Γράφει ο Αθανάσιος Τσακνάκης
Μια πρώτη ματιά στην ζοφερή νεοελληνική πραγματικότητα, εύκολα θα έπειθε έναν εξωτερικό παρατηρητή ότι η βασική δραστηριότητα των διαφόρων πολιτικών κομμάτων (και αποκομμάτων) τής Πατρίδας μας είναι η αναζήτηση βολικών σφυγμομετρήσεων (γκάλοπ) τής κοινής γνώμης. Εκστασιασμένοι αναφέρονται οι πολιτικοί παράγοντες σε καθεμιά σημαντική (εάν ωφελεί το κόμμα τους) σφυγμομέτρηση, ενώ παραμένουν φαινομενικά απαθείς ενώπιον μιας ασήμαντης (εάν ωφελεί άλλο κόμμα) παρόμοιας έρευνας. Και ο χορός καλά κρατεί…
Όλοι αυτοί οι λαλίστατοι παράγοντες, όμως, οι οποίοι καταπιάνονται με κάθε είδους βαθυστόχαστες πολιτικές αναλύσεις, από εκείνες που συνήθως προκαλούν απέραντη νύστα στους άτυχους τηλεθεατές τους, δεν μας έχουν πει ακόμη την γνώμη τους σχετικά με την πολύμηνη έρευνα τού τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ για τους 100 σπουδαιότερους Έλληνες. Σε αυτή την ιδιόμορφη εκλογική διαδικασία έχουν συμμετάσχει μέχρι σήμερα χιλιάδες Ελλήνων πολιτών (άρα και ψηφοφόρων), οι οποίοι ελεύθερα και δημοκρατικά έχουν επιλέξει τις προσωπικότητες που θεωρούν ως τις πλέον σημαντικές τού ελληνικού έθνους. Μέσα στους 100 (και συγκεκριμένα μέσα στους 10 πρώτους) πιο άξιους Έλληνες, λοιπόν, συγκαταλέγονται ο βασιλιάς Αλέξανδρος ο Μέγας και ο στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Και κάπου εδώ αρχίζει να χαλά η σούπα…
Η πολυετής, πολυέξοδη, πολυπρόσωπη και ποικιλόμορφη εκστρατεία αισχρής κατασυκοφάντησης των ηρωικότερων μορφών τού Ελληνισμού, των προσωπικοτήτων εκείνων που επί αιώνες υπήρξαν πρότυπα για ολόκληρες γενιές Ελλήνων, των ανθρώπων εκείνων που κάποτε πήραν με υπευθυνότητα στα σταθερά χέρια τους την τύχη τού λαού μας, προχωρούσε μια χαρά και πάντοτε σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό της. Μέσα στις τελευταίες δυο- τρεις δεκαετίες, μάλιστα, εκείνοι οι επικίνδυνοι Έλληνες αποπέμφθηκαν έντεχνα από τα σχολικά βιβλία, εξοβελίστηκαν πονηρά από την δημοσιότητα, υποβαθμίστηκαν πρόστυχα από στρατιές Εφιαλτών και διαβλήθηκαν επαρκώς από μίσθαρνα όργανα σκοτεινών συμφερόντων. Όλα φαίνονταν να πηγαίνουν πολύ καλά. Και τώρα; Τώρα τι συμβαίνει ξαφνικά και απρόσμενα; Ποιος τους θυμήθηκε και πώς και γιατί;
Για τον γράφοντα η απάντηση είναι προφανής: τους θυμήθηκε ο ίδιος ο λαός τους και αρκούσε μία απλή, καθημερινή τηλεοπτική πρωτοβουλία για να ταράξει και να αφυπνίσει τον ελληνικό λαό, ο οποίος κατάφερε ελεύθερα και δημοκρατικά, με μαζική συμμετοχή, να μετατρέψει μία εμπορική διαδικασία σε φωνή διαμαρτυρίας, να μεταβάλλει ένα συνηθισμένο γκάλοπ σε ιδιόμορφο δημοψήφισμα, να μεταμορφώσει σε βροντερή απαίτηση την παθητική συμμετοχή του σε ένα ακόμη τηλεπαιχνίδι. Οι Έλληνες, λοιπόν, θυμήθηκαν, αποφάσισαν και ψήφισαν. Επέλεξαν τα πρότυπά τους. Εξέφρασαν την βούλησή τους. Αναγνώρισαν (εκ νέου) τους προγόνους τους: έναν ακάματο στρατηλάτη και έναν ανένδοτο επαναστάτη.
Ο Αλέξανδρος ο Μέγας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είναι (και επίσημα, πλέον) δύο από τους δέκα σημαντικότερους Έλληνες. Αποτελούν σπουδαίες φυσιογνωμίες τής Ιστορίας μας. Ο λαός μας τους ανέδειξε (εκ νέου) και τους πρόβαλε (εκ νέου) ως δύο Μεγάλους Άνδρες. Ο λαός μας τους επέλεξε ελεύθερα και δημοκρατικά. Ποιος δημοκρατικός άνθρωπος, λοιπόν, θα στραφεί με λόγο ή με έργο ενάντια στην βούληση τού λαού μας; Ποιος, από όλους εκείνους, που πρόθυμα αποδέχονται καθεμιά τοπική σφυγμομέτρηση, θα αρνηθεί να αποδεχτεί ένα γκάλοπ πανελλαδικής εμβέλειας;