Ένα κτήριο, κόσμημα εξωτερικά & εσωτερικά. Το μουσείο στεγάζεται στο αρχοντικό Κουγιουμτζόγλου, το μεγαλύτερο κτήριο στη Β. Ελλάδα πλήρως απεκατεστημένο σ’ αυτόν τον όγκο τοιχογραφιών, οροφογραφιών καθώς και στο μεγαλύτερο βαθμό των εκθεμάτων του.
Η ανθρωπογεωγραφία της Ξάνθης.
Η ξενάγηση και η βόλτα μέσα στο μουσείο δίνουν τη δυνατότητα στον επισκέπτη να έχει μια πλήρη εικόνα για την οργάνωση και τη δομή της Ξάνθης, (Διοίκηση, οικονομία, θρησκεία, κοινωνία…).
Μικροί τοπική θησαυροί…
Το αρχείο & τα εκθέματα είναι ένας μικρός θησαυρός τόσο για τους ερευνητές μελετητές της τοπικής μας ιστορίας όσο και για το κοινό.
Το μουσείο – ένα παιχνίδι…
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα του μουσείου δίνουν τη δυνατότητα στους μαθητές να γνωρίσουν… παίζοντας!
Η δυναμική του.
Έχει μόνιμο προσωπικό, πολλούς εθελοντές και απασχολεί επιστημονικούς συνεργάτες για την υλοποίηση των προγραμμάτων που οργανώνει.
Συνεργάζεται με πανεπιστήμια και φιλοξενεί κάθε χρόνο φοιτητές που κάνουν τις εργασίες τους, δίνοντας μια νέα δυναμική στο έργο και τον προγραμματισμό του Μουσείου.
Οργανώνει εκπαιδευτικά προγράμματα και αξιοποιεί τους χώρους και τις υποδομές και πέραν του ωραρίου του Μουσείου.
Είναι πλήρως εξοπλισμένο, καθιστώντας το λειτουργικό και δελεαστικό για τον επισκέπτη και τους συνεργάτες.
Είναι ένα στολίδι και σημαντική υποδομή για την περιοχή μας.
Γνωριμία με τη νεότερη ιστορία της πόλης
Στο λαογραφικό & ιστορικό μουσείο της Ξάνθης ο επισκέπτης ανακαλύπτει τα στοιχεία και τις ιδιαιτερότητες της περιοχής που συνέβαλαν στην διαμόρφωση της νεότερης ιστορίας του τόπου.
Η αρχιτεκτονική συμμετρία και ο εξωτερικός διάκοσμος του κτιρίου, καθώς και τα ξυλόγλυπτα ταβάνια, οι τοιχογραφίες και οι οροφογραφίες, το καθιστούν κόσμημα.
Παρουσιάζονται εδώ στοιχεία από τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο, την κοινωνική, οικονομική και θρησκευτική ζωή της πόλης και της υπαίθρου των αρχών του 20ου αιώνα.
Οι εκθέσεις του Ισογείου και του Ορόφου αναφέρονται στην ιστορία της Θράκης, στη νεότερη ιστορία της πόλης και στη ζωή της άρχουσας αστικής τάξης.
Η παρουσίαση του Υπογείου στοιχειοθετεί την αγροτική και κτηνοτροφική ζωή της Ξάνθης. Ενώ στο δεύτερο τμήμα του, προβάλλεται η θεματική ενότητα «Επιχειρηματικότητα στην Ξάνθη στις αρχές του 20ου αιώνα – Επαγγελματίες- Εργατική τάξη».
Στην αυλή τέλος, βρίσκονται τα δύο Χαμάμ και το Εκκλησάκι των Αγίων Ακινδύνων.
Οι συλλογές & το αρχείο του Μουσείου «Θωμάς Εξάρχου»
Το αρχείο περιλαμβάνει περισσότερα από 3.500 έγγραφα, καρτ ποστάλ, βιβλία και αντικείμενα που τεκμηριώνουν τη ζωή στην Ξάνθη κατά το 19ο και 20ο αιώνα.
Αντικείμενα καθημερινής χρήσης διαφόρων κοινωνικών, θρησκευτικών και οικονομικών ομάδων.
Έγγραφα των αρχών του 20ου αιώνα – (Αρχείο Κουγιουμτζόγλου 3500 έγγραφα)
Φωτογραφίες και cart postal, μια πλούσια συλλογή που απεικονίζει την ταυτότητα της πόλης και της εποχής.
Φορεσιές, κεντήματα… μια πολύτιμη και πολυποίκιλη συλλογή ενδυματολογικού περιεχομένου, καθώς και εργόχειρα, υφάσματα, αλλά και ένα σπουδαίο βεστιάριο του χορευτικού εργαστηρίου με 400 πλήρεις παραδοσιακές φορεσιές από διάφορες περιοχές της χώρας.
Κοσμήματα και πολύτιμα αντικείμενα λαϊκής και αστικής τέχνης. Μέρος της συλλογής παρουσιάζεται στη μόνιμη έκθεση, ενώ ένα άλλο μέρος της προβάλλεται σε περιοδικές εκθέσεις επιδεικνύοντας τον πλούτο της περιοχής.
Πίνακες και έργα τέχνης. Γνωστοί καλλιτέχνες δώρισαν έργα που εκθέτονται στο μουσείο ή σε άλλους επιλεγμένους χώρους στην πόλη μας, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση μιας ενδιαφέρουσας αισθητικής άποψης για την περιοχή.
Περισσότερα για ε την Ιστορία του Μουσείου και το κτήριο
Η ΦΕΞ αγόρασε τη μία πτέρυγα και παραχωρήθηκε από το δήμο η άλλη ώστε όλο το κτήριο να λειτουργήσει ως το Μουσείο της πόλης. Το απεκατέστησε με (ευρωπαϊκά προγράμματα και ευεργέτες) και το λειτουργεί με ιδίους πόρους. Σήμερα μετά από τις εργασίες αποκατάστασης είναι
Το Λαογραφικό & Ιστορικό Μουσείο Ξάνθης, του οποίου την πλήρη διαχείριση έχει η ΦΕΞ, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό το 1975 με την έκθεση που επιμελήθηκε η Πόπη Ζώρα και παρουσίαζε εκθέματα που συγκεντρώθηκαν και συνεχίζουμε να δεχόμαστε από δωρεές Ξανθιωτών και μη.
Η εθελοντική δουλειά των μελών απέδωσε με αποτέλεσμα μια σημαντική συλλογή και ένα εξαιρετικό κτήριο που αποκαταστάθηκε και σήμερα είναι το μεγαλύτερο κτήριο στη βόρεια Ελλάδα, πλήρως αποκαταστημένο με τόσο εκτενή όγκο τοιχογραφιών, οροφογραφιών, ξυλόγλυπτων ταβανιών, μουσαμάδων, καθώς και στο μεγαλύτερο αριθμό των εκθεμάτων του.
Αυτό πραγματοποιήθηκε το 2005-06 με την υλοποίηση ενός ευρωπαϊκού προγράμματος σε συνεργασία με το Δήμο Ξάνθης για την αποκατάστασή του και με την υποστήριξη του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρου Σ. Ωνάση & του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου για την ολοκλήρωση των εργασιών.
Είχε προηγηθεί η υποστήριξη του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη με την οποία η ΦΕΞ συντήρησε τον όγκο των εκθεμάτων που παρουσιάζονται στην μόνιμη έκθεση του Μουσείου.
Το 2010 με την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου συνεχίστηκαν οι εργασίες για την αξιοποίηση των συλλογών και του πλούσιου αρχείου, τεκμηριώνοντάς το επιστημονικά με την έκδοση οχτώ (8) θεματικών καταλόγων. (Μικρές ιστορίες της Ξάνθης, εκδ. ΦΕΞ 2010). Διαμορφωθήκαν και άνοιξαν νέες αίθουσες με θεματικές που οι μελέτες τους, ήταν αποτέλεσμα των μεταπτυχιακών εργασιών από πανεπιστήμια της Ελλάδος και του εξωτερικού ενώ την επιμέλεια της όλης έκθεσης είχαν η ιστορικός τέχνης & μουσειολόγος Κική Χριστοδούλου, επιστημονική συνεργάτης του Μουσείου και ο σκηνοθέτης & διευθυντής του μουσείου Πασχάλης Ξανθόπουλος.
Την ίδια χρονιά και με την υποστήριξη του Ιδρύματος Μποδοσάκη υλοποιήθηκαν οι μελέτες που είχαν προηγηθεί από ομάδες φοιτητών της πολυτεχνικής σχολή του Δ.Π.Θ. σχετικά με τις ψηφιακές υποδομές για την ασφάλεια – προβολή και την καλύτερη λειτουργία του Μουσείου με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών.
Σήμερα το Μουσείο παρουσιάζει με τον καλύτερο και μοναδικό τρόπο τη νεότερη ιστορία της πόλης μας.
Λειτουργεί καθημερινά, και διδάσκει την τοπική ιστορία στους μαθητές και σε περισσότερους από 10.000 επισκέπτες το χρόνο.
το κτήριο …
Βρίσκεται στη βορεινή πλευρά του λόφου, πάνω στον οποίο είναι κτισμένη η παλιά πόλη της Ξάνθης, λίγα μέτρα πιο κάτω από την πλατεία Μητροπόλεως του Τιμίου Προδρόμου. Το κτήριο αυτό καθεαυτό, χαρακτηρίζεται από την ορθογώνια κατασκευή του και είναι χωρισμένο σε δύο πανομοιότυπες κατοικίες. Κάθε μία έχει τη δική της ανεξάρτητη είσοδο, δύο ορόφους και ένα ημιυπόγειο και δίριχτη κατά μήκος του κτηρίου στέγη με κεραμίδια.
Είναι φανερό ότι τα σχέδια που έφεραν οι αδελφοί Κουγιουμτζόλγου από τη Ρωσία, έγιναν βάση περιγραφής του οικοπέδου. Γι’ αυτό υπάρχει ένας μικρός ακάλυπτος χώρος στην αυλή στο πίσω μέρος της κατοικίας, όπου έχουν τοποθετηθεί και τα δύο χαμάμ. Σπάνια επίσης είναι η περίπτωση μιας διπλής κατοικίας, δίδυμων σπιτιών με ομοιότητες στις εξωτερικές τους όψεις και την εσωτερική διευθέτηση των δωματίων.
Ένα άλλο σημείο που εντυπωσιάζει είναι η επιβλητική κλίμακα και ο διάκοσμος της πρόσοψης.
Οι εξωτερικοί τοίχοι είναι φτιαγμένοι από πέτρα και συνδετικό αρμό, όπως αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης του κτίσματος.
Στην κύρια πρόσοψη, επί της οδού Αντίκα, υπάρχουν είκοσι έξι (26) ορθογώνια παράθυρα που το καθένα έχει κορνίζα από οπτόπλινθο χωρίς επίχρισμα και λαξευμένες πέτρες (ψαμμίτης). Και οι δύο πόρτες εισόδου είναι τοξοειδείς και φέρουν επίσης κορνίζα από λαξευμένες πέτρες και στενότερα των υπολοίπων, παράθυρα δεξιά και αριστερά τους. Από τις πόρτες εισόδου περνά και ο άξονας συμμετρίας της κάθε κατοικίας, που υπάρχει επιπλέον του άξονα συμμετρίας όλου του κτίσματος.
Η διακόσμηση της πρόσοψης περιλαμβάνει τις κορνίζες-πλαίσια των ανοιγμάτων (πόρτες-παράθυρα), ψευδοπεσσούς από τούβλο με επίκρανα, αετώματα, κορνίζες με τούβλα πλεγμένα αλυσιδωτά ανά δύο, μπαλκόνια με περίτεχνα κάγκελα, χρωματικές αντιθέσεις των υλικών, κ.τ.λ. που αντανακλούν την ευρωπαϊκή ρίζα των σχεδίων.
Το σύνολο των υδρορροών και της απορροής υδάτων είναι φτιαγμένο από χυτοσίδηρο. Το κτήριο περιτριγυριζόταν από αυλή. Στο νοτιοδυτικό άκρο του όμως προστέθηκε αργότερα ένα μικρό κτίσμα. Έτσι σήμερα, επί της οδού Αντίκα υπάρχει ένας στενός αύλειος χώρος, ενώ στο πίσω μέρος της διπλοκατοικίας μεγαλύτερη αυλή που περιλαμβάνει και τα δύο χαμάμ, σε παραδοσιακή ανατολίτικη μορφή (τετράπλευρα κτίσματα με τρουλίσκο στην κάθε οροφή).
Από τα τυπολογικά του χαρακτηριστικά διαπιστώνουμε εύκολα πως πρόκειται για ένα τυπικό ελληνικό νεοκλασικό σπίτι του 19ου αιώνα.
Επιπρόσθετα, το εσωτερικό του κτίσματος, διαιρείται σε δεκατρείς (13) αίθουσες, συμμετρικά κατανεμημένες σε σχέση με τον άξονα που χωρίζει τις δύο κατοικίες, όπως αυτό φαίνεται και στην κάτοψη του ισογείου.
Στο ισόγειο, και οι δύο οικείες, αποτελούνται από ένα μεγάλο ορθογώνιο χωλ εισόδου, στο βάθος του οποίου βρίσκεται η σκάλα που οδηγεί στον όροφο, πίσω από ένα διαχωριστικό με γυαλί και ξύλο. Εκατέρωθεν του κάθε χωλ, ανοίγονται τέσσερεις χώροι. Η ίδια κατανομή χώρων ακολουθείται και στον όροφο. Σε αυτά τα δύο επίπεδα μπορεί κανείς να παρατηρήσει και την εσωτερική διακόσμηση με τοιχογραφίες και οροφογραφίες.
Στο υπόγειο, κατεξοχήν χώρο αποθήκευσης, κατά μήκος ενός είδους διαδρόμου βρίσκονται σε ακολουθία οι χώροι μεγαλύτεροι σε σχέση με τα άλλα επίπεδα και με τοξοειδείς ανοίγματα εισόδου για τον κάθε ένα.
Όλα τα παράθυρα και οι πόρτες έχουν ξύλινα κουφώματα και αρχικά μονούς υαλοπίνακες. Ξύλινα είναι και όλα τα πατώματα του ισογείου και του ορόφου.