Παραπολιτικά Τελευταία Νέα

Συνδικαλισμός και πολιτική ενόψει των εκλογών στην ΟΕΒΕ Ξάνθης

kosmidis

Αγαπητέ εκδότη, συνάδελφε επαγγελματία και εργάτη της πένας (ή του πληκτρολογίου),

Έχουν ειπωθεί πολλά για τις δυνατότητες νομότυπης λειτουργίας της Ομοσπονδίας ΕΒΕ Ξάνθης. Μας ενδιαφέρει το ζήτημα, αλλά πολύ περισσότερο το ουσιαστικό θέμα της εκπροσώπησης των υποθέσεων και των δίκιων όλων των επαγγελματιών εμπόρων, των λεγόμενων και Μικρομεσαίων. Ιδιαίτερα σήμερα που τα πράγματα έχουν οδηγήσει τους σλφους σε τρομερά αδιέξοδα.

Θα παρακαλούσα να δημοσιεύσετε και τις δικές μου απόψεις, δεδομένου ότι σκοπεύω τελικά να θέσω υποψηφιότητα για το ΔΣ της Ομοσπονδίας μας και για την αντιπροσώπευσή του στη ΓΣΕΒΕΕ. Τον πρόεδρο, ως είθισται, τον εκλέγουν τα μέλη του ΔΣ και κανείς δε μπορεί να προκαθορίσει την εκλογή του. Ενδιαφέρουσα, πάντως, είναι η άμιλλα μεταξύ των υποψηφίων, αλλά μέχρις ένα όριο. Από εκεί και πέρα βλάπτει, ιδιαίτερα εάν δεν είναι ξεκάθαρες οι επιδιώξεις και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του καταστατικού.

Με προσωπικά “κονέ” του μελλοντικού Προεδρείου προς πολιτικούς παράγοντες, χωρίς τη σύσσωμη κινητοποίηση των κλάδων και γενικότερα της τάξης των ΕΒΕ στη βάση αποδεκτών αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης των αντιπροσώπων, δεν πρόκειται να βελτιωθεί ουσιαστικά η θέση μας. Αυτό το μεταφέρω και από την εμπειρία του δικού μου κλάδου που εκπροσωπώ, των ιδιωτικών Παιδικών Σταθμών, σε σχέση με τις υποσχέσεις για ισονομία από μέρους του Υπουργείου Εργασίας. Ο σκοπός της συγκυβέρνησης είναι δεδομένος. Συνέχιση της εφαρμογής των Μνημονίων και αποδυνάμωση της τάξης των Μμ, μέχρι την πλήρη εξαφάνιση ορισμένων επαγγελμάτων και κλάδων, ώστε να συνεχιστεί η αδιέξοδη πολιτική υπέρμετρης δανειοδότησης από τις ισχυρές οικονομικά χώρες που μετέτρεψαν τις ανοιχτές αγκάλες τους σε μέγγενη αποσάθρωσης της ελληνικής οικονομίας.

Ελπίζω να μπορέσετε να δημοσιεύσετε ή να σχολιάσετε την τοποθέτησή μου.

Ευχαριστώ

Αντωνης Κοσμιδης

προσωρινός Γ. Γραμματέας της ΟΕΒΕ Ξάνθης

 

ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ ΣΤΗΝ ΟΕΒΕ ΞΑΝΘΗΣ

Τοποθέτηση και προτάσεις του πρώην αντιπροσώπου στη ΓΣΕΒΕ και προσωρινού Γ. Γραμματέα του ΔΣ Αντώνη Κοσμίδη

Στις 3 Σεπτεμβρίου αποφασίστηκε να πραγματοποιηθούν οι εκλογικές διαδικασίες του Σώματος της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών (ΟΕΒΕ) Εμπόρων Ξάνθης την οποία συναπαρτίζουν προς το παρόν 22 Σωματεία. Για τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» είναι γνωστό πόσο ψυχοφθόρες και γραφειοκρατικές είναι αυτές οι διαδικασίες. Το αστικό κράτος, έχει καταστήσει σχεδόν απαγορευτική τη μεμονωμένη συμμετοχή σε όσους επαγγελματίες αντιμετωπίζουν προβλήματα με τις επιχειρήσεις τους. Άλλωστε ποιος επιτηδευματίας, αυτοαπασχολούμενος και μκροεπιχειρηματίας δεν αντιμετωπίζει σήμερα έντονα θέματα λειτουργίας και το φάσμα της υπερχρέωσης ή χρεοκοπίας; Συνεπώς εκείνοι οι συνάδελφοι οι οποίοι αναλαμβάνουν να εκπροσωπήσουν στα διάφορα καταστατικά όργανα της Ομοσπονδίας τον κλάδο τους, λαμβάνουν υπόψη τους ότι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, θα πρέπει να αποσπασθούν από τις επαγγελματικές τους ασχολίες. Να αφιερώσουν χρόνο και δυνάμεις τόσο για τα διαδικαστικά ζητήματα εκπροσώπησης, όσο και για θέματα παραγωγής «θέσεων», δηλαδή πολιτικών προτάσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των Σωματείων, της Ομοσπονδίας, αλλά και γενικότερα του Κοινωνικού Συνόλου, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Διότι, ως γνωστόν, το νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα της κοινωνίας, μέσα στο οποίο εντάσσεται και ο αποδεκτός (νόμιμος) συνδικαλισμός, αποτελεί επιστέγασμα των κοινωνικών σχέσεων, όπως αυτές διαμορφώνονται στη βάση της υπερίσχυσης συγκεκριμένων ταξικών και πολιτικών δυνάμεων. Εμείς οι επαγγελματοβιοτέχνες και έμποροι (ΕΒΕ), ως βασικά υποκείμενα των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜμΕ), οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε, ότι αποτελούμε μια ξεχωριστή κοινωνική ομάδα με ιδιαίτερα ταξικά χαρακτηριστικά. Ότι τα ζητήματα που μας ταλανίζουν είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό κοινά και από κοινού είναι ανάγκη να τα αντιμετωπίσουμε. Όταν μάλιστα υπερισχύουν κυβερνητικές αποφάσεις κομμένες και ραμμένες στα μέτρα άλλων κοινωνικών ομάδων συμφερόντων, η ανάλυση της σύνθεσης των οποίων ξεφεύγει της παρούσας τοποθέτησης. Αναφερόμενοι, πάντως, στην οικονομική εξουσία, δεν συμπεριλαμβάνουμε σε αυτήν κανέναν συνήθη ΕΒΕ, κανέναν Μμ επιχειρηματία της ενεργούς επαγγελματικής δράσης, ακόμη κι αν συγκεκριμένες συνθήκες, διασυνδέσεις με το ελληνικό κράτος και το ξένο κεφάλαιο και διάφορες ευνοϊκές συγκυρίες, επιτρέπουν τη συνέχιση της αποδοτικής λειτουργίας της επιχείρησής του. Από ένα σημείο, όμως, και μετά, της ενδυνάμωσής της ΜμΕ από πλευράς κεφαλαίου και απασχόλησης προσωπικού (ξένης εργατικής δύναμης), μιλάμε για καπιταλιστική επιχείρηση και κεφαλαιοκράτη ή κεφαλαιοκράτες που συμμετέχουν ή και την εκπροσωπούν. Σήμερα, βεβαίως, είναι εμφανής η συνύφανση της οικονομικής και πολιτικής ελίτ  που ενώ αποτελεί μικρή μειοψηφία, καταφέρνει να συνεχίζει να κυβερνά και να καθορίζει τις τύχες του λαού και της χώρας. Ελέω του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των επιβαλλόμενων «μνημονίων».

Η συντριπτική πλειοψηφία, πάντως, των Μμ αντιμετωπίζει στην Ελλάδα των Μνημονίων και των συγκυβερνήσεων των προθύμων του δικομματισμού που τα έχουν επιβάλλει (για να μη ξεχνιόμαστε), ουσιώδη προβλήματα επιβίωσης. Όλοι σχεδόν οι σ/λφοι, με ελάχιστες ακόμη εξαιρέσεις, βλέπουν τις ελπίδες τους για οικονομική ενδυνάμωση, ώστε να ενταχθούν στην κυρίαρχη αστική τάξη, να εξαφανίζονται. Αισθάνονται υποβαθμισμένοι και απαξιωμένοι από κάθε άποψη. Αδυνατούν να καλύψουν και τις στοιχειώδεις ανάγκες τους, όπως αυτές για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Για να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους απέναντι στους προμηθευτές, τις τράπεζες και το κράτος, αναγκάζονται να εκποιήσουν, εφόσον έχουν τη δυνατότητα και βρούνε τον τρόπο, οτιδήποτε περιουσιακά στοιχεία διαθέτουν. Διαπιστώνουν ότι παύουν να αποτελούν το «ρυθμιστικό τμήμα» που συνθέτει τον υφιστάμενο κοινωνικό ιστό και βρίσκονται σε δυσμενέστερη μοίρα από τους εργατοϋπαλλήλους, ακόμη και του ιδιωτικού τομέα. Ίσως και από τους ίδιους τους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις τους, σε περίπτωση που δεν έχουν αναγκαστεί να τους απολύσουν όλους.

Για πολλούς λόγους, ο άνεργος Μμ βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε πολύ δυσμενή κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι, επειδή συνήθως δε θέλει να παραδεχτεί την αποτυχία του και επειδή έχει συνηθίσει σε άλλο τρόπο ζωής και ευνοϊκότερες συνθήκες διαβίωσης, δεν μπορεί να προσαρμοστεί και καταλήγει μέχρι και στην αυτοκτονία. Η χρεοκοπία και μεγάλων επιχειρήσεων συσκοτίζει τις οικονομικές κατά βάση αιτίες των κρίσεων που επαναλαμβάνονται περιοδικά, σχεδόν, στην καπιταλιστική αγορά. Από πλευράς πολιτικής συνειδητοποίησης, εάν οι συλλογικές οργανώσεις του κλάδου του δεν είχαν τη δυνατότητα να του εμφυσήσουν το πνεύμα του συνεργασίας και της συλλογικής δράσης, είναι πολύ πιθανό ότι μπορεί να λειτουργήσει ατομικιστικά, να αναζητήσει «αποδιοπομπαίους τράγους» της κακής του μοίρας, να ακολουθήσει και να προσκολληθεί σε ισχυρές -κατά την αντίληψή του- πολιτικές δυνάμεις, όπως τα ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα. Είναι γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων τής όχι και τόσο καλυμμένης από ναζιστικές επιρροές Χρυσής Αυγής, αποτελείται, δυστυχώς, από συναδέλφους μας. Επιδιώκουν να επανακτήσουν τη χαμένη τους κοινωνική αξιοπρέπεια, προσδεμένοι σε ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα, ελπίζοντας στην επανακατάκτηση τής έτσι κι αλλιώς αμφιλεγόμενης επαγγελματικής προοπτικής τους. Παραγνωρίζοντας συνειδητά ή αθέλητα, ότι πρόκειται για τους κύριους πολιτικούς εκπροσώπους των κεφαλαιοκρατικών κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων. Τους πιο φανατικούς ταξικούς αντιπάλους, που ευθύνονται για την επαγγελματική αποτυχία των Μμ. Που στην καλύτερη περίπτωση τους επιφυλάσσουν τα ίδια και χειρότερα δεινά με αυτά που περάσανε οι ΕΒΕ στη ναζιστική Γερμανία (δεν αναφέρομαι, βέβαια, μόνο σε όσους είχαν Εβραϊκή ή άλλη ξένη καταγωγή).

Θεώρησα την εισαγωγή αυτή αναγκαία, διότι υπάρχει μια τάση εικονικής αποστασιοποίησης από την πολιτική πολλών σ/λφων που ασχολούνται με τα του οίκου μας. Δηλώνουν, τάχα, αμέτοχοι στα πολιτικά και ότι ενδιαφέρονται μόνο για το καλό του κλάδου τους, άντε και των άλλων σ/λφων μας. Το ότι από αυτό το σινάφι των συνδικαλιστών, που αποτελούν πλέον ένα ιδιόμορφο κοινωνικό στρώμα, στρατολογήθηκαν και στρατολογούνται ακόμη οι υποψήφιοι των εκλογικών συνδυασμών κάθε είδους και επιπέδου, κάποιοι κάνουν πως δεν το βλέπουν ή δεν τους αφορά. Πρόκειται για συνειδητή παραπλάνηση των μελών των Σωματείων και γενικότερα του εκλογικού σώματος. Διότι, αφού αναδειχτούν σε διάφορα δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια συλλογικά όργανα, αρχίζουν -στην πλειοψηφία των περιπτώσεων- το αλισβερίσι με την κυβερνητική εξουσία, ανεξαρτήτως προηγούμενων διακηρύξεων περί της ανεξαρτησίας τους. Για να λέμε, δηλαδή, τα πράγματα με το όνομά τους, «τα σύκα – σύκα και τη σκάφη – σκάφη».

Όλοι σχεδόν οι ασχολούμενοι με τον συνδικαλισμό δηλώνουν «ανεξάρτητοι» από την κυβερνητική ή οποιαδήποτε κομματική πολιτική και τους πολιτικούς.  Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί το επιθυμούν διακαώς. Και ο υποφαινόμενος επίσης.

Πόσο όμως ανεξάρτητα από τα κόμματα, που εκπροσωπούν συγκεκριμένα ταξικά συμφέροντα, μπορεί να κινείται κανείς, σε οποιονδήποτε συνδικαλιστικό χώρο, όταν υπάρχει σαφής διαλεκτική σχέση, όπως λέμε εμείς οι μαρξιστές, ανάμεσα στην οικονομία και στην πολιτική;  Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς τον καθοριστικό ρόλο των παραγωγικών και γενικότερων οικονομικών σχέσεων στην κοινωνικο-οικονομική εξέλιξη, αλλά παράλληλα δεν μπορεί να αγνοεί την ενεργή επίπτωση που ασκεί η πολιτική στην οικονομία. Η πολιτική μιας κυβέρνησης σε δεδομένη χρονική στιγμή προκύπτει από τις οικονομικές εξελίξεις και επιδρά με τη σειρά της στην εξέλιξη της εθνικής, της ευρύτερης ή και της παγκόσμιας οικονομίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις για επιμέρους ζητήματα και για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, το κράτος μπορεί να λαμβάνει πολιτικές αποφάσεις ξεκομμένες από το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η εθνική οικονομία. Φαίνεται, έτσι, ότι αυτονομείται η πολιτική από την οικονομική εξουσία. Τούτο, όμως, μπορεί να συμβεί κατ’ εξαίρεση και η ανάγκη αντιστοίχησης της ακολουθούμενης πολιτικής προς τις οικονομικές σχέσεις καθίσταται πιο επιτακτική. Η επιστημονική ερμηνεία των πολιτικών αποφάσεων, του αποτελέσματος από το αίτιο, η διείσδυση από την επιφάνεια των γεγονότων στις γενεσιουργικές τους αιτίες με τη μέθοδο της διαλεκτικής – υλιστικής ανάλυσης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί να ασκεί κανείς προοδευτικό συνδικαλισμό, συνδικαλιστική πολιτική για τα δίκια των ΕΒΕ.

Η προσωπική μου άποψη, με την ευθύνη του μέλους του ΔΣ της ΟΕΒΕΞ σε παλαιότερο και όχι στο προηγούμενο ΔΣ, αλλά και του μέχρι τώρα ενός από τους αντιπροσώπους της στη ΓΣΕΒΕΕ, είναι σαφής: Όπως και στα πρωτοβάθμια συλλογικά όργανά τους, οι επαγγελματοβιοτέχνες θα ήταν σκόπιμο να μπορούν να συμμετέχουν ή να εκπροσωπούνται όλοι, ανεξαρτήτως κοσμοθεωρητικών, ιδεολογικών και πολιτικών αντιλήψεων, στο ΔΣ της τοπικής ή κλαδικής ομοσπονδίας τους, στη βάση της κατάρτισης ενός ενιαίου ψηφοδελτίου, σύμφωνα με τη δύναμη των Σωματείων τους. Συνετό θα ήταν, στο ΔΣ της Ομοσπονδίας να μην εκλέγονται περισσότεροι του ενός αντιπροσώπου από ένα συγκεκριμένο Σωματείο.

Η ύπαρξη περισσότερων συνδυασμών, είναι θεμιτή και ίσως επιβάλλεται, όταν υπάρχουν σημαντικές κόντρες και αντιθέσεις μεταξύ διαφόρων αντιπροσώπων για ζητήματα πολιτικής τακτικής που είναι σκόπιμο να ακολουθηθούν από την Ομοσπονδία και κατά συνέπεια από το τριτοβάθμιο όργανο όλων των ΕΒΕ, τη ΓΣΕΒΕΕ.

Τόσο σοβαρές, όμως, αντιθέσεις με πολιτικό χαρακτήρα δεν έχουν προκύψει ποτέ στα πλαίσια λειτουργίας της ΟΕΒΕΞ. Αντιθέτως, τα θέματα που μας ένωναν και συνεχίζουν να ενώνουν είναι πάρα πολλά: Όπως αυτό για το κυκλοφοριακό, η λειτουργία της αγοράς κατά τις Κυριακές και εορταστικές επετείους, η αντιμετώπιση εν γένει των υποκαταστημάτων των αλυσίδων και των πολυκαταστημάτων, ο σχηματισμός ενός οργανωμένου ενιαίου Εμπορικού Κέντρου στην πόλη και η δημιουργία ενός σύγχρονου Βιοτεχνικού Πάρκου στο πρώην ΔΕΡΑΣ, η αντίθεση στη δυνητική δημιουργία ΕΟΖ, η διευθέτηση των ασφαλιστικών εκκρεμοτήτων των σ/λφων (ΟΑΕΕ), η ουσιαστική αξιοποίηση των επιμορφωτικών προγραμμάτων για τους αυτοαπασχολούμενους και εργαζόμενους σε κάθε κλάδο και πολλά άλλα.

Έχοντας την εμπειρία από τη μέχρι τώρα συνδικαλιστική μου δράση και από την πολιτική μου δραστηριότητα στο ευρύτερο χώρο της Αριστεράς που ποτέ δεν απέκρυψα, θεωρώ ότι τώρα είναι ιδιαίτερα αναγκαίο να μην περισσέψει κανείς ενδιαφερόμενος ΕΒΕ από τα δρώμενα στην Ομοσπονδία μας.

Πολύς ντόρος έγινε για παραλήψεις και λάθη, προσωπικές φιλοδοξίες μέχρι και αλαζονικές συμπεριφορές, από μέρους σλφων μας που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας τις υποθέσεις της ΟΕΒΕΞ. Ως ένα βαθμό η κριτική είναι θεμιτή, ακόμη κι όταν γίνεται σε προσωπικό επίπεδο. Κάποια φιλοδοξία ανάδειξης είναι, όμως, επίσης απαραίτητη, ώστε να υπάρχει ενδιαφέρον και ζωντάνια στη λειτουργία των οργάνων, στην επεξεργασία προτάσεων και στη λήψη αποφάσεων.

Σημαντικό είναι επίσης να υπάρχει το συνδετικό νήμα ανάμεσα στην ΟΕΒΕΞ και στο Επιμελητήριο, όπως και με το Δήμο και προσωπικά θεωρώ ευτυχές γεγονός ότι εκπροσωπούμαστε δυναμικά τόσο στο ένα συμβουλευτικό θεσμικό όργανο της Πολιτείας, όσο και στην πρωτοβάθμια ΤΑ.  Αποτελεί τιμή για την κοινωνική τάξη μας, ότι ο μέχρι τώρα μακροβιότερος Πρόεδρος της ΟΕΒΕΞ, ο κ. Σωτήρης Τσιακίρογλου, με την εμπειρία που απέκτησε στα πλαίσια της προσφοράς του και ως μέλος του ΔΣ της ΓΣΕΒΕΕ, βρίσκεται στο ΔΣ του Δήμου και είμαι αισιόδοξος ότι κι από τη θέση αυτή θα συνεχίσει να υπερασπίζεται με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο τις υποθέσεις των ΕΒΕ με τις οποίες έχει εξοικειωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Εκτιμώ επίσης τις προσπάθειες που κατέβαλε και η μέχρι τώρα Αντιπρόεδρος της ΟΕΒΕΞ στο Επιμελητήριο, κυρίως αναφορικά με τις παράνομες εισαγωγές προϊόντων και το παρεμπόριο από τις γειτονικές χώρες και νομίζω ότι κανείς δε μπορεί να αρνηθεί ότι είχαμε όλα τα μέλη του συνδυασμού της μειοψηφίας στο Επιμελητήριο την ευχέρεια να λειτουργήσουμε και να ψηφίζουμε σύμφωνα με την κρίση μας, αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες όπου και όποτε επιθυμούσαμε. Δε θεωρώ ως μειονέκτημα για τα εκπροσώπηση των δίκιων των ΕΒΕ την απόφαση της σ/λφισσας Χρ. Γρηγορίου να ανεξαρτητοποιηθεί ή να επιδιώξει στενότερη συνεργασία με τον Πρόεδρο του Επιμελητηρίου.Αρκεί να μην περάσει στο άλλο άκρο και γίνει στυλοβάτης της κυβερνητικής πολιτικής, πράγμα που δε φαντάζομαι ότι σκοπεύει να κάνει, αφού διαβεβαιώνει τους πάντες ότι «δεν επιθυμεί να ασχοληθεί με την κομματική πολιτική». Ως άτομο και χωρίς να εκπροσωπώ κανέναν, της ζήτησα να συνταχθεί με την Αριστερά, ώστε να ανατραπεί η εχθρική, μέχρι και καταστροφική πολιτική της συγκυβέρνησης των προθύμων στο χώρο των ΕΒΕ. Έχοντας αποκτήσει και η ίδια σημαντικά εφόδια από τη συμμετοχή της στην Ομοσπονδία, θα έλεγα και από την όποια συνεργασία της με τον πρώην Πρόεδρο, δεν έχω πρόβλημα να επαναλάβω την άποψή μου ότι με τέτοιους δραστήριους συνδικαλιστές στο χώρο μας, και μάλιστα γυναίκες, είναι απαραίτητο να συνεργαστεί οποιαδήποτε μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς (αυτοδύναμη ή μη), ώστε να επιτύχουν οι διακηρύξεις για ανασυγκρότηση της χώρας, με τη στήριξη κυρίως προς και από τους αυτοαπασχολούμενους ΕΒΕ και γενικότερα τις ΜμΕ.

Έχω σοβαρή, όμως, ένσταση στην προσπάθεια που γίνεται να κατηγορηθούν σχεδόν όλα τα μέλη των προηγούμενων ΔΣ και ιδιαίτερα ο νέος και δραστήριος Πρόεδρος των κρεοπωλών Γιώργος Μπατζακίδης, για υπέρμετρες φιλοδοξίες, αλαζονείες και ατασθαλίες. Αδυναμίες σίγουρα υπήρχαν και υφίστανται από όλους μας, όσοι συμβάλλουμε στην κοινή υπόθεση της υπεράσπισης των δίκιων των ΕΒΕ. Όπως ανέλυσα στην αρχή, κανείς μας δε μπορεί να παραμελήσει πλήρως τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις σε συνθήκες οικονομικής κρίσης που τις συνέπειες της το αστικο-μονοπωλιακό κράτος  επιχειρεί να τις φορτώσει στους αδύναμους εργαζόμενους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένων των ΕΒΕ/ΜμΕ. Πάει πολύ υπ’ αυτές τις συνθήκες να απαιτούμε πλήρη προσαρμογή στο τέρας της αστικής γραφειοκρατίας που το αντιμετωπίζουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι και με μεγάλες συνέπειες στις επιχειρήσεις μας.

Προσωπικά δεν είχα και δεν έχω καμία «πρεμούρα να διοικήσω την ΟΕΒΕ» και θεωρώ ότι θα ήταν λάθος για έναν ενταγμένο αριστερό συνδικαλιστή να επιδιώκει την ανάληψη αποκλειστικών αρμοδιοτήτων, όταν υπάρχουν διαθέσιμοι σ/λφοι, όπως ο Γιώργος Μπατζακίδης και η ίδια η Χρυσούλα Γρηγορίου να «τραβήξουν κουπί» και «να σηκώσουν τον αραμπά». Εμείς οι αγωνιστές της Αριστεράς, όπως θέλουμε να λεγόμαστε, που -για τους γνωστούς ιστορικούς λόγους αντιμετώπισης της φασιστικής λαίλαπας- πρώτα μπήκαμε στον πολιτικό αγώνα και μετά ασχοληθήκαμε με το συνδικαλισμό, έχουμε υποχρέωση να στηρίξουμε και να αναδείξουμε εκείνους από τους σ/λφους επαγγελματίες που το λέει η καρδιά τους να προσφέρουν για τον κλάδο τους και για την κοινωνική τάξη μας με έντιμο τρόπο. Δηλώνω κατηγορηματικά, ότι δεν διαπίστωσα ποτέ καμία διάθεση μέλους του ΔΣ να αποκλείσει από την πρακτική δουλειά άλλα μέλη ή να προβεί σε οικονομικές ατασθαλίες, ώστε να ωφεληθεί από τη συμμετοχή του στα κοινά. Το αντίθετο μπορώ να διαβεβαιώσω. Παρά την προσπάθεια ποδηγέτησης του συνδικαλισμού και στο δικό μας χώρο από τις κυβερνήσεις του δικομματισμού, οι θέσεις των εκπροσώπων μας στα διάφορα όργανα είναι βασικά άμισθες και εάν θα ήθελε κανείς να βάλει σε μια ζυγαριά την προσφορά σε χρόνο και δαπάνες και τα υλικά οφέλη, θα πρέπει να βγάλει κανείς το καπέλο του σε όσους συνεχίζουν να προσφέρουν. Ανεξαρτήτως ιδεολογικών αντιλήψεων και πολιτικών-κομματικών εντάξεων. Αυτή ήταν η ειλικρινής τοποθέτησή μου και στο πρόσφατο συνέδριο της ΓΣΕΒΕΕ, όταν έγινε προσπάθεια πλήρους απαξίωσης της δουλειάς μυρμηγκιού, που ήταν αναγκασμένοι να πραγματοποιήσουν και οι εκπρόσωποι των κυβερνητικών παρατάξεων. Νομίζω ότι δικαιώθηκα. Διότι σήμερα αρκετοί από αυτούς τους εκπροσώπους, όπως ο πρώην Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ και σήμερα Αντιπρόεδρος των Ευρωπαίων ΕΒΕ και ΜμΕ Δημήτρης Ασημακόπουλος και ο νυν Πρόεδρος μας Γιώργος Καββαθάς, διαχώρισαν τη θέση τους από το κόμμα εξουσίας που ανήκαν και επιχειρούν να συνταχθούν με τις αντιμνημονιακές δυνάμεις ανασυγκρότησης της οικονομίας, με μπροστάρηδες τους ΕΒΕ.

Τώρα, εάν το Σωματείο Κρεοπωλών, αποφάσισε να χαλαρώσει τους συντεχνιακούς δεσμούς των μελών του εγγράφοντας και άνεργους με εξειδίκευση κρεοπώλη ή συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας, αυτό αποτελεί ένα εσωτερικό θέμα που δε νομίζω ότι μπορεί να επηρεάσει τη δυνατότητα εκλογής Προέδρου στην Ομοσπονδία. Εκτός εάν κανείς θεωρεί ως μη ικανό και κατάλληλο τον Πρόεδρο ενός τόσο σημαντικού Σωματείου, όπως αυτό των 100 περίπου κρεοπολών, να εκλεγεί στο ΔΣ της Ομοσπονδίας. Θα είχα τις επιφυλάξεις μου, εάν σκοπεύουν να θέσουν υποψηφιότητα για το ΔΣ περισσότεροι αντιπρόσωποι από το ίδιο Σωματείο.

Έχω επανειλημμένα ζητήσει από την Πρόεδρο του Συνεταιρισμού Ξυλεμπόρων, να μην εξαντλεί τις σημαντικές δυνατότητές της σε ενέργειες ανακάλυψης φαντασμάτων ανάμεσα στους σ/λφους, σε διαπαραταξιακές συγκρούσεις με σκοπό την αποκάλυψη «σημείων και τεράτων» που διέπραξαν, όσοι προσέφεραν το κατά δύναμιν στην Ομοσπονδία μας. Δεν έχουμε τέτοια περιθώρια προσωπικών προστριβών, ιδιαίτερα σήμερα που βρισκόμαστε μπροστά στη μεγάλη πρόκληση υπεράσπισης της ταξικής θέσης μας στην ελληνική κοινωνία. Της ανάληψης σημαντικού ρόλου στις οικονομικές εξελίξεις που προβλέπεται ότι θα κληθούμε να αναλάβουμε όχι μόνο όσοι ΕΒΕ καταφέραμε να επιβιώσουμε, αλλά και όσοι επιζητούν μια δεύτερη ευκαιρία, για να επανακάμψουν με νέο κουράγιο στη λεγόμενη «ελεύθερη αγορά» που ελέγχουν τα ντόπια και ξένα μονοπώλια ή ακριβέστερα η ισχνή μειοψηφία της διεθνούς πλουτοκρατίας και των τραπεζικών τοκογλύφων.

Ας αφήσουμε τους αγώνες για δημιουργία αντιπολιτευτικών του εαυτού μας συνδυασμών, την επιδίωξη για τον έλεγχο της Ομοσπονδίας από οποιαδήποτε πρόσωπα ή κέντρα και ας ανασκουμπωθούμε για την καθημερινή δουλειά που είναι απολύτως ορθό ότι θα πρέπει να μοιράζεται ανάμεσα σε όλα τα μέλη του ΔΣ. Όσο για την θέση του Προέδρου και ποιος τελικά θα τη διεκδικήσει στο ΔΣ της ΟΕΒΕΞ η ψηφοφορία είναι μυστική και κανείς δεν ξέρει πώς θα αποφανθεί το Σώμα. Πέραν αυτού και η θέση του Αντιπροέδρου ή του Γ. Γραμματέα έχει σημαντικές ευθύνες και αρμοδιότητες, οπότε θα ήταν κατά την κρίση μου ωφέλιμο για την Ομοσπονδία, εάν τελικά υπάρξουν μόνο δύο ενδιαφερόμενοι για την Προεδρεία, εκείνος που θα μειοψηφήσει να αναλάβει τη θέση του Αναπληρωτή Προέδρου και/ή του Γ. Γραμματέα. Και βέβαια υπάρχει και η εναλλακτική πρόταση της εναλλαγής στα αξιώματα κατά τη διάρκεια της θητείας. Καλή η άμιλλα για εκπροσώπηση, καλή και η φιλοδοξία, αλλά εξίσου καλός είναι κι ο αλληλοέλεγχος στη βάση της ειλικρινούς συνεργασίας και αμοιβαιότητας των επιδιώξεων του καθένα μας. Δεν την έχουμε πράγματι ανάγκη, ως τάξη, τόση «πρεμούρα» για αποκλειστικές εκπροσωπήσεις στις σημερινές συνθήκες.

 

Αντώνης Κοσμίδης

Προσωρινός Γ. Γραμματέας της ΟΕΒΕΞ

Σχετικά Άρθρα