fbpx
ΕπιστολέςΤελευταία Νέα

Κωστής Στεφανόπουλος: Με αγαπούσε, με άκουγε αλλά με απέρριπτε

Του Δημήτρη Κωνσταντάρα

Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, ο πολιτικός των σημαντικών διακρίσεων και επιτευγμάτων  που ωστόσο ποτέ δεν πήρε τον  τίτλο του «μεγάλου» κατά την πολυετή σταδιοδρομία του από απλός βουλευτής Αχαίας ως και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας , ένας καταπληκτικός κοινοβουλευτικός ρήτορας και συζητητής χαμηλών τόνων ευπρέπειας , ευγένειας και διορατικότητας ο οποίος αποχώρησε  προσφάτως , με τιμές, από τη ζωή σε ηλικία  90 ετών, μου είχε κάνει την τιμή, για ένα μεγάλο και κρίσιμο πολιτικά διάστημα ( 1981-1995) να με θεωρεί φίλο του και αξιόπιστο συνομιλητή.

Κοντά του έμαθα πολλά και κυρίως την τέχνη του ορθού, συνετού δημόσιου λόγου με καλά επιλεγμένες και στοχευμένες λέξεις και φράσεις, χωρίς περιττές εξάρσεις και «τεχνητές» εκρήξεις, μια εμπειρία που προσπάθησα να χρησιμοποιήσω με επιτυχία στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, να μεταφέρω διδάσκοντας σπουδαστές δημοσιογραφικών σχολών αλλά και να ακολουθήσω στη δημόσια ζωή μου, κυρίως στις προεκλογικές μου εκστρατείες του 2003 και του 2007 και βασικά, κατά τη σύντομη  θητεία μου  ως βουλευτού ( Μάρτιος 2004- Σεπτέμβριος 2007).

Τον θαύμαζα για το αξιοπρεπέστατο δημόσιο προφίλ του και για τον μελετημένο και συνετό τρόπο που έπαιρνε τις όποιες αποφάσεις του, ανεξάρτητα αν αποδεικνύονταν  ορθές ή λανθασμένες, ανεξάρτητα αν εγώ προσωπικά , που είχα πάντα εύκολη πρόσβαση στο γραφείο του,  συμφωνούσα ή διαφωνούσα.

Θυμάμαι δυο πολύ χαρακτηριστικές  , όσο και κρίσιμες, στιγμές  που ύστερα από μεγάλη και σημαντική συζήτηση παρουσία και άλλων συνεργατών και ανθρώπων της εμπιστοσύνης του, θέλησα να του πω τη γνώμη μου τόσο ως δημοσιογράφος όσο και ως  «τέκνο» αρκετά νεότερης γενιάς και –συνεπώς- διαφορετικής πολιτικο- κοινωνικής κουλτούρας. Την μέν πρώτη, για θέμα εσωκομματικών ισορροπιών, τη δε δεύτερη για θέμα δημιουργίας ανανεωμένης «δημόσιας εικόνας»

Η πρώτη ήταν  τον Αύγουστο του 1984 όταν μετά την παραίτηση Αβέρωφ, εξαγγέλθηκαν εσωκομματικές  εκλογές από την Κοινοβουλευτική Ομάδα για νέο αρχηγό και ανακοινώθηκε ότι οι υποψήφιοι θα ήταν δυο, ο Κωστής Στεφανόπουλος και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Τότε, προσπάθησα να τον αποτρέψω με το επιχείρημα ότι ο Μητσοτάκης θεωρείτο από τους περισσότερους βουλευτές ως ο ισχυρότερος αντίπαλος του Ανδρέα Παπανδρέου,  συνεπώς, ο Στεφανόπουλος θα έχανε για δεύτερη φορά ( μετά την ήττα του από τον Αβέρωφ το 1981) και αυτό ήταν κάτι που δεν έπρεπε να γίνει. Απέρριψε χωρίς μεγάλη συζήτηση τη σκέψη μου θεωρώντας ότι ο Μητσοτάκης ήταν «ξένο σώμα» και ότι ο ίδιος θα κέρδιζε μάλλον άνετα. Μετά την ήττα του με μεγάλη διαφορά, με είχε πάρει στο τηλέφωνο και με είχε ρωτήσει: «Κι εσύ βρε πιτσιρικά  ( ήμουνα βέβαια 38 χρονών) που τάξερες;».

Η δεύτερη ήταν  νωρίς το πρωί , της 3ης ή 4ης Ιουνίου  1989 , λίγο μετά  την εξαγγελία των εκλογών  από τον Ανδρέα Παπανδρέου, εν τω μέσω των εξελίξεων και συνεπειών της «Υπόθεσης Κοσκωτά» , όταν με φώναξε σε μια «στενή» συνάντηση με 2-3 ακόμη άτομα , με θέμα την  προεκλογική επικοινωνιακή λειτουργία της ΔΗΑΝΑ, του δικού του κόμματος που είχε μπει στη Βουλή το 1985.  Ήμουν βεβαίως ενταγμένος πλέον στη Νέα Δημοκρατία και το ήξερε αλλά ήθελε γνώμες ανθρώπων που εμπιστευόταν και τιμούσε.

Υπήρξα πολύ τολμηρός, έστω κι αν δεν ήμουν ιδιαίτερα αισιόδοξος, όταν και του είχα πει με θέρμη ότι «τα νέα κόμματα, θέλουν και νέα χρώματα και νέα ονόματα», τα οποία ωστόσο  δεν έβλεπα να «αναπτύσσονται»  και ότι και ο ίδιος θα έπρεπε να αλλάξει, να εκσυγχρονίσει –κάπως ίσως- το ντύσιμο, την εμφάνισή του γενικά, τη συμπεριφορά του, να βγαίνει πιο συχνά στην τηλεόραση, να κάνει περισσότερες δημόσιες εμφανίσεις, να εξελίξει κάπως το στυλ της ομιλίας του, να γίνει αρκετά πιο επιθετικός δεδομένου ότι  η γενική κατάσταση το ευνοούσε.

Μου χαμογέλασε ευγενικά, με ευχαρίστησε και απέρριψε μετά… βδελυγμίας τις προτάσεις μου. Η ΔΗΑΝΑ απέτυχε, εκλέγοντας μόνον ένα βουλευτή ( τον ίδιον), κάτι που όλοι  περίμεναν  και «έβλεπαν»  – δεν ήμουνα μάγος βέβαια εγώ- αφού επί τέσσερα χρόνια, οι καλές προθέσεις του προέδρου και των βουλευτών του σχεδόν καμία εντύπωση δεν είχαν προκαλέσει στον κόσμο που «έβραζε». Ο κόσμος τον αγαπούσε και τον τιμούσε, οι βουλευτές και υπουργοί τον σέβονταν αφάνταστα και του ζητούσαν συχνά συμβουλές αλλά πέραν τούτου ουδέν.  Ο δικομματισμός θριάμβευσε παίρνοντας το … 84% αλλά κυβέρνηση δεν εξελέγη. Και ο Κωστής Στεφανόπουλος δεν θα μπορούσε μόνος του να επηρεάζει καθόλου τις εξελίξεις. Η πολιτική τελείωσε άδοξα γι αυτόν, μια πολιτική προσωπικότητα η οποία θα μπορούσε – και έπρεπε- να παίξει ρόλο στην πολιτική σκηνή του 1989-90.

Δεν ξανασυνεργαστήκαμε. Συνεχίσαμε να μιλάμε πού και πού και να ανταλλάσσουμε ευχές. Μα θα ήταν δυνατόν εγώ, το 1989, 42 ετών, Καραμανλικός από τα …γεννοφάσκια μου, φίλος του Μιλτιάδη Έβερτ και του Αντώνη Σαμαρά, να αλλάξω  τον Κωστή Στεφανόπουλο, έστω και για πράγματα που ΟΛΟΚΛΗΡΟ το επιτελείο του γνώριζε και αναγνώριζε αλλά δεν  τολμούσε να του πει γιατί όλοι ήξεραν πόσο αγύριστο κεφάλι ήταν;

Σχετικά Άρθρα