο του Μολιέρου με την ευκαιρία της παράστασης του έργου «Ο Αρχοντοχωριάτης» από τους Έντιμους Απατεώνες, στις 25 Αυγούστου 2017.

1

Ο Μολιέρος ήταν και είναι ιδιαίτερα αγαπητός από το ελληνικό κοινό.

Ο ιστορικός θεάτρου Γιάννης Ιορδανίδης γράφει:  «Ο Μολιέρος όπως και ο Σαίξπηρ κι ο Γκολντόνι είναι από τις πρώτες επαφές που είχε το Νεοελληνικό με το νεότερο Ευρωπαϊκό θέατρο, πριν από τον ξεσηκωμό του 1821».

Από τα μέσα του 18ου αιώνα μεταφράζονται και παρουσιάζονται στη σκηνή έργα του Μολιέρου, στις ελληνικές παροικίες της Ευρώπης. Πολύ συνηθισμένο φαινόμενο ήταν μάλιστα η διασκευή στα «καθ’ ημάς» των μολιερικών έργων.

Πριν από δύο αιώνες, το 1816 ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων τυπώνει στη Βιέννη τον Εξηνταβελόνη, μια διασκευή του Φιλάργυρου του Μολιέρου. Παραθέτουμε σχετικά στοιχεία.

Δεν υπάρχει χειρότερος τσιγκούνης σε ολόκληρη τη Σμύρνη από τον Εξηνταβελώνη.  Ο πλούσιος  χήρος όχι μόνο στερεί από τα παιδιά και τους υπηρέτες του ακόμα και το φαγητό,  αλλά, για να αυξήσει ακόμη περισσότερο την περιουσία του, σκαρφίζεται τους πιο εξωφρενικούς και αταίριαστους γάμους για τον ίδιο και τα παιδιά του. Ευτυχώς για όλους, ο υπηρέτης, που έχει υποφέρει τα πάνδεινα από την τσιγκουνιά του, θα δώσει τη λύση χτυπώντας τον διαβόητο τσιφούτη στο πιο ευαίσθητο σημείο του…

Ο Εξηνταβελώνης του Κωνσταντίνου Οικονόμου, γράφεται στη Σμύρνη το 1816. Το έργο, ένα από τα πιο σημαντικά του νεοελληνικού διαφωτισμού, αποτελεί την ελληνική μεταφορά του Φιλάργυρου του Μολιέρου, αλλά κατακτά την θεατρική αυθυπαρξία του μέσα από την ρέουσα ιδιωματική γλώσσα, τους σπαρταριστούς αναγνωρίσιμους χαρακτήρες και τα κωμικά επεισόδια, που προσαρμόζονται στα οικεία -και διαχρονικά- κακά του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.

Στα διακόσια αυτά χρόνια του μολιερισμού στην Ελλάδα τυπώθηκαν τα έργα του Μολιέρου σε αλλεπάλληλες μεταφράσεις και διασκευές, ενώ το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, τα ΔΗΠΕΘΕ και ιδιωτικοί θίασοι περιλαμβάνουν παραστάσεις έργων του Μολιέρου στο ρεπερτόριό τους.

Έργα του Μολιέρου μεταφρασμένα στα Ελληνικά:

  • Ο ασυλλόγιστος ― Στ. Φωτιάδης (Θέατρο 1965)
  • Σχολείο γυναικών ― Κώστας Βάρναλης (“Κέδρος”)
  • Ο Ταρτούφος ― Ι. Κοκκινάκης, 1815 – Ι. Σκυλίτσης, 1851 – Θρασύβ. Σταύρου – Γ. Σημηριώτης – Α. Αλεξάκης (“Δωδώνη”)
  • Δον Ζουάν ― Παντελής Πρεβελάκης (Θέατρο 1966)
  • Ο μισάνθρωπος ― Ι. Σκυλίτσης – Κώστας Βάρναλης (“Κέδρος”)
  • Γιατρός με το στανιό ― Γιάννης Μαγκλής (“Δωρικός”)
  • Ο φιλάργυρος ― μετάφραση/διασκευή Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων ωςΟ Εξηνταβελώνης, 1816 (“Ερμής”, 1987)[1] – Ι. Σκυλίτσης – Λέων Κουκούλας – Γ. Σημηριώτης
  • Ο αρχοντοχωριάτης ― Γ. Ν. Πολίτης (“Δωδώνη”)
  • Ο κατά φαντασίαν ασθενής ― Ιωάννης Πολέμης – Ν. Χαρτουλάρης (“Δωδώνη”)

2

Ο Μολιέρος (Molière, Μολιέρ, πραγματικό όνομα: Jean-Baptiste Poquelin, Ζαν-Μπατίστ Ποκλέν, Παρίσι, 15 Ιανουαρίου 1622 – Παρίσι, 17 Φεβρουαρίου 1673) ήταν Γάλλοςθεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός, ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους δασκάλους της κωμωδίας στη δυτική λογοτεχνία. Οι Γάλλοι τον θεωρούν ως τον καλύτερο κλασσικό ποιητή τους, ενώ για πολλούς είναι και ο καλύτερος Γάλλος λογοτέχνης. Μπόρεσε και έφερε την κωμωδία σε ίση θέση με την τραγωδία, και αυτό είναι το μεγαλύτερο κατόρθωμά του. Ανήκε στο καλλιτεχνικό κίνημα του κλασικισμού.

Μια από τις πιο γνωστές στιγμές της ζωής του Μολιέρου είναι και η τελευταία του η οποία έγινε θρύλος. Ο Μολιέρος δεν πέθανε, όπως πιστεύεται, πάνω στη σκηνή. Κατά τη διάρκεια στης παράστασης «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» κατέρρευσε στην σκηνή βήχοντας και αιμορραγώντας και παρά τις πιέσεις του βασιλιά Λουδοβίκου XIV για ξεκούραση, εκείνος συνέχισε να παίζει μέχρι το τέλος του έργου. Ύστερα από αυτό κατέρρευσε ξανά έχοντας μεγαλύτερη αιμορραγία αυτή τη φορά και πέθανε λίγες ώρες αργότερα στο σπίτι του. Ενταφιάστηκε χωρίς χριστιανική κηδεία και όντας ηθοποιός απαγορευόταν εκ νόμου να ταφεί στο ιερό χώμα ενός νεκροταφείου. Η σύζυγός του ζήτησε από το βασιλιά Λουδοβίκο XIV να επιτρέψει μια απλή τελετή αργά τη νύχτα. Εκείνος δέχτηκε και ο Μολιέρος τοποθετήθηκε στο μέρος του νεκροταφείου που προοριζόταν για τα αβάπτιστα βρέφη. Σε εκείνη την μυστική κηδεία παραβρέθηκαν πάνω από 800 άτομα. Το 1792 τα οστά του μεταφέρθηκαν στο μουσείο μνημείων της Γαλλίας και το 1817 μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο Le Père Lachaise. Λέγεται πως τη νύχτα που πέθανε, ο Μολιέρος φορούσε πράσινα ρούχα και έκτοτε υπάρχει η προκατάληψη πως το πράσινο χρώμα φέρνει κακοτυχία στους ηθοποιούς.

3
Θεωρείται ο δημιουργός της «υψηλής κωμωδίας», που έθεσε τα θεμέλια της ρεαλιστικής δραματουργίας, καθώς τα έργα του ήταν καθρέφτης όλων των στρωμάτων της κοινωνίας. Ο λόγος του Μολιέρου, οι ήρωες των έργων και η διαπλοκή τους αναδεικνύουν εκτός από έναν έξοχο μάστορα της σκηνής και έναν καλλιτέχνη εμπνευσμένο από την αναγεννησιακή παράδοση του γαλλικού λαϊκού θεάτρου και τις προοδευτικές ιδέες του ουμανισμού. Από τα πρώτα του έργα («Ο απερίσκεπτος» και «Ερωτικό πείσμα») μέχρι τους απαράμιλλους «Φιλάργυρο», «Αρχοντοχωριάτη», «Κατά φαντασίαν ασθενή» και «Ταρτούφο» ο Μολιέρος κατάφερε από τη μια μεριά να «ξεφωνίσει» τον φαρισαϊσμό των ευγενών και της αστικής κοινωνίας και από την άλλη να ενσαρκώσει το πνεύμα, την ενεργητικότητα και την αισιοδοξία των λαϊκών μαζών.

Πεδίο έμπνευσης και δράσης του πρωτοποριακού θεατρικού συγγραφέα ήταν αρχικά το Παρίσι, όπου διώχτηκε και φυλακίστηκε επειδή χρεοκόπησε οικονομικά και κατόπιν η Λυών, από την οποία οργάνωσε πολλές παραστάσεις στην επαρχία. Η επιτυχία που γνώρισε τον έφερε και πάλι στο Παρίσι, όπου πια μεγαλούργησε. Μέσα σε 15 χρόνια έγραψε 20 σπουδαίες κωμωδίες, τις σκηνοθέτησε και σε πολλές φόρεσε τα κοστούμια πρωταγωνιστών.

Το έργο του Μολιέρου (1622-1673) επηρέασε την ιστορία του δυτικού θεάτρου, τόσο στη σκηνική πρακτική όσο και στη δραματουργία. Είναι ένα από τα τελευταία μεγάλα παραδείγματα ενός είδους θεατρικού ανθρώπου, που δεν υπάρχει πια στις μέρες μας. Είναι γνωστό πως ο Μολιέρος, ο Αισχύλος και ο Σαίξπηρ, εκτός από θεατρικοί συγγραφείς υπήρξαν και σκηνοθέτες και ηθοποιοί. Αυτή η επισήμανση δεν έχει απλώς αθροιστική σημασία, αλλά έχει και μια άμεση συνέπεια, που ξεκινά από το ίδιο το κείμενο.

Το είδος αυτό του θεατρικού ανθρώπου μειώθηκε όταν, στα τέλη του 19ου και στο 20ό αιώνα, προχώρησε ο καταμερισμός της εργασίας στο θέατρο. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως τα πράγματα έγιναν πιο δημοκρατικά, πως κυριάρχησε η πολυφωνία. Το θέατρο είναι ένα ομαδικό σπορ, πολύ σωστά το παρομοιάζει ο Πήτερ Μπρουκ με το ποδόσφαιρο, αλλά το όραμα, η ιδέα, ο τρόπος, η σφραγίδα, τις περισσότερες φορές είναι ενός ανθρώπου.

4

Ο Αρχοντοχωριάτης, που έχει χαρακτηριστεί από τον ίδιο τον συγγραφέα ως κωμωδία  – μπαλέτο, γράφτηκε κατά παραγγελία του Λουδοβίκου ΙΔ’ το 1670. Πρόκειται για ένα είδος ψυχαγωγίας που ανθούσε ιδιαίτερα στην Αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ, ένα κράμα λόγου, μουσικής, τραγουδιών και χορού, στο οποίο συνήθως συμμετείχαν ο βασιλιάς και οι αυλικοί του.

Ο Γάλλος κωμωδιογράφος (1622-1673), που σε λιγότερο από είκοσι χρόνια οδήγησε το Γαλλικό θέατρο της εποχής του στην κορυφή της πυραμίδας του Ευρωπαϊκού θεάτρου, προσέφερε στις επερχόμενες γενιές έργα μοναδικά  και αξεπέραστα. Προϋπόθεση για κείνον ήταν το έργο να αρέσει στο κοινό που συνήθιζε να πηγαίνει θέατρο για να διασκεδάσει, αλλά συχνά και για να εκτονωθεί από τα καθημερινά προβλήματα.

Με καυστικό τρόπο σατιρίζει τον νεοπλουτισμό της αστικής τάξης που προσπαθεί να μιμηθεί την υψηλή κοινωνία, μαϊμουδίζοντας συνήθειες, τρόπους, και συμπεριφορές στα όρια του γελοίου που φυσικά προκαλούν το γέλιο στο κοινό.  Ο σημερινός θεατής μέσα από την σάτιρα που παραμένει αναλλοίωτη, δεν θα δυσκολευτεί ν’ αναγνωρίσει στο πρόσωπο του κυρίου Ιορδάνη πολλά ομοιότυπα της σύγχρονης πραγματικότητας.

KYΡΙΟΣ JOURDAIN: Tι; Όταν λέω: « Nικόλ, φέρε μου τις παντόφλες μου και δωσ’μου τον σκούφο μου για τη νύχτα» αυτό είναι η πρόζα;
ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ: Mάλιστα κύριε
ΚΥΡΙΟΣ JOURDAIN: Mα την πίστη μου! Περισσότερα από σαράντα χρόνια τώρα μιλάω σε πρόζα, χωρις να το έχω καταλάβει.

Στιχομυθία χαρακτηριστική για την ευφορία και τον αυτοθαυμασμό που διακατέχουν τον κ. Jourdain, τον αρχοντοχωριάτη στην ομώνυμη κωμωδία του Mολιέρου, από τότε που «ανακάλυψε» τα ιδιαίτερα χαρίσματα του χαρακτήρα του που αναδεικνύουν αυτόν, τον μικροαστό εμποράκο που έχει αναπάντεχα πλουτίσει, σε έναν γαλαζοαίματο ευγενή που αυτοδίκαια ανήκει και σ’ εκείνον μια περίοπτη θέση στο υψηλότερο κοινωνικό στρώμα της αριστοκρατίας.
Στον « Aρχοντοχωριάτη» (« Le bourgeois gentilhomme»), έργο που πρωτοανέβηκε στη σκηνή τον Oκτώβριο του 1670, παρουσιάζει ο Mολιέρος ένα θέμα διαχρονικό, την ανθρώπινη ματαιοδοξία , την ματαιοπονία του ανθρώπου που πασχίζει να πηδήσει πιο πέρα από τον ίσκιο του: να υπερβεί δηλαδή το φραγμό της κοινωνικής του θέσης αλλά και των ικανοτήτων που ο ίδιος διαθέτει. Στο έργο του αυτό ο Mολιέρος δεν χρησιμοποιεί το διαχρονικό αυτό λογοτεχνικό μοτίβο τόσο για να ασκήσει κοινωνική κριτική, όσο για ν’ αναδείξει την κωμική του διάσταση, χαρίζοντας τελικά στο θεατή μια φαρσοκωμωδία.
Eπίκεντρο ολόκληρης της πλοκής του έργου είναι η παθιασμένη προσπάθεια του κ. Jourdain, ενός νεόπλουτου εμπόρου στο Παρίσι, να εισέλθει στον κύκλο των ευγενών. Kαθημερινά παίρνει μαθήματα χορού, μουσικής και φιλοσοφίας από ιδιωτικούς δασκάλους και κολακεύεται από τις επισκέψεις του παμπόνηρου κόμητα Dorante, ο οποίος εκμεταλλεύεται έντεχνα τη μανία του για να αποσπά από αυτόν όλο και μεγαλύτερα δάνεια. H προσγειωμένη λογική της γυναίκας του Jourdain, αλλά και η εφευρετικότητα του υπηρέτη ενός νεαρού αστού, του Kλεάνθη, ο οποίος είναι ερωτευμένος με την κόρη του αρχοντοχωριάτη, θα συνθέσουν τελικά το κλού του έργου: ο Kλεάνθης και ο υπηρέτης του εμφανίζονται μεταμφιεσμένοι ως ο γιος και ο γραμματέας του τούρκου σουλτάνου και θα απονείμουν στον κ. Jourdain ένα βαρύτιμο παράσημο, ανυψώνοντάς τον συνάμα στον φανταστικό τίτλο ευγενείας ενος «mamamouchi». Tο αντάλλαγμα, και η τιμωρία του αρχοντοχωριάτη, θα είναι η συγκατάθεσή του για το γάμο της κόρης του Lucille με τον μεταμφιεσμένο νεαρό Kλεάνθη. Oι χιμαιρικές επιδιώξεις του Jourdain θα συναντήσουν έτσι, οπως στις περισσότερες κωμωδίες του Mολιέρου, μιαν ανάλογα χιμαιρική εκπλήρωση.
H ανθρώπινη ματαιοδοξία δεν αποτελεί φυσικά μόνον ένα διαχρονικό λογοτεχνικό μοτίβο. Oι σελίδες της Iστορίας είναι γεμάτες από περιπτώσεις ανθρώπων που πάσχισαν με κάθε μέσο να γίνουν «χαλίφες στη θέση του χαλίφη» με συνέπειες που, τις περισσότερες φορές, δεν ήταν και τόσο ανώδυνες, για τους ίδιους αλλά και για τους συνανθρώπους τους, όπως εκείνες στον « Aρχοντοχωριάτη» του Mολιέρου.

5

Είπε ο Μολιέρος:

·        Δεν είμαστε υπεύθυνοι μόνο γι’ αυτό που κάνουμε αλλά και γι’ αυτό που δεν κάνουμε.
Ένας μορφωμένος ηλίθιος είναι πιο ηλίθιος από έναν αμόρφωτο ηλίθιο.
Αν αυτός είναι ο δικός σας τρόπος να αγαπάτε, σας παρακαλώ να με μισήσετε.
Η μόνη φιλοδοξία της γυναίκας είναι να εμπνέει τον έρωτα.
Η μοναξιά τρομάζει μια ψυχή είκοσι χρονών.

 

Όταν ξέρει κανείς ν’ ακούει, μιλάει πάντα καλά.
Η περιέργεια γεννιέται από τη ζήλια.
Το γράψιμο είναι σαν την πορνεία: Στην αρχή γράφει κανείς για τον εαυτό του. Μετά για τους φίλους και, στο τέλος, για τα λεφτά.
Όσο πιο πολύ αγαπάς κάποιον, τόσο πιο λίγο χρειάζεται να τον κολακεύεις.
Είναι παράξενη δουλειά να κάνεις τίμιους ανθρώπους να γελούν.
Όλη η ηδονή της αγάπης είναι στην αλλαγή.
Δεν πεθαίνει κανείς παρά μόνο μια φορά και είναι για τόσο πολύ καιρό.
Τα βιβλία και ο γάμος δεν ταιριάζουν πολύ.
Όσο λιγότερο αξίζουμε μια καλή τύχη, τόσο πιο πολύ ελπίζουμε να έχουμε.
Θα ήθελα να μοιάσω στον πατέρα μου και σε όλους τους υπόλοιπους προγόνους μου που ποτέ δεν παντρεύτηκαν.
Αυτό που χρειάζεται ο κόσμος είναι μια βολική αρετή

 

6

Στο περίφημο έργο του «Νεοελληνικός Διαφωτισμός» ο Κ.Θ.Δημαράς αναφέρεται  σε πολλά σημεία αναφέρεται στο έργο του Μολιέρου, στις μεταφράσεις και προσαρμογές του στη γλώσσα και στα ήθη της εποχής, στον αγώνα του Κοραή για το φωτισμό του γένους. Ο Κοραής μάλιστα μετέφρασε στίχους του Μολιέρου, ενώ η έκδοση του 1816 του Εξηνταβελώνη χαρακτηρίζεται ‘ενεργητική συμπαράσταση’ στο έργο του Κοραή.

Ο Κ.Θ.Δημαράς σημειώνει ότι η μετάφραση του Θερβάντες, του Βολταίρου και του Μολιέρου αποτελούν σημαντική συμβολή στην προετοιμασία του Αγώνα του 1821.

Κλείνοντας παραθέτουμε μία παράγραφο από το βιβλίο του Πάνου Ν. Παναγιωτούνη «Επίτομη Ιστορία Νεοελληνικού Θεάτρου»:

«Όταν το έθνος αναζητούσε τρόπο να κηρύξει τον εθνικοαπελευθερωτικό του αγώνα, ταυτόχρονα ετοιμαζόταν και για την πνευματική του παλιγεννεσία και στη λογοτεχνία (Εφτανησιακή σχολή) και στη μεγάλη υπόθεση του θεάτρου, μεταφέροντας στη γλώσσα μας έργα Ευρωπαίων θεατρικών συγγραφέων. Γι’ αυτό κοντά στις μεταφράσεις του Σοφοκλή, του Ευριπίδη κλπ, μεταφέρονταν στη γλώσσα μας έργα του Σαίξπηρ, του Μολιέρου, του Γκολντόνι, του Σίλλερ, του Βολταίρου, του Αλφιέρι, προς φωτισμό και θεατρικό διαφωτισμό των νεοελλήνων διανοουμένων και συγγραφέων».

Θανάσης Μουσόπουλος

Ξάνθη, Αύγουστος 2017

Σχετικά Άρθρα