Εύχομαι το 2012 να μας φωτίσει, για να λύσουμε μόνοι μας τα προβλήματά μας.
Η Ελληνική Ιστορία και ο Ελληνικός Πολιτισμός είναι το πρώτο στήριγμά μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Γράφει ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
Φιλόλογος – Συγγραφέας
[email protected]
Μέρος Α ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Από το 27 π.Χ. ως το τέλος του 6ου μ.Χ. στα εξακόσια αυτά χρόνια έχουμε δύο αυτοκρατορίες και δύο πρωτεύουσες : στους πρώτους τρεις αιώνες τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία με την ακμή της Ρώμης και στους επόμενους τρεις την απαρχή μιας νέας αυτοκρατορίας που συνδέεται με την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας, της Κωνσταντινούπολης.
Η Βυζαντινή αυτοκρατορία στην πρώτη της φάση (330 – 641 μ.Χ.) είναι συνάμα το Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και Πρωτοβυζαντινή περίοδος της νέας αυτοκρατορίας.
Τρεις είναι οι βασικοί συντελεστές της : ρωμαϊκή οργάνωση, ελληνική παιδεία και χριστιανική θρησκεία. Στους πρώτους αιώνες υπάρχει έντονη αντιπαράθεση ελληνισμού και χριστιανισμού. Όταν επικράτησε ο χριστιανισμός, η αρχαιοελληνική παιδεία άρχισε να παίζει ρόλο στη ζωή των χριστιανών της πολυεθνικής αυτοκρατορίας.
Σε γενικές γραμμές η ιστορία της λεγόμενης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας διαιρείται σε τρεις μεγάλες περιόδους :
Πρωτοβυζαντινή 324 – 565
Μεσοβυζαντινή 565 – 1081
Υστεροβυζαντινή 1081 – 1453
Από την Αρχαία εποχή μεταβαίνουμε στα Μέσα χρόνια. Στη μεταβατική αυτή εποχή οι αλλαγές γίνονται σταδιακά, από την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης (324-330) ως το τέλος της βασιλείας του Ηρακλείου (641). Η περίοδος 330-641 ονομάζεται Ύστερη Ρωμαϊκή ή Πρωτοβυζαντινή. Καθοριστική φάση της μετάβασης είναι από το θάνατο του Ιουστινιανού Α΄ (565) έως τις μεταρρυθμίσεις του Ηρακλείου.
Στο διάστημα της Ύστερης Ρωμαϊκής / Πρωτοβυζαντινής περιόδου (324 – 610 μ.Χ.) αναφέρουμε το Μ. Κωνσταντίνο (324 – 337), τον Ιουλιανό (361 – 163), το Μ. Θεοδόσιο (379 – 395), τον Ιουστινιανό (527 – 565) και τον Ηράκλειο (610 – 641).
Με το θάνατο του Ιουστινιανού οι περισσότεροι ιστορικοί οριοθετούν την αρχή της καθαυτό Βυζαντινής Ιστορίας.
Ο Ελληνισμός και ο Ελληνικός πολιτισμός έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του Βυζαντίου και του Βυζαντινού πολιτισμού. Κατά κάποιο τρόπο το ‘ελληνικό’ υλικό διαπότισε και συνένωσε τα ποικιλόμορφα στοιχεία της αυτοκρατορίας. Στοχασμός, θρησκεία, τέχνη είναι απότοκοι της αρχαιοελληνικής παράδοσης, επηρεασμένα βέβαια από τις νέες συνθήκες.
Παρόλο που το κράτος ήταν συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η γλώσσα και του κρατικού μηχανισμού και των υπηκόων είναι ελληνική. Επί Ηρακλείου έχουμε εξελληνισμό του κράτους.
α πιο χαρακτηριστικά κείμενα της περιόδου είναι θεολογικά κείμενα, που έχουν ως σκοπό να διατυπώσουν το χριστιανικό δόγμα.
Μια σειρά Πατέρων της Εκκλησίας διακρίνονται για τη ρητορική τους δεινότητα και τον πλούτο της δημιουργίας τους, με τις ιδιοπροσωπίες που είναι εύλογες. Αναφέρουμε τον Ευσέβιο 265 – 340 μ.Χ. που εκτός των άλλων ασχολήθηκε με την Εκκλησιαστική Ιστορία, το Μεγάλο Αθανάσιο 295 – 373 μ.Χ., το Μεγάλο Βασίλειο 330 – 379 μ.Χ. με την περίφημη πραγματεία του « Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων », το Γρηγόριο Ναζιανζηνό 329 – 390 μ.Χ., το Γρηγόριο Νύσσης 335 – 394 μ.Χ. και τον Ιωάννη το Χρυσόστομο 345 – 407 μ.Χ., που μαζί με το Βασίλειο και το Γρηγόριο το Ναζιανζηνό θεωρούνται προστάτες των Γραμμάτων και των Τεχνών. Εύστοχα ο Α. Γεωργοπαπαδάκος αναφέρεται στη σοφία τους και εξυμνεί το ρόλο τους στη ‘ συμφιλίωση ελληνισμού και χριστιανισμού ’.
Στην πρωτοβυζαντινή περίοδο, το κράτος εξελληνίζεται, γενικά τα έργα της βυζαντινής γραμματείας είναι γραμμένα στα ελληνικά, με επίδραση των αρχαιοελληνικών προτύπων.
Μετά την επισημοποίηση του χριστιανισμού, οι αρχαίοι έλληνες συγγραφείς δεν είναι πια επικίνδυνοι, έτσι οι βυζαντινοί ασχολούνται μαζί τους, συλλέγουν κείμενα, τα σχολιάζουν και τα υπομνηματίζουν. Χρησιμοποιείται η αριστοτελική μεθοδολογία και οι πλατωνικές αντιλήψεις. Αναστάτωση προκαλείται με την εικονομαχία, την οποία αντιμετωπίζει φιλοσοφικά – δογματικά ο Ιωάννης Δαμασκηνός, που όπως διακηρύσσει παίρνει «των Ελλήνων σοφών τα κάλλιστα» απομακρύνοντας «τα ψευδή».
Ύστερα από την εικονομαχία ακολουθεί έντονη πνευματική στροφή προς την ελληνική παιδεία. Το Πανεπιστήμιο Κωνσταντινούπολης, που λειτουργούσε ήδη από τον 5ο αιώνα, αναβαθμίζεται. Εκδίδονται αρχαία συγγράμματα. Παρουσιάζονται κατά τον 9ο αιώνα σημαντικές προσωπικότητες στο χώρο της φιλοσοφίας και γενικότερα της διανόησης, αριστοτελικοί και πλατωνιστές. Τον 11ο αιώνα διακρίνεται ο λόγιος και φιλόσοφος Μιχαήλ Ψελλός, που συμπαθούσε και τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα. Όλοι αυτοί οι λόγιοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο να διασωθούν τα χειρόγραφα κείμενα των αρχαίων φιλοσόφων. Παρουσιάζονται επίσης φιλόσοφοι που προσπαθούν να αυτονομηθούν από το ορθόδοξο δόγμα, όπως ο αριστοτελικός Ιωάννης ο Ιταλός.
Επί Μακεδονικής Δυναστείας (867-1059) η
Βυζαντινή Αυτοκρατορία φτάνει στη μέγιστη ακμή της. Το κύρος και η πολιτιστική ακτινοβολία έφτασε στο απόγειό της. Στη Δύση την ίδια περίοδο αποκρυσταλλώνεται το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα της Φεουδαρχίας. Από τους αυτοκράτορες ξεχωρίζουν οι Λέων Στ΄ Σοφός (886-913), Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (913-959) και Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος (976-1025).
Στη μεσοβυζαντινή περίοδο, ο εξελληνισμός του κράτους έχει προχωρήσει πολύ. Οι δύο αιώνες 7ος και 8ος χαρακτηρίζονται από ένα κενό, μια ανακοπή του πολιτισμού. Ακολουθεί όμως η μεγάλη ακμή του 9ου αιώνα και εφεξής. Χρονογράφοι και ιστορικοί, εγκυκλοπαιδιστές, μελετητές της αρχαιότητας δρουν στα χρόνια αυτά. Φώτιος και Αρέθας, σημαντικοί διανοητές παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην Αναγέννηση του Βυζαντίου, ενώ τον 11ο αιώνα ο Μιχαήλ Ψελλός πρωταγωνιστεί στη στροφή προς την κλασική αρχαιότητα. Θα αναφέρουμε κάποια συγκεκριμένα παραδείγματα της στροφής στην ελληνική αρχαιότητα ( Η συνέχεια στην αυριανή έκδοση).