Γενική

Ίσες μισθολογικές και λοιπές παροχές σε εργαζόμενους ίδιας εργασίας

Ο Άρειος Πάγος για τις μισθολογικές παροχές των εργοδοτών
Επιμέλεια
Μαρία Καραγεωργιάδου
δικηγόρος

Στη δικαίωση τραπεζοϋπαλλήλου προχώρησε ο Άρειος Πάγος που απεφάνθη ότι οι εργοδότες οφείλουν να προσφέρουν στους εργαζόμενους που απασχολούνται κάτω από τις αυτές συνθήκες υπό ίσους όρους όλες τις μισθολογικές και λοιπές παροχές, ανεξάρτητα αν οι παροχές αυτές είναι οικειοθελείς ή όχι, όπως ακριβώς επιτάσσει το Σύνταγμα, η Συνθήκη της ΕΟΚ και ο Αστικός Κώδικας, έκρινε ο Άρειος Πάγος και δικαίωσε τραπεζοϋπάλληλο. Η επίμαχη απόφαση του Αρείου Πάγου, υπ’ αριθμό 550/2010, ορίζει ότι: «από την αρχή της ίσης μεταχείρισης, η οποία απορρέει από το άρθρο 288 Αστικού Κώδικα και από τα άρθρα 22 παράγραφος 1 β’ του ισχύοντος Συντάγματος και 119 εδάφιο α’ της ιδρυτικής συνθήκης της ΕΟΚ, προκύπτει ότι στα πλαίσια της εργασιακής σύμβασης δεν επιτρέπεται η άνιση μεταχείριση από τον εργοδότη των μισθωτών της αυτής εκμεταλλεύσεως, που έχουν τα ίδια προσόντα και παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες υπό τις αυτές συνθήκες, εκτός αν δικαιολογείται εξαίρεση ή απόκλιση εξ αιτίας επαρκούς αντικειμενικού λόγου».
Βάσει της εν λόγω αρχής, υπογραμμίζει η απόφαση του Α.Π., «ο εργοδότης οφείλει να επεκτείνει σε όλους τους εργαζομένους που παρέχουν την ίδια εργασία υπό τις αυτές συνθήκες και με τα αυτά προσόντα τις μισθολογικές και άλλες υπηρεσιακές παροχές», ανεξάρτητα αν πρόκειται για παροχές που έχει αναλάβει συμβατικά έναντι ορισμένων εργαζομένων.
Εν προκειμένω, διπλωματούχος μηχανολόγος-μηχανικός με μεταπτυχιακές σπουδές στη Μεγάλη Βρετανία διορίστηκε στις 14.12.1999 σε Τράπεζα ως υπάλληλός της με βαθμό μηχανικού β’ (6ο μισθολογικό κλιμάκιο) στο Ίδρυμα Εκτυπώσεως Τραπεζογραμματίων και Αξιών. Ο ενάγων υποστήριξε ότι η Τράπεζα, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, αν και είχε όλα τα προσόντα, δεν τον μονιμοποίησε σε βαθμό που αντιστοιχεί σε μονίμους υπαλλήλους, αλλά στο βαθμό του μηχανικού β’, δηλαδή σε βαθμό που αντιστοιχεί σε δόκιμο υπάλληλο, ενώ μονιμοποίησε με το βαθμό του μηχανικού α’ πέντε μηχανικούς που προσέλαβε ύστερα από αυτόν, με τους οποίους είχε τα ίδια, τουλάχιστον, προσόντα και εργαζόταν κάτω από τις ίδιες με αυτούς συνθήκες. Εν συνεχεία, σύμφωνα πάλι με τον προσφεύγοντα, η Τράπεζα έπραξε το ίδιο και με άλλους δύο υπαλλήλους μηχανικούς οι οποίοι είχαν λιγότερα προσόντα, αλλά είχαν προσληφθεί το 1977. Ο τραπεζοϋπάλληλος με την αγωγή του ζητούσε να ενταχθεί από 5.1.2000 στο βαθμό του μηχανικού και στο μισθολογικό κλιμάκιο 16. Το Ανώτατο Δικαστήριο, εν τω μεταξύ, απέρριψε την αίτηση της Τράπεζας η οποία ζητούσε να αναιρεθεί η απόφαση του Εφετείου Αθηνών (8667/2007) που είχε δικαιώσει τον τραπεζοϋπάλληλο, κρίνοντας ότι η μη χορήγηση της μισθολογικής παροχής που ζητούσε συνιστά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, η οποία δεν δικαιολογείται από επαρκή αντικειμενικό λόγο, εφόσον δεν αποδείχθηκαν περιστατικά που να δικαιολογούν την εξαίρεση από την οικιοθελή αυτή παροχή. Εν κατακλείδι, η Τράπεζα υποχρεώνεται πλέον να επανεντάξει τον τραπεζοϋπάλληλο από 5 Ιανουαρίου 2000 στο βαθμό του μηχανικού και στο μισθολογικό κλιμάκιο 16.

Σχετικά Άρθρα