Πολιτισμός Τελευταία Νέα

ΟΤΑΝ Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΑΞΗ: Φυλλομετρώντας το βιβλίο της ΧΑΡΟΥΛΑΣ ΦΡΑΓΚΟΥ,

Φυλλομετρώντας το βιβλίο της ΧΑΡΟΥΛΑΣ  ΦΡΑΓΚΟΥ, «Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες», μυθιστόρημα, εκδ. Γαβριηλίδη, 2016, σελ. 422 + 12 σελίδες με φωτογραφίες

ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ

Με μεγάλη συγκίνηση και χαρά διάβασα το βιβλίο της Χαρούλας Φράγκου εκ Βόλου, «Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες». Είναι από τις λίγες φορές που έδινα παράταση στην ανάγνωση, για να μην τελειώσει. Δυστυχώς, όμως, ολοκληρώθηκε και η ανάγνωση και η μελέτη. Και συνάμα πολλές σημειώσεις και σχόλια.

Είμαστε παιδιά του τέλους του εμφυλίου, ακριβώς 1949. Δύσκολα χρόνια, συνάμα ελπιδοφόρα και ως εκ τούτου δημιουργικά. Λέγαμε «θα χτίσουμε τον καινούριο κόσμο». Εδώ στην Ξάνθη είχαμε το Ορφανοτροφείο Θηλέων, στη γειτονική Καβάλα λειτουργούσε η Παιδόπολη. Αργότερα διάβασα το βιβλίο / μυθιστορηματική μαρτυρία της Κωνστάνς Δημά για τα παιδιά των πολιτικών προσφύγων  μυθιστορηματική μαρτυρία “Οι μικροί πρίγκιπες του σύμπαντος”.

Παράλληλοι δρόμοι. Παιδιά βασανισμένα.

Σκεφτόμουν, αναρωτιόμουν,  γιατί. Σιγά σιγά καταλάβαινα τι συνέβαινε στον κόσμο γύρω μας. Φτώχια , όμως τίποτε δε μας έλειπε, είχαμε αγάπη. Έγραψα και δημοσίευσα ένα σχετικό κείμενο με τίτλο «Ορφανός αλλά όχι στερημένος…» του 2015 – Από την επαφή μου με τη λειτουργία του Ορφανοτροφείου στην Ξάνθη.

Ευγενική απάντηση της Χαρούλας Φράγκου η αποστολή του βιβλίου της για το Άσυλο του Βόλου, από τις καλαίσθητες εκδόσεις Γαβριηλίδη, «Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες». Διαβάζω στο οπισθόφυλλό του:

«Δεκαετία του ’50. Η ζωή κυλά πένθιμη. Η ανθρωπότητα έχει μόλις βγει από έναν καταστροφικό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και η Ελλάδα από μια δύσκολη Κατοχή κι έναν επίπονο Εμφύλιο. Οι Έλληνες, όμως, τόσο μπροστά στην οικονομική όσο και μπροστά στην πολιτική κρίση επιδεικνύουν αξιοζήλευτη παλικαριά. Η φτώχεια, ωστόσο, και η ορφάνια ταλαιπωρεί ακόμη πολλές οικογένειες που έχουν χάσει τους ανθρώπους τους και αγωνίζονται απεγνωσμένα να ορθοποδήσουν. Φωλιές φιλοξενίας για ένα σμήνος άφτερων και αδύναμων νεοσσών τα φιλανθρωπικά ιδρύματα και η καλοσύνη των ξένων. Οι ψηφίδες της μυθιστορηματικής αυτής ψυχογραφίας αθροίζονται στον Βόλο και στο φιλανθρωπικό Ίδρυμα του «Ασύλου». Η ζωή των πολύπαθων παιδιών, η ιστορία του Ιδρύματος παράλληλα με την ιστορία της πόλης, τη γεωγραφική και κοινωνική της δομή, τα ήθη και τα έθιμα της εποχής, αλλά και τις φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πλημμύρες) που της κόστισαν το ρομαντικό νεοκλασικό της προφίλ, συνθέτουν το μωσαϊκό της αφήγησης. Ένα βιβλίο γραμμένο καλειδοσκοπικά: ο παιδικός πρωτοπρόσωπος λόγος της Μυρσίνης συναντά σταδιακά την ώριμη εκδοχή του ενήλικου εαυτού της και, έτσι, η κεντρική ηρωίδα μεταμορφώνεται σελίδα σελίδα στη συγγραφέα του βιβλίου».

Είναι γεμάτο το βιβλίο  με καλογραμμένες σελίδες, για την ομαδική ζωή, για τη συνύπαρξη τόσων πονεμένων παιδιών, για την ανάπτυξή τους, για την εφηβεία και τους πρώτους έρωτές τους, για τη δημιουργικότητα και τέλος για τις σκηνές αποχωρισμού.

Η ηρωίδα του βιβλίου Μυρσίνη και η μητέρα της Λουκία έχουν μια δική τους παράλληλη πορεία μέσα στη γενικότερη ιστορία. Και από την άποψη αυτή ο αναγνώστης / η αναγνώστρια του βιβλίου έχει ως την τελευταία σελίδα αγωνία για τα δύο αυτά πρόσωπα.

Από  τις πολλές και ανεπανάληπτες στιγμές του μυθιστορήματος επέλεξα τρία μικρά αποσπάσματα.

Το πρώτο απόσπασμα (σελ. 115) αναφέρεται στη Γυρίστρω, τη γάτα του Ασύλου.

«Ένα απ’ τα γατάκια είχε τρυπώσει κάτω απ’ το βάρος της και πάσχιζε ν’ αναπνεύσει. Ζουλούσε με τα μικροσκοπικά πόδια του την κοιλιά της, προκειμένου να ελευθερωθεί.

Στο μυαλό μου πέρασε αστραπιαία το περίφημο ‘Αμάρτημα της μητρός μου’ του Βιζυηνού. Η γάτα ένιωσε ξαφνικά τη δεινή θέση του παιδιού της κι άλλαξε πλευρό. Το παρδαλό γατί την τελευταία στιγμή γύρισε στον κόσμο ανακουφισμένο. Πόσο διαφορετικά από το δύστυχο βρέφος του διηγήματος!».

Το δεύτερο απόσπασμα σχετίζεται με την πορεία των παιδιών μετά την αποχώρησή τους από το Άσυλο, καλύτερα θα έλεγα συνδέεται με την παραδοχή ότι τον κόσμο τον κάνουμε καλύτερο εμείς οι ίδιοι, αν κάνουμε το καλό και το ρίξουμε στο γιαλό. Όπως λέει ο Γιάλομ, όταν ρίξουμε μια πετρούλα στη θάλασσα οι κύκλοι φτάνουν στο άπειρο.  Σελ. 293: «Σσσσς τσιμουδιά. Κάποιοι κάποτε βοήθησαν εμάς. Σειρά μας να κάνουμε το ίδιο. Ας αφήσουμε λοιπόν τα παινέματα. Νιώθω άβολα».

Στις τελευταίες σελίδες λύνονται κάποιες ‘απορίες’ που σχετίζονται με τη Μυρσίνη και τη μητέρα της. Συνταρακτική σκηνή με το βιολί (σελ. 403 – 404):

«Το έσφιγγα στην αγκαλιά μου χωρίς άχνα. Το σεργιανούσα στο δωμάτιο σαν γεννησιάρικο μωρό, χωρίς να βρίσκω λέξεις να σπάσω τη σιωπή. Πλησίασα στο παράθυρο με μια επιθυμία να το δείξω». Δεν προχωρώ, για να μην προδώσω την κορύφωση του έργου.

Αν για μας που είδαμε και ζήσαμε περιστασιακά  και αγαπήσαμε τον Βόλο, το βιβλίο αυτό μας βοηθά να θυμόμαστε δρόμους και πλατείες κι ομορφιές, για τους βολιώτες όμως είναι κάτι παραπάνω, σαφώς.  Ο Δημήτρης Κωνσταντάρας Σταθαράς στη «Θεσσαλία» (9 Απρ 2017) ανάμεσα στα άλλα γράφει: «Τέλος θα ήθελα να συγχαρώ την αγαπητή κυρία Χαρούλα Φράγκου για το βιβλίο της αυτό που μάς «άνοιξε» ένα παράθυρο και μάθαμε πολλά πράγματα για ένα ίδρυμα της πόλης μας, το «Άσυλο Παιδιού Βόλου», που επί 74 έτη, από το 1922 έως το  1996, μέσα σε δύσκολες για την πατρίδα μας καταστάσεις, πρόσφερε τη στοργή και την φροντίδα του σε ορφανά και απροστάτευτα παιδιά, αλλά και τους ανθρώπους-με τα επώνυμά τους-που δούλεψαν για τον σκοπό αυτό, εμπλουτίζοντας πάνω σ’ αυτό το υφάδι και γεγονότα τοπικής και γενικής ιστορίας της πατρίδας μας».
Η Βασιλεία Γιασιράνη – Κυρίτση εξάλλου γράφει σε σχετικό κείμενό της: «Καταγράφονται πλούσιες και τρυφερές εικόνες της φύσης μα και της ζωής στο ίδρυμα το χειμώνα, την άνοιξη και το καλοκαίρι στον Άναυρο, στις κατασκηνώσεις της Μητροπόλεως αλλά ξεχωρίζει το συνταρακτικό γεγονός του γάμου μιας τροφίμου που ξυπνά την επιθυμία στα νεαρά κορίτσια και τα κάνει να ονειρεύονται το δικό τους γάμο. Μέσα από χειμαρρώδη λόγο και εικόνα προβάλλεται η κοριτσίστικη αθωότητα, η αγάπη, ο νεανικός αγνός έρωτας των μικρών κοριτσιών του Ασύλου με τις άσπρες κορδέλες. Στην εναλλαγή των αφηγήσεων η συγγραφέας φτιάχνει intermedia για να σπάσει τη μονοτονία και να κάνει τη δομή πιο σύνθετη, δένει την εξέλιξη με την παράθεση ιστορικών γεγονότων (Μικρασιατική εκστρατεία, ένταξη της Ελλάδος στην ΕΟΚ των Έξι) και όσο εξελίσσεται η υπόθεση ανακατεύονται πολλά πρόσωπα που συνυπάρχουν ειρηνικά και αγαπημένα με αφτιασίδωτη μαγεία».

Η Χαρούλα Ηλία Φράγκου με το βιβλίο  της αυτό μας έδειξε ότι αγάπη θα πει μοιράζομαι. Κι αυτό μπορούμε να το μάθουμε, να το βιώσουμε σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Η συγγραφέας αυτοβιογραφούμενη μας δείχνει τους δρόμους που πέρασε – όχι άκοπα – για να γράψει και ποίηση και πεζό. Από την πρώτη εφηβική ηλικία αυτός ήταν ο προορισμός της : «να σκαλίζει γράμματα στο χαρτί»…

Θανάσης Μουσόπουλος

Ξάνθη, Οκτώβριος 2017

Σχετικά Άρθρα