fbpx
Γενική

Το ΠΑΜΕ Ξάνθης για τις παροχές στην καπνοβιομηχανία «Καρέλια»


Παραμονές Πρωτοχρονιάς, ο Α. Καρέλιας, ιδιοκτήτης της ομώνυμης καπνοβιομηχανίας στην Καλαμάτα, ανακοίνωσε στους εργαζόμενους μια σειρά από «εορταστικές παροχές», συνολικού ύψους 2,5 εκατ. ευρώ, όπως είπε ο ίδιος στην ομιλία του. Τα αστικά, αλλά και τοπικά  της Ξάνθης ΜΜΕ, παρουσίασαν τη συγκεκριμένη καπνοβιομηχανία σαν ένα φωτεινό παράδειγμα «υγιούς επιχειρηματικότητας». Επιφύλαξαν, μάλιστα, και διθυράμβους για τον Α. Καρέλια, που σε καιρούς κρίσης μοίρασε μέρος από τα κέρδη του στους εργαζόμενους.
Είναι άραγε τόσο «φιλεύσπλαχνος» ο Καρέλιας; Μήπως τελικά είναι εφικτό σε επιχειρήσεις που δε χτυπήθηκαν από την κρίση και αύξησαν την παραγωγή τους, να βγαίνουν εξίσου κερδισμένοι εργαζόμενοι και εργοδότες; Στην τελική, είναι δυνατόν να συνυπάρχουν το καπιταλιστικό κέρδος και η «ανταγωνιστικότητα» μιας επιχείρησης, με την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων;
Το πρώτο και βασικό είναι ότι ο καπνοβιομήχανος, όπως και κάθε άλλος καπιταλιστής, δεν μοιράζει δικά του λεφτά στους εργαζόμενους. Τα κέρδη της επιχείρησης, από τα οποία έδωσε τις παροχές, είναι υπεραξία που απέσπασε από τους εργαζόμενους. Τώρα, ένα μικρό μέρος από την απλήρωτη δουλειά των εργατών επιστρέφει σε αυτούς με τη μορφή έκτακτων επιδομάτων, δώρων για τα παιδιά τους κ.ά.
Το γεγονός εξάλλου ότι το κάνει με έκτακτες παροχές και όχι με αυξήσεις στους μισθούς έχει τη σημασία του. Διατηρεί ούτως ή άλλως το δικαίωμα του χρόνου να μη δώσει κανένα επίδομα ή και να μειώσει τους μισθούς, αν μειωθεί η κερδοφορία του.
Η κερδοφορία της επιχείρησης ξεπέρασε τα 16 δισ. τσιγάρα σε πωλήσεις εντός και εκτός Ελλάδας, και έφτασε τα 16,8 δισ. τσιγάρα, όγκος που αποτελεί νέο ρεκόρ., όπως επίσης και οι πωλήσεις εκτός Ελλάδας ξεπέρασαν τα 14,6 δισ. τσιγάρα, στο εξωτερικό οι πωλήσεις καπνού για στριφτό τσιγάρο έφτασαν τους 86 τόνους παρουσιάζοντας θεαματική αύξηση 144%.
Επιβεβαιώνεται, δηλαδή, ότι τα 2,5 εκατ. € που ξόδεψε ο Α. Καρέλιας για γαλοπούλες, επιδόματα και άλλες χριστουγεννιάτικες παροχές προς τους εργαζόμενους, είναι ένα μικρό μέρος από τα κέρδη που προσδοκά η επιχείρηση για το 2013, ξεπερνώντας ακόμα και τη (μεγάλη) κερδοφορία του 2012. Επίσης το 2012 ο Α. Καρέλιας είχε δώσει επιδόματα και δώρα στους εργαζόμενους, αξίας 2,25 εκατ. €.
Αυτή είναι η μια πλευρά. Προκύπτει το ερώτημα: Πώς κατάφερε ο Καρέλιας να αυξήσει τόσο την παραγωγή και τα κέρδη του;
α) Η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στην επιχείρησή «χτύπησε κόκκινο» το χρόνο που πέρασε. Αυτό ήταν αποτέλεσμα των επενδύσεων που έκανε, ύψους 3 εκατ. ευρώ, για εκσυγχρονισμό των μέσων παραγωγής. Έτσι, στον ίδιο χρόνο παράγονταν περισσότερες μονάδες προϊόντων. Αυτό όμως σημαίνει ότι μεγάλωσε και ο βαθμός εκμετάλλευσης των εργαζομένων, δηλαδή το ποσοστό υπεραξίας.
β) Η επικρότηση των εργαζομένων με «υψηλές αποδόσεις» σημαίνει σε μεγάλο βαθμό ενθάρρυνση της «εθελοντικής» εντατικοποίησης της εργασίας, με κίνητρο μάλιστα τα επιδόματα και τις παροχές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις παροχές που ανακοίνωσε ο Καρέλιας περιλαμβάνεται και το λεγόμενο «επίδομα ανελλιπούς παρουσίας», που φτάνει στα 800 ευρώ. Με αυτό το ποσό, που για άλλους είναι ένας μισθός, ενισχύεται ο εργαζόμενος που ακόμα και άρρωστος επιλέγει να πάει στη δουλειά, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη φθορά της υγείας του, και που βεβαίως δεν απεργεί!
Ο εργοδότης στην ομιλία του είπε ανοιχτά ότι το επόμενο διάστημα, η εργασία θα εντατικοποιηθεί κι άλλο. Για να το πετύχει αυτό, δίπλα στο «καρότο» των έκτακτων παροχών, βάζει το «μαστίγιο» της αξιολόγησης, του σφιχτού ελέγχου της δουλειάς, της επίτευξης συγκεκριμένων στόχων για κάθε εργάτη.
Θα σκεφτεί κάποιος: Κι άλλοι επιχειρηματίες έχουν κέρδη, αύξησαν με διάφορους τρόπους την παραγωγικότητα των εργαζομένων τους. Δεν έκαναν όμως παροχές όπως αυτές που έκανε ο Καρέλιας.
Καταρχήν, η καπνοβιομηχανία του Καρέλια δεν πρωτοτυπεί στις μεθόδους με τις οποίες διαχειρίζεται το προσωπικό της. Παντού και πάντα οι καπιταλιστές αναζητούσαν και αναζητούν τρόπους όχι μόνο να εξασφαλίσουν «εργασιακή ειρήνη» στις επιχειρήσεις τους, αλλά δίνοντας κίνητρα στους εργαζόμενους να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους. Να τους στρατεύσουν συνειδητά στους στόχους της κερδοφορίας της επιχείρησης, κάτω από το σλόγκαν «πάει καλά η επιχείρηση, πάνε καλά και οι εργαζόμενοι».
Σε προηγούμενες δεκαετίες, παροχές όπως αυτές του Καρέλια ήταν καθεστώς σε αρκετές, ιδιαίτερα στις μεγάλες, βιομηχανίες. Η δυνατότητα αυτών των παροχών εξαρτάται από το σε ποια φάση βρίσκονταν ο κλάδος, ο ενδοκλαδικός ή διακλαδικός ανταγωνισμός, η ίδια η επιχείρηση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η κλωστοϋφαντουργία του Λαναρά, που ιδιαίτερα στα εργοστάσια της Νάουσας φημιζόταν για τις παροχές προς τους εργαζόμενους (οργανωμένα ταξίδια στο εξωτερικό, δώρα και επιδόματα στις γιορτές, βοήθεια σε οικογένειες που σπούδαζαν παιδιά κ.ά.), την περίοδο που η επιχείρηση ήταν κερδοφόρα και πριν ο κλάδος «μαραθεί» από τον ανταγωνισμό με άλλους καπιταλιστές, από ασιατικές κυρίως χώρες. Παραδείγματα διάφορων «παροχών» στο παρελθόν βιομηχάνων του Νομού μας επίσης στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργία είναι η VENUS του Χατζηιωάννου, τα «Πλαστικά Θράκης» του Χαλιωρή.
Δηλαδή, πάντα, και στη φάση της ανόδου της καπιταλιστικής οικονομίας και στη φάση της ύφεσης, υπάρχουν επιχειρήσεις που εξαιτίας της μεγάλης κερδοφορίας τους έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν το ένα ή το άλλο πλέγμα παροχών προς τους εργαζόμενους. Πρέπει να είναι καθαρό ότι αυτή η κατάσταση εξαρτάται αποκλειστικά από την πορεία της κερδοφορίας της επιχείρησης, τη θέση που έχει κατακτήσει στην αγορά. Όμως, το μέλλον μιας καπιταλιστικής επιχείρησης δεν έχει να κάνει μόνο με το πόσο θα στρατευθούν οι εργαζόμενοι στους στόχους της εργοδοσίας, όπως ψεύτικα το παρουσιάζουν, αλλά με τις συνολικές εξελίξεις στον κλάδο, στο σύνολο της καπιταλιστικής οικονομίας.
Για να ευοδωθούν οι στόχοι των καπιταλιστών χρειάζεται η συνδρομή του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Ο Καρέλιας την έχει και με το παραπάνω. Η πλειοψηφία του σωματείου έχει καθοριστικό ρόλο στην εμπέδωση της γραμμής της «ταξικής συνεργασίας» στο εργοστάσιο, στη στήριξη των μηχανισμών εξαγοράς που στήνει η εργοδοσία, στην καλλιέργεια της αντίληψης ότι οι διεκδικήσεις των εργαζομένων θα πρέπει να καθορίζονται από τις επιδόσεις της επιχείρησης.
Είναι καθαρό ότι στη βάση αυτής της λογικής, με την ίδια ευκολία που ο εργαζόμενος δέχεται σήμερα να δουλεύει εντατικά, προκειμένου στο τέλος του χρόνου να πάρει ένα επίδομα συνδεδεμένο με την κερδοφορία της επιχείρησης, αύριο, αν η παραγωγή μειωθεί, θα δεχτεί να μειώσει το μισθό του, να δουλεύει «εκ περιτροπής», να υπογράψει ατομική σύμβαση και πάει λέγοντας.
Σχετική πείρα υπάρχει. Ο «ευεργέτης Λαναράς», όπως τον αποκαλούσαν στη Νάουσα, σε συνεργασία με τη συνδικαλιστική πλειοψηφία σε ορισμένα από τα εργοστάσιά του, έφτασε να κατεβάζει μπουλούκια τους απλήρωτους εργαζόμενους στην Αθήνα, για να ζητήσουν από την κυβέρνηση να επιδοτήσει εκ νέου τον εργοδότη τους και από τις τράπεζες να του δώσουν δάνεια.
Η υψηλή κερδοφορία τόσο της συγκεκριμένης, όσο και άλλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, ακόμα και στις σημερινές συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, φανερώνει ότι από τη δουλειά των εργαζομένων παράγεται ένας τεράστιος πλούτος, που οι εργαζόμενοι εμποδίζονται να τον αξιοποιήσουν για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, εξαιτίας της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Σήμερα, που ένα μεγάλο κομμάτι εργαζομένων είναι άνεργοι, άλλοι βρίσκονται στην εργασιακή περιπλάνηση, άλλοι δουλεύουν κακοπληρωμένοι, είναι φυσικό συνθήκες σαν αυτές στον Καρέλια να μοιάζουν με παράδεισο. Όμως, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να προβληματιστούν περισσότερο: Το γεγονός ότι μια επιχείρηση μπορεί να διαμορφώνει παροχές προς τους εργαζόμενους, με σκοπό την εξασφάλιση «εργασιακής ειρήνης» ή τη στράτευση στους στόχους της επιχείρησης, δεν αλλάζει τη συνολική τάση επιδείνωσης της ζωής της εργατικής τάξης, που σήμερα κυριαρχεί, με αφαίρεση κατακτήσεων και δικαιωμάτων. Αυτό και μόνο αρκεί για να κατανοηθεί ότι η όποια καλύτερη θέση τους είναι επισφαλής.
Η πείρα έχει δείξει ότι κανένας δεν είναι αλώβητος στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας. Το «εκεί που ήσουν ήμουνα και εκεί που είμαι θα έρθεις» ισχύει απόλυτα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Καμιά ομάδα εργαζομένων, όσες θυσίες και αν έκανε, δεν μπόρεσε να σώσει ούτε μισθούς, ούτε δικαιώματα, ούτε θέσεις εργασίας όταν χτύπησε η κρίση τον εργοδότη τους.
Όσο η δυνατότητα να καλύψουν οι εργαζόμενοι ακόμα και τις πιο στοιχειώδεις ανάγκες τους θα εξαρτάται από την κερδοφορία των καπιταλιστών, αυτή θα είναι πάντα υποβαθμισμένη και θα βρίσκεται υπό τη διαρκή απειλή των οικονομικών κρίσεων.

Σχετικά Άρθρα