Γράφει ο Παναγιώτης Κιμούντρης
Κοιμήθηκα νωρίς εκείνο το βράδυ! Στο μυαλό μου είχα την συγχωρεμένη μάνα μου. Τότε που γνωρίζοντας ότι θα πεθάνει μου έσφιγγε το χέρι . Τότε που δεν με άφηνε να φύγω από κοντά της μιας και καταλάβαινε ότι φεύγει…
Ο ύπνος μου ήταν ανήσυχος . Τότε ονειρεύτηκα ότι συνάντησα τον Θεό. Με πλησίασε και με ρώτησε :
– Θέλεις να μου μιλήσεις;
– Αν έχετε χρόνο;
Ο Θεός μου χαμογέλασε.
– Ο χρόνος μου είναι αιωνιότητα ! Τι ερωτήσεις έχεις για μένα;
– Πρώτα- πρώτα πες μου για την μάνα μου, τον ρώτησα ικετευτικά.
– Η μάνα σου είναι δίπλα μου στον παράδεισο. Σε βλέπει πόσο παιδεύεσαι και λυπάται. Αισθάνεται πόσο ανάγκη την έχεις και με παρακαλά να την αφήσω να γυρίσει δίπλα σου να σε βοηθήσει. Καταλαβαίνει πόσο άσχημα σου φέρονται οι άνθρωποι που όσο ζούσε βοηθούσε. Σκέφτομαι να την αφήσω να γυρίσω σαν ένα μικρό σπουργίτη για να είναι δίπλα σου. Ξέρεις όταν πέθανε για δύο μήνες η ψυχή της ήταν στην γη . Θα έβλεπες μια μύγα που σε ενοχλούσε συνέχεια. Ήταν αυτή! Η μάνα σου, η ψυχή της…
– Θεέ μου σε ευχαριστώ που την προσέχεις γιατί εγώ δεν μπορώ… Κάθε Κυριακή πηγαίνω στο νεκροταφείο και κάθομαι δίπλα της…
– Θεέ μου, συνέχισα , τι γνώμη έχετε για την ανθρωπότητα;
– Οι άνθρωποι, μου απάντησε, βαριούνται την παιδική τους ηλικία , βιάζονται να μεγαλώσουν . Αλλά αφού περάσουν τα χρόνια και γεράσουν θέλουν να γίνουν πάλι παιδιά!!
Τα λόγια του θεϊκά συνεχίστηκαν αρκετή ώρα.
– Οι άνθρωποι αγωνίζονται να βγάλουν λεφτά. Κάνουν τα πάντα ακόμη και κλέβουν για να αποκτήσουν περιουσία! Έτσι χάνουν την υγεία τους! Μετά αφού αρρωστήσουν ξοδεύουν τα λεφτά τους για να βρουν την υγεία τους.
– Οι άνθρωποι ζουν σαν να μην πεθάνουν ποτέ! Έτσι πεθαίνουν σαν να μην έζησαν ποτέ!
– Οι άνθρωποι σκεπτόμενοι το μέλλον ξεχνούν το παρόν έτσι δεν ζουν ούτε το παρόν, αλλά ούτε και το μέλλον.
Ο Θεός σταμάτησε να μιλά! Με έπιασε από το χέρι και με οδήγησε σε γνωστά μου πρόσωπα. Ήταν η μάνα μου . Δίπλα της τα παιδιά μου. Πήγα να τους αγκαλιάσω , αλλά χάθηκαν!
Ξύπνησα τρομαγμένος , το κεφάλι μου πονούσε, η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα. Προσπαθούσα να θυμηθώ τα λόγια του Θεού. Πήγα στην εκκλησία. Άναψα ένα κερί. Βοήθησα μια γριούλα να περάσει τον δρόμο. Τότε ένοιωσα ένα σπουργίτη να περνά δίπλα μου, να με ακουμπά και να κάθεται απέναντι μου σε ένα κλαδάκι.
Ήταν η μάνα μου!!! Αιώνια ας είναι η μνήμη της!
*Φροντιστήριο Μέσης Εκπαίδευσης και Πληροφορικής
«ΝΕΑ ΓΝΩΣΗ»
Δαγκλή 1- 3 Τηλ. 2541068881
www.neagnosi.gr [email protected]